Τους τελευταίους μήνες η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται στη δίνη της ενεργειακής κρίσης η οποία εξελίσσεται πέρα από κάθε λογική. Πρόκειται για φαινόμενο που επηρεάζει όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες και ως εκ τούτου το σύνολο της κοινωνίας.
Στην Ευρώπη αυτή η εκρηκτική κατάσταση εκδηλώνεται με ακόμα μεγαλύτερη ένταση. Η εξάντληση των αποθεμάτων φυσικού αερίου στη Βόρεια Θάλασσα και η μείωση των ποσοτήτων στις αποθήκες των ευρωπαϊκών χωρών, σε συνδυασμό με την ανησυχία για τον επερχόμενο χειμώνα, εντείνουν τον προβληματισμό στη Γηραιά Ήπειρο.
Εδώ και αρκετούς μήνες, η Κυβέρνηση είχε εκτιμήσει ότι η παγκόσμια οικονομία βρισκόταν ενώπιον μιας πρωτόγνωρης ενεργειακής κρίσης. Για αυτό άλλωστε, η Ελλάδα ήταν μεταξύ των δύο πρώτων χωρών που έλαβε μέτρα για την αντιστάθμιση των επιπτώσεων από τις ανατιμήσεις στο κόστος ενέργειας.
Για την αποτελεσματική στήριξη της κοινωνίας, ιδρύσαμε το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης, το οποίο καθιερώσαμε ως έναν μόνιμο μηχανισμό στήριξης των πολιτών. Η ελληνική Κυβέρνηση μάλιστα, είναι η μοναδική στην Ευρώπη των 27 που αξιολογεί σε μηνιαία βάση την εξέλιξη των τιμών στις διεθνείς αγορές και προσαρμόζει τα μέτρα ανάλογα.
Και αυτό ακριβώς έχουμε κάνει τους τελευταίους μήνες. Έχουμε αυξήσει δύο φορές την επιδότηση στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας σε ισάριθμους μήνες, για να μην αφήσουμε κανένα νοικοκυριό απροστάτευτο. Από τα 9 ευρώ τον μήνα τον περασμένο Σεπτέμβριο, στα 18 ευρώ τον Οκτώβριο για όλους τους λογαριασμούς στη Χαμηλή Τάση. Το ύψος της επιδότησης για τους δικαιούχους Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου (ΚΟΤ) ανήλθε τον Οκτώβριο σε 24 ευρώ.
Με τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρική αγορά να καταρρίπτουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, την περασμένη εβδομάδα ανακοινώσαμε και νέα επέκταση των μέτρων στήριξης. Για τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, η κρατική επιδότηση θα ανέλθει σε 39 ευρώ τον μήνα για όλα τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις στη Χαμηλή Τάση. Για το ίδιο χρονικό διάστημα, οι δικαιούχοι ΚΟΤ θα επιδοτηθούν με 45 ευρώ τον μήνα.
Παράλληλα, αναστείλαμε τη χρέωση των τελών χρήσης δικτύου τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο για τους οικιακούς καταναλωτές φυσικού αερίου. Με το μέτρο αυτό, ένα νοικοκυριό με μέση κατανάλωση δύο θερμικών MWh τον μήνα θα δει μείωση στον λογαριασμό του που θα κυμανθεί από 20 έως 40 ευρώ τον μήνα. Τα τέλη χρήσης θα επιβληθούν σταδιακά από το επόμενο έτος, όταν αποκλιμακωθούν οι τιμές φυσικού αερίου στις διεθνείς αγορές.
Το μέτρο αυτό σε συνδυασμό με την παροχή οριζόντιας έκπτωσης 15% από τη ΔΕΠΑ στους προμηθευτές της, θα δώσει σημαντική ανάσα στα νοικοκυριά με φυσικό αέριο.
Συνολικά, θα διαθέσουμε 620 εκατ. ευρώ μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης για το τετράμηνο Σεπτεμβρίου – Δεκεμβρίου, προκειμένου να απορροφήσουμε το μεγαλύτερο μέρος των ανατιμήσεων. Με τα κεφάλαια που έχουμε δεσμεύσει στο Ταμείο, θα χρηματοδοτήσουμε με 90 εκατ. ευρώ και την αύξηση του επιδόματος θέρμανσης, το οποίο τον φετινό χειμώνα θα χορηγηθεί σε περισσότερα από ένα εκατομμύριο νοικοκυριά, έναντι 700.000 το περασμένο έτος.
Και επειδή η κρίση πλήττει και το επιχειρείν, αναστείλαμε από τον Νοέμβριο έως και τον επόμενο Μάρτιο τις χρεώσεις Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας για τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις στη Μέση Τάση. Οι χρεώσεις αυτές, που υπολογίζονται σε περισσότερα από 63 εκατ. ευρώ, θα καταβληθούν όταν θα αποκλιμακωθούν οι τιμές στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Εκτός από τα μέτρα για τη στήριξη της κοινωνίας στο εσωτερικό της χώρας, αναλάβαμε πρωτοβουλίες και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που πρότεινε τη σύσταση ευρωπαϊκού μηχανισμού προστασίας για τους καταναλωτές και ειδικά τους πιο ευάλωτους, με την αξιοποίηση μέρους των εσόδων από τους πλειστηριασμούς δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Η ανάληψη κοινής δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι επιβεβλημένη, καθώς το κόστος της ενεργειακής κρίσης αναμένεται να υπερβεί τα 100 δισ. ευρώ για τους καταναλωτές στα 27 κράτη μέλη. Οφείλουμε να στηρίξουμε τους πολίτες με προτεραιότητα στους πιο ευάλωτους.
Στηρίζοντας τους καταναλωτές, προστατεύουμε και το σημαντικότερο ευρωπαϊκό όραμα. Η διεθνής ενεργειακή κρίση έχει πυροδοτήσει ένα κύμα λαϊκισμού, το οποίο επιχειρεί να υπονομεύσει την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, υποστηρίζοντας ότι ευθύνεται για το ράλι στις τιμές ενέργειας.
Ωστόσο, το δίδαγμα από αυτήν την πρωτόγνωρη κρίση που πλήττει την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία, είναι ότι η Πράσινη Συμφωνία είναι η λύση και όχι η αιτία. Το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο και τον άνεμο κυμαίνεται σε σταθερά φθίνουσα πορεία και σύντομα θα κοστίζει λιγότερο από την ενέργεια που παράγεται από ορυκτά καύσιμα.
Οφείλουμε να επιταχύνουμε την πράσινη μετάβαση, διευκολύνοντας την ανάπτυξη των ΑΠΕ και προωθώντας τις τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας. Με τον τρόπο αυτόν, θα μειώσουμε σε σταθερή βάση το ενεργειακό κόστος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Επιπρόσθετα, θα αποκτήσουμε νέα εργαλεία για την αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας, ενώ ο περιορισμός της ατμοσφαιρικής ρύπανσης θα οδηγήσει σε αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των πολιτών.