Η διευθέτηση των κόκκινων επιχειρηματικών δανείων, τόσο εντός όσο και εκτός τραπεζικών ισολογισμών, αποτελεί προϋπόθεση για την επίτευξη διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μεσο-μακροπρόθεσμα, διαπιστώνει το ΙΟΒΕ σε μελέτη του με τίτλου Επιδράσεις από τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των εταιριών ζόμπι στην ελληνική οικονομία. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη της Τράπεζας της Ελλάδος.
Οι συντάκτες της έκθεσης υπογραμμίζουν την υψηλή θετική συσχέτιση στις τάσεις μεταξύ των επιχειρηματικών κόκκινων δανείων και του αριθμού των εταιρειών ζόμπι στην ελληνική οικονομία κατά τη διάρκεια της πρόσφατης εικοσαετίας.
Άμεσες και έμμεσες επιδράσεις
Μέσα από ποσοτική ανάλυση, αναδεικνύονται σημαντικές άμεσες και έμμεσες επιδράσεις του βαθμού πυκνότητας των εταιρειών ζόμπι στο σύνολο της οικονομίας και σε επιμέρους τομείς δραστηριότητας.
Πρώτον, οι υγιείς επιχειρήσεις εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις από τις εταιρείες ζόμπι, σε όρους ρυθμού αύξησης επενδύσεων, απασχόλησης, αλλά και επιπέδου παραγωγικότητας.
Δεύτερον, η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε εταιρείες ζόμπι επηρεάζει αρνητικά τον ρυθμό αύξησης επενδύσεων στις υγιείς επιχειρήσεις σε επιμέρους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας.
Τρίτον, η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε εταιρείες ζόμπι αναγκάζει τις υγιείς επιχειρήσεις να αυξήσουν την συνολική παραγωγικότητά τους προκειμένου να επιβιώσουν.
Τέταρτον, η υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου σε επιχειρήσεις ζόμπι εμποδίζει την ανακατανομή κεφαλαίου σε πιο παραγωγικές επενδύσεις μεταξύ των επιχειρήσεων και τομέων δραστηριότητας.
Συμπερασματικά, η ταχύτερη διευθέτηση των κόκκινων δανείων επιτρέπει την αποτελεσματικότερη κατανομή των πόρων και δύναται να ενισχύσει τις επενδύσεις, την απασχόληση και την παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΒΕ
Οι προκλήσεις για την ελληνική οικονομία
Στη μελέτη του ΙΟΒΕ τονίζεται ότι το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων επιχειρηματικών δανείων, είτε εντός είτε εκτός τραπεζικών ισολογισμών, και η πυκνότητα των εταιρειών ζόμπι αποτελούν σημαντικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία.
Τα επιχειρηματικά Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (ΜΕΑ) και ο αριθμός των επιχειρήσεων ζόμπι στην Ελλάδα κατέγραψαν σημαντική μείωση μετά την κορύφωσή τους το 2015 και 2013 αντίστοιχα, παραμένουν ωστόσο σε υψηλά επίπεδα, ειδικά σε επιμέρους τομείς δραστηριότητας.
Η ανάλυση στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας επιβεβαιώνει ευρήματα της διεθνούς βιβλιογραφίας ότι η παρατεταμένη παρουσία κόκκινων επιχειρηματικών δανείων και εταιρειών ζόμπι αποτελούν εμπόδιο στις προοπτικές επενδύσεων και απασχόλησης, ενώ επιδρούν αρνητικά στην παραγωγικότητα και την αποτελεσματική κατανομή των πόρων.
Οι επιδράσεις είναι τόσο άμεσες σε επίπεδο εταιρείας, όσο και ευρύτερες σε επίπεδο συνολικής οικονομίας, καθώς διαχέονται σε υγιείς επιχειρήσεις του κάθε τομέα οικονομικής δραστηριότητας, πλήττοντας έτσι τον υγιή ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στους ισολογισμούς των τραπεζών έχουν υποχωρήσει κατά 85% την περίοδο 2016-2022, από €58 δισεκ. (47,0% του συνόλου των δανείων προς ΜΧΕ) το 2015 στα €8,9 δισεκ. (8,1%) το 2022. H μεγάλη υποχώρηση των ΜΕΑ οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε διαγραφές, πωλήσεις και τιτλοποιήσεις κατά την περίοδο 2016-2022 και σε μικρότερο βαθμό σε οργανική βελτίωση.
Έτσι, το μεγαλύτερο απόθεμα από τα ΜΕΑ που μετακινήθηκε εκτός τραπεζικών ισολογισμών, βρίσκεται υπό τη διαχείριση των servicers, και ανερχόταν σε €33,4 δισεκ. στο τέλος του 2022. Ως αποτέλεσμα, τα επιχειρηματικά ΜΕΑ στο σύνολο της οικονομίας έχουν υποχωρήσει μόνο κατά 28% την περίοδο 2016-2022, σε περίπου €42 δισεκ. το 2022.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Tα ΜΕΑ απορροφούν ένα σημαντικό μερίδιο χρηματοοικονομικών και φυσικών πόρων στην οικονομία μέσω των εξασφαλίσεων. Το ύψος των εξασφαλίσεων, που αφορά σε όρους αξίας κυρίως (κατά 85%) σε επαγγελματικά (53%) και οικιστικά ακίνητα (32%), και σχετίζεται στενά με το επίπεδο του ποσοστού ανάκτησης των ΜΕΑ, αγγίζει τα €19,8 δισεκ., ή 47% των συνολικών ΜΕΑ, ενώ ως ποσοστό του ΑΕΠ βρίσκεται στο 9,5%.
Συνεπώς, η ταχύτερη διευθέτηση των προβληματικών δανείων, δύναται να αποδεσμεύσει σημαντικούς χρηματοοικονομικούς και φυσικούς πόρους και η ανακατανομή που θα προκύψει προς πιο παραγωγικές κατευθύνσεις, είναι δυνατό να συμβάλει σε ταχύτερη οικονομική μεγέθυνση.
Παράλληλα, παρουσιάζεται η διαχρονική εξέλιξη του ποσοστού επιχειρήσεων ζόμπι στην ελληνική οικονομία, στη βάση διεθνώς προτεινόμενων κριτηρίων. Το εκτιμώμενο ποσοστό των επιχειρήσεων ζόμπι εμφάνισε αύξηση από το 10% έως το 18,6% στο χρονικό διάστημα 2005-2013 και αποκλιμάκωση έκτοτε, έως και 8,9% το 2022.
Το εκτιμώμενο ποσοστό επιχειρήσεων ζόμπι παρουσιάζει θετική συσχέτιση με το ποσοστό επιχειρηματικών ΜΕΑ στους τραπεζικούς ισολογισμούς την περίοδο 2002-2021.
Ωστόσο, η άνοδος του ποσοστού ζόμπι επιχειρήσεων προηγήθηκε της ανόδου του ποσοστού ΜΕΑ στους τραπεζικούς ισολογισμούς, ενώ και η μείωση του ποσοστού ζόμπι επιχειρήσεων προηγήθηκε της μείωσης του ποσοστού ΜΕΑ.
Η διαφορετική πορεία εξέλιξης μεταξύ των δύο δεικτών, πιθανόν αναδεικνύει ότι το ποσοστό ζόμπι είναι σε ένα βαθμό πρόδρομος δείκτης των ΜΕΑ. Για την πρόσφατη περίοδο ταχύτερης μείωσης του αριθμού των ζόμπι σε σχέση με τα ΜΕΑ, ίσως αυτό να οφείλεται μερικώς στη συσσώρευση και καθυστέρηση διευθέτησης προβληματικών δανείων από τις τράπεζες σε επιχειρήσεις που έχουν διακόψει τη λειτουργία τους και βρίσκονται σε κατάσταση εκκαθάρισης, και ως εκ τούτου, δεν συμπεριλαμβάνονται στη βάση της ICAP.
Επιπλέον, το ποσοστό των ζόμπι επιχειρήσεων είναι μεγαλύτερο του μεριδίου συγκέντρωσης κεφαλαίου σε ζόμπι επιχειρήσεις έως το 2008 και μετά το 2017, που σημαίνει ότι η μέση εταιρεία ζόμπι ήταν μικρότερη σε μέγεθος πριν και μετά την ελληνική κρίση.
Η πυκνότητα σε αριθμό και η συγκέντρωση κεφαλαίου ( συμφόρηση ή congestion) σε εταιρείες ζόμπι επιδρούν στις υγιείς επιχειρήσεις, στο σύνολο αλλά και σε επιμέρους τομείς της επιχειρηματικής οικονομίας.
Συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις που δεν είναι ζόμπι εμφανίζουν υψηλότερες επιδόσεις, σε δείκτες όπως ο ρυθμός αύξησης των καθαρών παγίων κεφαλαίων, ο ρυθμός μεταβολής της απασχόλησης και η συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής.
Οι υγιείς επιχειρήσεις εμφανίζουν υψηλότερη συνολική παραγωγικότητα σε σχέση με τις εταιρείες ζόμπι, ειδικά σε τομείς της επιχειρηματικής οικονομίας όπως η Μεταποίηση, το Εμπόριο, τα Καταλύματα και Εστίαση, η Ενημέρωση και Επικοινωνία, οι Επαγγελματικές και Τεχνικές Δραστηριότητες.
Καταλυτική για την πορεία της οικονομία κρίνεται η ταχεία διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων
Επίσης, παρατηρείται χαμηλότερος ρυθμός αύξησης των επενδύσεων στις υγιείς επιχειρήσεις όσο μεγαλύτερη είναι η συμφόρηση κεφαλαίου σε ζόμπι επιχειρήσεις στους τομείς της Μεταποίησης, Παροχής νερού-Επεξεργασίας λυμάτων-Εξυγίανσης, στα Καταλύματα και την Εστίαση.
Αντίστοιχα, παρατηρείται βραδύτερος ρυθμός ανακατανομής του κεφαλαίου προς παραγωγικές επενδύσεις στην Μεταποίηση, το Εμπόριο, τα Καταλύματα και την Εστίαση.
Ενδεικτικά, εστιάζοντας στις υγιείς επιχειρήσεις του τομέα της Μεταποίησης μόνο, η εκτιμώμενη επίδραση συνεπάγεται ότι οι ακαθάριστες επενδύσεις του τομέα της Μεταποίησης σε πραγματικούς όρους θα αυξάνονταν ετησίως κατά 4,2% ή €108 εκ. (σε τιμές 2015) περίπου για κάθε 1 ποσοστιαία μονάδα μείωσης του ποσοστού κεφαλαίου σε ζόμπι επιχειρήσεις στον ίδιο τομέα.
Καταλήγοντας, αναδεικνύεται η σημασία για την ελληνική οικονομία της ταχείας διευθέτησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και της περαιτέρω μείωσης του αριθμού των εταιρειών ζόμπι.
Ως άμεσες θετικές επιδράσεις ξεχωρίζουν οι αναμενόμενοι υψηλότεροι ρυθμοί επενδύσεων, απασχόλησης και παραγωγικότητας στην οικονομία λόγω του υψηλότερου μεριδίου των υγιών επιχειρήσεων.
Στις έμμεσες θετικές επιδράσεις συγκαταλέγονται η βελτίωση των προοπτικών λειτουργίας και ανάπτυξης στις υπάρχουσες υγιείς επιχειρήσεις λόγω απελευθέρωσης χρηματοοικονομικών και φυσικών πόρων και αποτελεσματικότερης κατανομής αυτών στο σύνολο της οικονομίας και εντός επιμέρους τομέων οικονομικής δραστηριότητας προς πιο παραγωγικές κατευθύνσεις.
Έμφαση πρέπει να δοθεί στην αποτελεσματική μείωση των κόκκινων δανείων και του αριθμού των εταιρειών ζόμπι
Προτεραιότητες πολιτικής με σκοπό την ταχεία και αποτελεσματική μείωση των κόκκινων δανείων (ΜΕΑ) και του αριθμού των εταιρειών ζόμπι αναμένεται να βελτιώσουν την ταχύτητα και το εύρος κάλυψης του επενδυτικού κενού της ελληνικής οικονομίας, καθώς και τη μείωση του ποσοστού ανεργίας.
Επιπλέον, δύνανται να ενισχύσουν την προοπτική ενίσχυσης της συνολικής παραγωγικότητας της οικονομίας, καθώς και ανακατανομής του κεφαλαίου σε παραγωγικές επενδύσεις, που αποτελούν αναγκαίες προϋποθέσεις για την επίτευξη ισχυρών και διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας μεσο-μακροχρόνια.