Έχοντας ως κεντρικούς άξονες τον πολιτισμό, την πολιτική και την Θεσσαλονίκη, η πρόεδρος του ΔΣ του Κέντρου Πολιτισμού της Περιφέρειας της Κεντρικής Μακεδονίας Άννα Μυκωνίου μίλησε στο Politic παραθέτοντας με σαφήνεια το όραμά της, τους σκοπέλους που κλήθηκε να υπερκεράσει μέχρι σήμερα ενώ παράλληλα αποκάλυψε και την πιο καθηλωτική παράσταση που έχει παρακολουθήσει.
Συνέντευξη: Βαλάντου Γιαννακούδη
Σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης η κ. Μυκωνίου δήλωσε πως «Η Θεσσαλονίκη, πολιτιστικά ήταν και παραμένει απαιτητική, δύσκολη αλλά και γενναιόδωρη», ενώ δε δίστασε να θίξει και εύλογα πρακτικά ζητήματα που δεν τίθεται συχνά στον δημόσιο διάλογο, όπως ότι η Βόρεια Ελλάδα χρειάζεται εμπνευσμένες παραγωγές αλλά και χρήματα, διότι υποχρηματοδοτείται σημειώνοντας ακόμη ότι «οι 15-20 παραγωγές της Αθήνας δεν πρέπει να ανακυκλώνονται σε όλη την Ελλάδα». «Εμείς παίρνουμε ρίσκα», τόνισε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, αναφέρθηκε στις νέες παραγωγές που αναμένονται να κρατήσουν συντροφιά το επερχόμενο διάστημα στο φιλοθεάμον κοινό της πόλης. Η ίδια μιλώντας για την τέχνη -που υπηρετεί χρόνια- ξεδιπλώνει γενναιόδωρα τις σκέψεις της στέλνοντας ηχηρά μηνύματα συνεργασίας, αλληλοβοήθειας, αισιοδοξίας και ουσιαστικού πολιτισμού. «Στην κατήφεια της εποχής εμείς υφαίνουμε αισιόδοξα σενάρια και αγωνιζόμαστε να τα πραγματοποιήσουμε», λέει χαρακτηριστικά.
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη παρακάτω:
–Θα ήθελα να αρχίσουμε τη συζήτησή μας από μία υποκειμενική εννοιολογική αποτύπωση δύο κομβικών όρων που θα μας βοηθήσει και στη συνέχεια της κουβέντας για να έχουμε κοινή βάση, ή καλύτερα κωδικοποίηση. Τι σημαίνει για εσάς πολιτισμός; Πώς αντιλαμβάνεστε την πολιτική και πόσο εφικτή είναι η συνύπαρξη της πολιτικής και της τέχνης;
Πολιτισμός και πολιτική είναι δύο έννοιες αναπόφευκτα συνδεδεμένες, αλλά ταυτόχρονα, αντλούν την αξία τους από τους βαθμούς ανεξαρτησίας που πρέπει να τις διακρίνει. Αν ορίσουμε χονδρικά τον πολιτισμό σαν το σύνολο των πνευματικών και υλικών επιτευγμάτων των ανθρώπων τότε περικλείει στο εσωτερικό του και την πολιτική, δηλαδή την πρακτική της διακυβέρνησης τους. Από την άλλη, βασικό καθήκον της πολιτικής, όπως τουλάχιστον εμείς πρέπει να την βιώνουμε στις Δυτικές κοινωνίες, είναι να επιτρέπει αλλά και να εκκολάπτει την ανθρώπινη δημιουργικότητα, δομικό στοιχείο της ύπαρξης και της εξέλιξης του πολιτισμού, χωρίς διόλου να την καθυποτάσσει στις σχέσεις εξουσίας, που κάθε σύστημα διακυβέρνησης υπονοεί. Λεπτές γραμμές, ευαίσθητες ισορροπίες που ωστόσο κάθε δημόσιος οργανισμός που θέλει να εμπλέκεται στα πολιτιστικά τεκταινόμενα πρέπει να τις διακρίνει, να τις σέβεται και να τις υπηρετεί. Και για να γίνει ακόμα πιο σαφές. Η πολιτική δεν πρέπει να κατευθύνει τις επιλογές στον πολιτισμό, γιατί τότε παύει να είναι πολιτισμός και παύουν να είναι και επιλογές. Νομίζω πως το Κέντρο πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας έχει να «παραδώσει μαθήματα», για πως αυτό μπορεί να λειτουργήσει υποδειγματικά.
–Κυρία Μυκωνίου, μέσω των πολιτιστικών δράσεων του Κέντρου Πολιτισμού της ΠΚΜ επιχειρείτε να κρατήσετε τους ντόπιους καλλιτέχνες εντός της «πατρίδας» τους και γενικότερα, προσπαθείτε να κάνετε το ΚΕΠΟ πόλο έλξης και σημείο συνάντησης των ανθρώπων που πολιτισμού από ολόκληρη την περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας. Ποιες είναι οι βασικές δυσκολίες που έχετε κληθεί να αντιμετωπίσει στο κομμάτι αυτό;
Οφείλουμε να «κρατήσουμε» τους ντόπιους καλλιτέχνες στην πατρίδα τους. Να τους δίνουμε ευκαιρίες να αποδείξουν το ταλέντο τους. Στο Κέντρο πολιτισμού Περιφέρειας κεντρικής Μακεδονίας το πετυχαίνουμε δημιουργώντας κάθε χρόνο αρκετές δικές μας παραγωγές, πάνω σε φρέσκιες καλλιτεχνικές ιδέες και επιλέγουμε να αξιοποιούμε- σε μεγάλο βαθμό- το ντόπιο καλλιτεχνικό δυναμικό. Δεν πρέπει να ανακυκλώνονται σε όλη την Ελλάδα οι 15-20 παραγωγές που στήνονται στην Αθήνα. Δεν βοηθάει κανέναν αυτό. Εμείς παίρνουμε τα ρίσκα και παρουσιάζουμε μουσικά αφιερώματα, όπερες, θεματικές βραδιές ποίησης, νέα θεατρικά έργα, στα οποία συμμετέχουν εκατοντάδες καλλιτέχνες: μουσικοί, ενορχηστρωτές, χορωδοί, ηθοποιοί, σκηνογράφοι, φωτιστές, οι περισσότεροι από την Περιφέρεια μας, αλλά και από όλη την Ελλάδα οι οποίοι αλληλοεπιδρούν και το πρόσημο είναι πάντα θετικό. Για να σας δώσω κάποια παραδείγματα. Πέρσι άκουσα για πρώτη φορά τον Γιώργο Αβραμίδη, έναν εξαιρετικό ντόπιο τρομπετίστα, ένα πηγαίο ταλέντο. Του πρότεινα λοιπόν να του κάνουμε ένα αφιέρωμα στις εκδηλώσεις της Βίλας Αλατίνη. Για να «ακουστεί» η βραδιά καλέσαμε, ως guest,τον αγαπημένο Φοίβο Δεληβοριά. Η χημεία των δυο μουσικών πάνω στη σκηνή, ήταν εμφανής από την πρώτη στιγμή. Ο Φοίβος λοιπόν στη συνέχεια κάλεσε τον Γιώργο στην ταράτσα του και πρόσφατα ανακοίνωσαν και μια ωραία συνεργασία, σε ένα καινούργιο cd. Μια άλλη περίπτωση τώρα. Φέτος η Κα Φαραντούρη– σε μια παραγωγή του Φεστιβάλ Επταπυργίου- γνώρισε και ξεχώρισε μια Θεσσαλονικιά ερμηνεύτρια- που είχαμε επιλέξει να είναι στο ίδιο project μαζί της. «Εύη Σιαμαντά την λένε την υπέροχη αυτή τραγουδίστρια;» με ρώτησε «Εγώ μαζί της Άννα, θα κάνω αφιέρωμα Gershwin στο Ηρώδειο και θα κάνουμε μεγάλη επιτυχία, μεγάλη ευτυχία που την γνώρισα…» και μέσα στις δυο αυτές φράσεις, του θρύλου που ονομάζεται Φαραντούρη, ένιωσα, πως συμπυκνωνόταν όλη η ουσία της αποστολής μας.
Το εγχείρημα έχει όμως -όπως το επισημαίνετε- πολλές δυσκολίες, όπως και ρίσκα, αλλά έχει και μεγάλη δημιουργική χαρά που την μοιραζόμαστε, όλοι μαζί, στο τέλος της ημέρας. Γιατί όλοι μαζί δημιουργούμε. Υπάρχουν ζυμώσεις, πρόβες, αλλαγές, ατέλειωτες ώρες δουλειάς και κάπως έτσι, γινόμαστε μια ομάδα, μια «οικογένεια», με τα «πάνω» μας και τα «κάτω» μας. Και η «ομάδα μας» αριθμεί πια ένα μεγάλο αριθμό καλλιτεχνών που ολοένα μεγαλώνει.
–«Ο πολιτισμός μας αγκαλιάζει όλους» θα διαβάσει κάποιος αναζητώντας το προφίλ σας σε γνωστό μέσο κοινωνικής δικτύωσης. Η αλήθεια είναι πως οι διαφορετικές εκφάνσεις της τέχνης σίγουρα ικανοποιούν πληθώρα γούστων και καλλιτεχνικών προτιμήσεων. Το Κέντρο Πολιτισμού της ΠΚΜ, θα λέγατε πως απευθύνεται σε όλους τους πολίτες της Θεσσαλονίκης, και γενικότερα της βορείου Ελλάδος, ή έχει – και αν οφείλει να έχει- ένα πιο στοχευμένο κοινό;
Θεωρώ ότι οι εκδηλώσεις του ΚΠΠΚΜ απευθύνονται σε όλους τους πολίτες, απλά δεν υπηρετούν αποκλειστικά τον πολιτισμό της διασκέδασης. Η Θεσσαλονίκη, πολιτιστικά ήταν και παραμένει απαιτητική, δύσκολη αλλά και γενναιόδωρη και αυτό είναι ευεργετικό. Η αλήθεια είναι ότι πιστεύω πολύ στην ποιότητα του κοινού που υπηρετώ και απευθύνομαι. Έχει αποδειχθεί ότι το κοινό της πόλης είναι αρκετά εκπαιδευμένο, απαιτητικό και εκτιμά την ποιότητα. Στόχος μας είναι να του δίνουμε λοιπόν την δυνατότητα να παρακολουθεί εκδηλώσεις επιπέδου, που, σε άλλη περίπτωση, θα έπρεπε να πάει στην Αθήνα ή στο εξωτερικό και να πληρώσει και ένα πολύ ακριβό εισιτήριο. Στην κατήφεια της εποχής εμείς υφαίνουμε αισιόδοξα σενάρια και αγωνιζόμαστε να τα πραγματοποιήσουμε.
–Με μεγάλη προσέλευση ολοκληρώθηκε το Φεστιβάλ Επταπυργίου, ποια αίσθηση σας άφησε;
Το Φετινό Φεστιβάλ Επταπυργίου είχε πολύ σημαντικές καλλιτεχνικές στιγμές και άφησε σε όλους μας ένα αίσθημα πληρότητας και ευθύνης. Το κοινό το αγκάλιασε και εμείς – η δημιουργική ομάδα του Κέντρου πολιτισμού- αρχίσαμε ήδη να ετοιμάζουμε το επόμενο. Κάθε διοργάνωση μας κάνει λίγο πιο δυνατούς και όταν προσεγγίζουμε τους καλλιτέχνες για να στήσουμε τα επόμενα, μας ακούν πια, με ενδιαφέρον και -σχεδόν πάντα- αντιμετωπίζουν θετικά τις προτάσεις μας. Δεν θα σταματήσω να το λέω. Η Θεσσαλονίκη έχει ιδέες και πολύ αξιόλογους καλλιτέχνες.
–Τι έχει να περιμένει το φιλοθεάμον κοινό το φθινόπωρο και τον χειμώνα;
Ετοιμάζουμε εδώ και δυο μήνες «Το επίσημο Ένδυμα», με την Συμφωνική Ορχήστρα νέων του Μεγάρου μουσικής Θεσσαλονίκης. Είναι μια ανατρεπτική καλλιτεχνική πρόταση του Κέντρου Πολιτισμού που συνδυάζει Συμφωνική ορχήστρα, με εναλλακτικούς καλλιτέχνες και σκιαγραφεί το καλλιτεχνικό τους πορτρέτο. Παρουσιάστηκε πρώτη φορά στην Θεσσαλονίκη, τον Οκτώβριο του 2019, με πρώτο καλεσμένο τον Σταμάτη Κραουνάκη και δύο χρόνια μετά το επίσημο ένδυμα φόρεσε ο Πάνος Μουζουράκης. Φέτος την σκυτάλη παίρνει ο εξαιρετικός τραγουδοποιός Νίκος Πορτοκάλογλου. Και το δικό του Επίσημο Ένδυμα θα σκηνοθετήσει με μεγάλη φροντίδα ο Θανάσης Κολαλάς και θα το πλαισιώσει με ταλαντούχους καλλιτέχνες της πόλης μας. Μια μουσική βραδιά, με αγαπημένα τραγούδια του Νίκου Πορτοκάλογλου αλλά και με τα τραγούδια που αγαπάει και τον καθόρισαν ως καλλιτέχνη. Θα παρουσιαστεί στο Μέγαρο στις 27 Νοεμβρίου και βαδίζουμε για ένα ακόμα sold out.
Ετοιμάζουμε επίσης για την περίοδο των Χριστουγέννων μια Όπερα για παιδιά και νέους «ΣΙΩΠΗ Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΑΚΟΥΕΙ» του Νίκου Κυπουργού. Το λυρικό αυτό παραμύθι, με 16 συντελεστές θα παρουσιαστεί, σε συνεργασία με δημοτικά θέατρα, σε όλη την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, με ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΙΣΟΔΟ και στόχο να εισάγουμε τα παιδιά δημοτικού στον κόσμο της μουσικής και του θεάτρου.
Αυτή η «μικρή όπερα για μικρούς και μεγάλους», όπως χαρακτηριστικά την περιγράφει ο Νίκος Κυπουργός μεταφέρει στο βασίλειο της Μουσικής την αγαπημένη ιστορία του Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν «Τα Καινούρια ρούχα του Βασιλιά».
–Το Κέντρο Πολιτισμού της ΠΚΜ καινοτομεί τα τελευταία χρόνια και εισάγει νέες προτάσεις, παίρνοντας, θα τολμήσω να πω, ορισμένα ρίσκα και επενδύοντας στην τέχνη, ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Πώς οραματίζεστε το μέλλον του Κέντρου Πολιτισμού; Ποιοι είναι οι στόχοι που έχετε θέσει;
Με ενδιαφέρει να κάνουμε ένα μικρό αλλά ουσιαστικό βήμα την φορά. Πρέπει να επενδύσουμε στις συνεργασίες ανάμεσα στους φορείς, αυτή είναι η δύναμη μας και αυτό γιατί η Θεσσαλονίκη μας υπολείπεται στο κομμάτι του Πολιτισμού σε σύγκριση με την Αθήνα. Λείπουν οι μεγάλες παραστάσεις. Πού είναι η Όπερα στην πόλη μας; Που είναι το Μπαλέτο; Οι ποιοτικές μουσικοθεατρικές παραστάσεις για παιδιά; Το Μιούζικαλ; Οι ντόπιες παραγωγές; Χρειαζόμαστε παραγωγές εμπνευσμένες που προάγουν τον πολιτισμό και που αξιοποιούν το δυναμικό της Περιφέρειάς μας, κυρίως όμως χρειαζόμαστε χρήματα γιατί η Βόρεια Ελλάδα υποχρηματοδοτείται. Το Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας έχει την τεχνογνωσία, την στρατηγική και την στήριξη για να διαδραματίσει ένα ουσιαστικό ρόλο και να καλύψει κάποια από τα κενά που υπάρχουν και θα το αποδείξει το επόμενο διάστημα.
–Γέννημα θρέμμα Θεσσαλονικιά. Αν μπορούσατε αύριο κιόλας να διορθώσετε ένα οποιοδήποτε μελανό σημείο της πόλης, ποιο θα ήταν αυτό;
Η πόλη μας είναι υπέροχη, αδικείται στον τουριστικό χάρτη. Λατρεύω την παραλία της, το Πανόραμα, την Καλαμαριά και την Άνω πόλη. Αυτό που με ενοχλεί όμως είναι η αρχιτεκτονική της πολυκατοικίας του κέντρου, αυτή της δεκαετίας του ‘60. Το συνειδητοποιώ όταν επιστρέφω από κάποιο ταξίδι στο εξωτερικό, μετά από καιρό. Πόσο άσχημες είναι αυτές οι πολυκατοικίες με τις κεραίες, τα στενά μπαλκόνια και τα μεταλλικά κάγκελα. Αν μπορούσα αυτό θα άλλαζα στην πόλη μου, με ένα μαγικό ραβδάκι, για να βελτιώσω την αισθητική της.
–Αφοσιωμένη στη τέχνη με πολυετείς σπουδές πάνω στο αντικείμενό σας, και ατελείωτες «εργατοώρες» σε πολιτιστικούς χώρους, θα ήθελα να σας ζητήσω να μοιραστείτε μαζί μας το πιο συγκλονιστικό –για εσάς- καλλιτεχνικό θέαμα που έχετε παρακολουθήσει και γιατί.
Έχω δει πολλές αξιόλογες παραστάσεις στην ζωή μου, όπως και ο περισσότερος κόσμος. Θα μπορούσα να επιλέξω να σας μιλήσω για κάποια παράσταση που παρακολούθησα στο εξωτερικό ή στην Λυρική. Θα βάλω όμως μπροστά το συναίσθημα και η αλήθεια είναι ότι την μεγαλύτερη συγκίνηση, μέχρι τώρα, την βίωσα στο πρώτο Επταπύργιο στην πρεμιέρα της Cavalleria Rusticana, όταν συνειδητοποίησα τι είχαμε πετύχει, με τους περιορισμένους πόρους μας, με αγάπη και σκληρή δουλειά.
Μια εξαιρετική όπερα, υπέροχη μουσική, σπουδαία σκηνοθεσία, και το Επταπύργιο να λειτουργεί ως ένα συγκλονιστικό σκηνικό. Παρόμοια συναισθήματα βίωσα και στο φετινό Φεστιβάλ Επταπυργίου, στην Γενική δοκιμή της βραδιάς ποίησης, που ήταν αφιερωμένη στους Καταραμένους ποιητές. Και δεν σας μιλάω για ένα συναίσθημα που δημιουργήθηκε επειδή υπέγραφα εγώ τα κείμενα και το είδα απλά να ζωντανεύει. Σας μιλάω για μια μοναδική συγκίνηση, σαν να ήμουν ένας εξωτερικός θεατής, που παρακολουθεί και μυείται σε κάτι τόσο διαφορετικό, με μια ξεχωριστή αισθητική και με ένα θέμα, την ποίηση του περιθωρίου, που με στοιχειώνει από την εφηβεία μου. Ευλογημένη πραγματικά που τα βίωσα όλα αυτά και ένα τεράστιο ευχαριστώ στον Περιφερειάρχη μου Απόστολο Τζιτζικώστα που με εμπιστεύτηκε στο τιμόνι του φορέα πολιτισμού του, 7 ολόκληρα χρόνια.
Δείτε επίσης: 63ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης – Οι ελληνικές ταινίες που θα προβληθούν (vids)