Οι τράπεζες κινήθηκαν σε πορεία ισχυρής κερδοφορίας κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024, καταγράφοντας καλύτερα αποτελέσματα από τα αναμενόμενα, γεγονός που οδήγησε τις διοικήσεις τους να τροποποιήσουν αύξοντας τις προβλέψεις για την κερδοφορία του έτους.
Η εκτίμηση των τραπεζών υπολογίζει το καθαρό αποτέλεσμα περίπου στα 4,5 δισ. ευρώ για το 2024.
Σύμφωνα με τη Morningstar DBRS, οι προσδοκίες για τις ελληνικές τράπεζες βελτιώθηκαν, στις οποίες συνέβαλαν τα καλύτερα των προβλέψεων αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου. Ο οίκος αξιολόγησης πιστεύει ότι η υπεραπόδοση οφείλεται στην καλύτερη του αναμενομένου αντοχή του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου, που εξηγείται από την πιο αργή πτώση των επιτοκίων, την προσαρμογή του μείγματος των καταθέσεων και την ισχυρή πιστωτική επέκταση.
Τα υψηλότερα έσοδα από βασικές τραπεζικές δραστηριότητες, ο έλεγχος των δαπανών και οι χαμηλότερες προβλέψεις για επισφάλειες ενίσχυσαν την κερδοφορία για το πρώτο εξάμηνο, σύμφωνα με την DBRS.
Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ανακοίνωσαν συνολικά κέρδη 2,3 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 25% σε σύγκριση με το περασμένο έτος.
Η Eurobank κατέγραψε κέρδη 721 εκατ. ευρώ (+5,4%), η Εθνική 670 εκατ. ευρώ (+26%), η Alpha Bank 322,5 εκατ. ευρώ (+6,5%) και η Πειραιώς παρουσίασε κέρδη 563 εκατ. ευρώ από 299 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Τα έσοδα από τόκους ανήλθαν σε 4,197 δισ. ευρώ. Η Εθνική ανακοίνωσε έσοδα 1.192 εκατ. ευρώ (+13%), η Eurobank 1.132 εκατ. ευρώ (+8,6%), η Πειραιώς 1.045 εκατ. ευρώ (+11,76%) και η Alpha Bank 829 εκατ. ευρώ (+6,4%).
Τα έσοδα από προμήθειες έφτασαν τα 1.010 εκατ. ευρώ. Η Εθνική κατέγραψε έσοδα 205 εκατ. ευρώ (+15%), η Eurobank 283 εκατ. ευρώ (+4,7%), η Πειραιώς 325 εκατ. ευρώ (+11,76%) και η Alpha Bank 197 εκατ. ευρώ (+13,7%).
Ο μέσος δείκτης NPEs μειώθηκε στο 3,5% στο τέλος Ιουνίου 2024 από 4,1% στο τέλος του 2023, και το μέσο επίπεδο κάλυψης ΝPEs ανήλθε στο 68% από 66% την ίδια χρονική περίοδο. Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων της Eurobank υποχώρησε στο 3,1% από 5,2%, της Πειραιώς στο 3,3% από 5,5%, της Εθνικής στο 3,3% από 5,7% και της Alpha Bank στο 4,7% από 7,6%.
Η μέση ετησιοποιημένη απόδοση ιδίων κεφαλαίων φτάνει το 14%, ελαφρώς καλύτερη σε σύγκριση με το περασμένο έτος.
Συγκεκριμένα, τα υψηλότερα καθαρά επιτοκιακά έσοδα και οι προμήθειες συνέβαλαν στην έμφαση των εσόδων, αν και σημειώθηκαν σημαντική μείωση στα κέρδη από εμπορεύματα και άλλα μη επαναλαμβανόμενα έσοδα. Η πειθαρχία στο κόστος βοήθησε στην αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων και των αυξημένων δαπανών λόγω ψηφιοποίησης, υπογραμμίζουν οι αναλυτές της DBRS.
Το κόστος κινδύνου παρουσίασε μείωση κατά το πρώτο εξάμηνο, αν και παραμένει πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το προφίλ ρίσκου των ελληνικών τραπεζών υπογράφηκε περαιτέρω, με την αδιάλειπτη μείωση του κινδύνου και τις θετικές τάσεις στην ποιότητα των εν ενεργεία περιουσιακών στοιχείων.
Οι ελληνικές τράπεζες παρουσίασαν καλές επιδόσεις κατά το β’ τρίμηνο του 2024, με βελτιωμένη τελική γραμμή, σύμφωνα με ανάλυση της NBG Securities.
Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, τα χαμηλότερα βασικά κέρδη προ προβλέψεων αντανακλούν το υψηλότερο κόστος αντιστάθμισης καταθέσεων, την επέκταση δανειοδοτήσεων με νέες εκταμιεύσεις άνω των 8 δισ. ευρώ σωρευτικά, και τα υψηλότερα έσοδα από προμήθειες, με τις σημαντικές χαμηλότερες επιδόσεις στα έσοδα από συναλλαγές. Οι ελληνικές τράπεζες διατήρησαν ισχυρά κεφάλαια και επαρκή ρευστότητα, που μπορεί να συνεχίσει να επενδύεται σε περιουσιακά στοιχεία με υψηλότερες αποδόσεις, σύμφωνα με την NBG.