Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, γνωστή και ως το «Πάσχα του Καλοκαιριού», εορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα σε πολλές περιοχές της ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης.
Από τη μονή της Θεοτόκου «Βύσσιανης» στις Σέρρες, μέχρι την ιστορική μονή της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας στους πρόποδες του Παγγαίου και από τις εκκλησίες της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Καβάλα μέχρι τη γραφική εκκλησία της Παναγίας στο ομώνυμο χωριό της Θάσου και το μοναστήρι της Αρχαγγελιώτισσας στην Ξάνθη, χιλιάδες πιστοί καταφθάνουν, σήμερα και αύριο, για να προσκυνήσουν τη χάρη Της.
Κάθε χρόνο, την παραμονή και ανήμερα της μεγάλης Θεομητορικής γιορτής του Δεκαπενταύγουστου, πιστοί από όλες τις ηλικίες αναζητούν την εκκλησία ή το μοναστήρι αφιερωμένο στην Παναγία. Αναζητούν την θαυματουργή εικόνα που θα καθοδηγήσει τα βήματά τους προς την προσωπική σωτηρία. Σε αυτές τις στιγμές, η ατομική ιστορία του κάθε προσκυνητή συνδέεται με τη λαϊκή παράδοση, τους θρύλους και τις ιστορίες που συνοδεύουν την κάθε εικόνα της Μεγαλόχαρης, η οποία από κάποιο εικονοστάσι ή από το κέντρο του ιερού ναού κοιτάζει κατάματα τον κάθε προσκυνητή με σεβασμό και κατάνυξη.
Ένα από τα πιο σημαντικά προσκυνήματα αφιερωμένα στη Θεοτόκο είναι η ιερά μονή Παναγίας Εικοσιφοίνισσας, όπου κάθε χρόνο προσέρχονται χιλιάδες πιστοί για να προσκυνήσουν την θαυματουργή εικόνα της.
Ιερά Μονή Παναγίας Εικοσιφοίνισσας
Στη βόρεια πλευρά του Παγγαίου, σε υψόμετρο 743μ. βορειοδυτικά της Καβάλας, σε μια περιοχή απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς που προκαλεί δέος στους επισκέπτες, βρίσκεται ένα από τα σημαντικότερα μοναστικά συγκροτήματα της Ελλάδας, η Ιερά Μονή της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας. Η μονή αυτή αποτελεί τη δεύτερη σημαντικότερη της Μακεδονίας, με χιλιάδες πιστούς να τη επισκέπτονται κάθε χρόνο κατά τις ημέρες του Δεκαπενταύγουστου για να προσκυνήσουν την χάρη Της.
Δεν υπάρχει ακριβής ημερομηνία ίδρυσης της μονής, καθώς η ιστορία της χάνεται στα βάθη των αιώνων. Πολλές παραδοções αναφέρουν ότι πρώτος κτήτορας της μοναχής υπήρξε ο Άγιος Γερμανός, ο οποίος ήρθε το 518 μ.Χ. από την Παλαιστίνη, μετά από οράματα. Ο Άγιος αναζήτησε ένα ξύλο κατάλληλο για να εικονίσει την Παναγία και σύμφωνα με την παράδοση, το ξύλο ράγισε, αλλά ένα έντονο φως εμφάνισε την Παναγία με τον Χριστό, επισημαίνοντας την θαυματουργή εικόνα.
Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, η μονή είχε σημαντική συμβολή, ενώ η δράση των μοναχών προκάλεσε την οργή των Τούρκων που το 1507 εκτέλεσαν 172 μοναχούς. Το 1917, οι Βούλγαροι άρπαξαν τα περισσότερα κειμήλια, τα οποία σήμερα βρίσκονται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στη Σόφια. Κατά τη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής, υπήρξε απόπειρα συλήσεως της ιεράς εικόνας, η οποία, σύμφωνα με την παράδοση, συνοδεύτηκε από θαύμα.
Κατά την τρίτη βουλγαρική κατοχή το 1943, οι μοναχοί εκδιώχθηκαν, το μοναστήρι κάηκε εκτός από τον ναό και παρέμεινε έρημο μέχρι το 1967, όταν επαναλειτούργησε ως γυναικείο μοναστήρι. Ο ναός της μονής είναι αφιερωμένος στα Εισόδια της Θεοτόκου και διαθέτει ένα από τα πιο εντυπωσιακά ξυλόγλυπτα τέμπλα του 11ου αιώνα, το οποίο φιλοξενεί την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Εικοσιφοίνισσας.
Ιερά Μονή Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας στην Ξάνθη
Βορειοανατολικά της Ξάνθης, στις παρυφές της Ροδόπης, βρίσκεται το μοναστήρι της Παναγίας Αρχαγγελιώτισσας. Τη διάρκεια του έτους, και ιδίως τον Δεκαπενταύγουστο, αποτελεί τόπο πανθρακικού προσκυνήματος, με πλήθος πιστών που προσέρχονται για να προσκυνήσουν τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας.
Ο σημερινός ναός θεμελιώθηκε το 1841, αν και το μοναστήρι υπήρχε πολύ πριν, αλλά καταστράφηκε από μεγάλους σεισμούς το 1829. Ένα τμήμα από την προ του 1821 εποχή αποτελεί μια κρύπτη πίσω από το ιερό, η οποία χρονολογείται από το 1.000 έως 1.100 μ.Χ.
Από παλαιούς κώδικες γνωρίζουμε ότι το μοναστήρι υπήρχε με την ίδια ονομασία το 1559. Το όνομά του οφείλεται σε μια μικρή θαυματουργή εικόνα του 16ου αιώνα, που παριστάνει τη Θεοτόκο με αρχαγγέλους και η οποία φέρει την επιγραφή «Αρχαγγελιώτισσα». Διαχρονικά, το μοναστήρι αποτελεί φάρο πνευματικής ακτινοβολίας για την περιοχή.
Ο ιστορικός ναός της Παναγίας στη Θάσο
Ο ιστορικός ιερός ναός της Παναγίας στο γραφικό χωριό της Θάσου είναι ένα πνευματικό καταφύγιο πολλών πιστών του νησιού. Αποτελεί σημείο αναφοράς προσκυνητών και επισκεπτών, ειδικότερα την ημέρα της Κοιμήσεως της Μεγαλόχαρης.
Ο σημερινός ναός ολοκληρώθηκε το 1831 με δωρεές των κατοίκων και της ιεράς μονής Βατοπαιδίου. Το τέμπλο του ολοκληρώθηκε το 1881 και ο ναός είναι ύψους 18 μέτρων. Η ιστορία του ναού αποτυπώνει την κοινωνική και εθνική προσφορά των κατοίκων στον τόπο. Η εκκλησία της Παναγίας υπηρέτησε ως συντονιστικό κέντρο κατά τη διάρκεια της τουρκοαιγυπτιακής κατοχής του νησιού.
Καύχημα του ναού είναι η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Παντοβλεπούσας, το χειροποίητο τέμπλο, καθώς και οι ιστορικές εικόνες του, οι οποίες χρονολογούνται από τον 14ο μέχρι τον 17ο αιώνα.
Η Παναγία της παλιάς πόλης της Καβάλας
Η εκκλησία της Παναγίας «βάσισε» το όνομά της σε ολόκληρη τη συνοικία της παλιάς Καβάλας. Η αρχαία εκκλησία χρονολογείται από το 1700 και μέχρι το 1864 ήταν η μοναδική εκκλησία των υπόδουλων χριστιανών – Ρωμιών. Τότε ζητήθηκε άδεια από τον Σουλτάνο για την επέκταση της πόλης, ενώ το 1957 η παλιά εκκλησία κατεδαφίστηκε και στη θέση της οικοδομήθηκε ο νέος ναός, που κοιτά προς τη θάλασσα.
Κάθε χρόνο, την παραμονή του Δεκαπενταύγουστου, εκατοντάδες πιστοί ανηφορίζουν τον πλακόστρωτο δρόμο της παλιάς πόλης για να προσκυνήσουν την εικόνα και να συμμετάσχουν στην αγρυπνία. Κάποιοι θα περπατήσουν μέχρι το τελευταίο άκρο της χερσονήσου, όπου το σβηστό φως του φάρου προσφέρει θέα της νυχτερινής Καβάλας.
Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου «Βύσσιανης» στις Σέρρες
Δέκα χιλιόμετρα βόρεια των Σερρών και δυο χιλιόμετρα από το Μετόχι, μέσα σε καταπράσινο τοπίο, βρίσκεται η γυναικεία Κερά Μονή της Κοιμήσεως Θεοτόκου, ιδρυθείσα το 1972. Παίρνει το όνομά της από το βυζαντινό χωριό που υπήρχε κοντά, καταστραφέν από βουλγαρικά στρατεύματα το 1916. Το μοναστήρι χρησιμοποιήθηκε ως κέντρο για τους αγωνιστές κατά τον Μακεδονικό Αγώνα, και φυλάσσει την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που ανακαλύφθηκε λόγω του φωτός που έλαμπε στην περιοχή της.
Στην παραμονή της εορτής το 1996, νερό άρχισε να αναβλύζει από το άγιασμα, που ήταν αποξηραμένο για χρόνια, συνεχίζοντας μέχρι σήμερα.