της Carmen Perez-Lanzac (*)
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι γεμάτα με φωτογραφίες παιδιών που κάνουν γκριμάτσες. Το καλοκαίρι, αυτή η έκθεση γίνεται ακόμη μεγαλύτερη.
Κάθε εικόνα στη συνέχεια αναπαράγεται από τον πατέρα, τη μητέρα, τους συγγενείς
και φίλους. Κι αυτό συνεχίζεται για χρόνια χωρίς να σκεφτεί κανείς τις συνέπειες.
Μέχρι που φτάνει μια στιγμή που καταλαμβανόμαστε από μια αμφιβολία:
μήπως δεν κάνουμε καλά ανεβάζοντας φωτογραφίες παιδιών στο Διαδίκτυο;
Σύμφωνα με μια έρευνα της εταιρείας AVG σε δέκα χώρες (ΗΠΑ, Καναδάς, Γερμανία,
Βρετανία, Γαλλία, Ισπανία, Ιταλία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία και Ιαπωνία), τρία στα
τέσσερα παιδιά κάτω των δύο ετών έχουν φωτογραφίες στο Διαδίκτυο.
Μια από τις αιτίες αυτού του φαινομένου είναι η χαρά της πατρότητας. Ερευνα της
εφαρμογής Local Babysitter σε 1.300 αμερικανούς γονείς παιδιών κάτω των 6 ετών
δείχνει ότι αναρτούν κατά μέσο όρο κάθε εβδομάδα 2,1 πληροφορίες γι’ αυτά.
Στις ηλικίες 6-13 ετών, ο αριθμός των πληροφοριών μειώνεται στις 1,9. Όταν το παιδί
συμπληρώσει τα 14 χρόνια του, οι πληροφορίες είναι λιγότερες από μία την εβδομάδα (0,8).
Οι πιο ανήσυχοι γονείς για τις συνέπειες που μπορεί να έχει αυτή η πληθώρα
πληροφοριών στη μελλοντική ζωή των παιδιών τους είναι οι Ισπανοί (σε μια κλίμακα
από το 1 ως το 5, βαθμολογούν την ανησυχία τους στο 3,9). Η ανησυχία τους θα
μεγαλώσει ακόμη περισσότερο όταν πληροφορηθούν ότι ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ –
ο άνθρωπος που ευθύνεται περισσότερο για το γεγονός ότι μοιραζόμαστε όσα
μοιραζόμαστε – πιστεύει πως το μέλλον δεν θα είναι ανοιχτό, όπως έλεγε μέχρι τώρα,
αλλά ιδιωτικό.
Ενώ ο φορέας της επικοινωνίας θα υποχρεωθεί να προστατεύει την ταυτότητα των
ανηλίκων που εμφανίζονται στις σελίδες του, η μαζική δημοσίευση φωτογραφιών
παιδιών χωρίς φίλτρο στα δίκτυα έχει μετατρέψει την προστασία σε ειρωνεία.
To φαινόμενο είναι τόσο εκτεταμένο, ώστε έχει οδηγήσει σε έναν νέο όρο:
sharenting, από το share (μοιράζομαι) και το parenting (πατρότητα). Και η πρώτη
που εκπόνησε μια λεπτομερή μελέτη για το πρόβλημα ήταν η δικηγόρος Στέισι
Στάινμπεργκ, που το 2016 εξέδωσε το βιβλίο «Sharenting, η ιδιωτικότητα των παιδιών
στην εποχή των κοινωνικών δικτύων». Αυτή η καθηγήτρια του Δικαίου στο
Πανεπιστήμιο της Φλόριντα μελέτησε σε βάθος το φαινόμενο της ανάρτησης
πληροφοριών για παιδιά στο Διαδίκτυο. «Οι γονείς», έγραψε, «είναι από τη μια
πλευρά θεματοφύλακες των προσωπικών πληροφοριών των παιδιών τους κι από
την άλλη αφηγητές της ζωής τους». Μοιραζόμαστε δημοσίως πληροφορίες για τα
παιδιά μας, στερώντας τα έτσι από το δικαίωμα να το κάνουν με τους δικούς τους
όρους. Κι αυτό είναι μια πιθανή πηγή κακού στην οποία έχουμε δώσει ελάχιστη σημασία.
Οι κίνδυνοι είναι ποικίλοι. Πρώτα απ’όλα διευκολύνουμε την πρόσβαση εγκληματιών
ή διεστραμμένων στα παιδιά μας. Μια φωτογραφία μπορεί να χρησιμοποιηθεί με
άλλη ταυτότητα. Όταν επιπλέον δημοσιεύουμε την ημερομηνία γέννησης ενός παιδιού
(όπως κάνουν πολλοί γονείς), διευκολύνουμε την κλοπή της ταυτότητάς του.
Για να μη μιλήσουμε για το cyberbullying που μπορεί να προκαλέσουμε αναρτώντας
μια γελοία φωτογραφία του παιδιού μας.
Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που επίσης δεν λαμβάνουμε υπόψη μας: η γνώμη
του παιδιού. Το 58% των αμερικανών γονέων που αναρτούν φωτογραφίες θεωρούν
ότι η απουσία συγκατάθεσης του παιδιού είναι ορθή. Το 40% πιστεύει ότι το γεγονός
αυτό μπορεί να μην τους αρέσει, αλλά θα το ξεπεράσουν. Στην πραγματικότητα, αυτό
που διαπιστώνεται ότι πολλά παιδιά αποδοκιμάζουν αυτή τη συνήθεια των γονέων τους.
«Μαμά, το έχουμε πει, δεν μπορείς να δημοσιεύεις φωτογραφίες μου χωρίς τη θέλησή
μου», είπε η κόρη της ηθοποιού Γκουίνεθ Πάλτροου όταν η τελευταία ανήρτησε
μια φωτογραφία των δυο τους όπου η μικρή φορούσε γυαλιά του σκι. «Μα δεν φαίνεται
καν το πρόσωπό σου!», απάντησε η Πάλτροου.
Δεν είναι λίγοι οι ανήλικοι που οδηγούν τους γονείς τους στο δικαστήριο. Στη Γαλλία,
η ποινή για τη δημοσίευση ιδιωτικών φωτογραφιών των παιδιών χωρίς την άδειά τους
τιμωρείται με πρόστιμο 45.000 ευρώ και ένα χρόνο φυλακή. Συνήθως, όμως, οι
δικαστές δέχονται ότι οι γονείς είναι οι καλύτεροι προστάτες της ιδιωτικότητας των
παιδιών τους.
Η Στάινμπεργκ αναφέρει στο βιβλίο της διάφορες συστάσεις προς τους γονείς που θέλουν
να προστατεύσουν τα παιδιά τους. Να ενημερώνονται για την πολιτική των δικτύων
σχετικά με την ιδιωτικότητα. Να μην αποκαλύπτουν την ταυτότητα του παιδιού.
Να εφοδιάζονται με έναν μηχανισμό που τους ειδοποιεί όταν το όνομα του παιδιού
τους εμφανίζεται σε μια αναζήτηση στη Google. Να μη δίνουν πληροφορίες για τα μέρη
που επισκέπτεται το παιδί τους. Να ζητούν πάντα τη συγκατάθεσή του προτού
δημοσιεύσουν οποιαδήποτε πληροφορία. Να μην αναρτούν ποτέ φωτογραφία του
με λίγα ρούχα. Και να σκέπτονται πάντα το ενδεχόμενο η πληροφορία που αναρτούν
να έχει συνέπειες στην ευημερία και την ψυχολογική ανάπτυξη του παιδιού.
(*) Η Κάρμεν Πέρεθ-Λανθάκ είναι αρθρογράφος της El Pais
(Πηγή: El Pais)
Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Ιδέες και Απόψεις» του ΑΠΕ-ΜΠΕ δημοσιεύονται αυτούσια και απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του Πρακτορείου.