Το συνολικό μέγεθος της εγχώριας παραγωγής χαλυβδοσωλήνων υπερδιπλασιάστηκε το 2018, λόγω της ανάληψης σημαντικών έργων στο εξωτερικό από την κορυφαία εταιρεία του κλάδου, επισημαίνει σε μελέτη που εκπόνησε για την πορεία του κλάδου η ICAP.
Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, η εγχώρια κατανάλωση χαλυβδοσωλήνων ακολούθησε
έντονη πτωτική πορεία την τελευταία δεκαετία. Ωστόσο, τα τελευταία έτη η αγορά
παρουσιάζει μικρές διακυμάνσεις.
Το μέγεθος της εγχώριας αγοράς χαλυβδοσωλήνων (σε τόνους) σημείωσε σωρευτική
μείωση 60% την περίοδο 2008-2018, γεγονός που οφείλεται στην κατακόρυφη πτώση
που υπέστη ο κατασκευαστικός κλάδος. Αξιοσημείωτο είναι ότι κάποιες επιχειρήσεις
άλλαξαν τη δραστηριότητά τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν τον εντεινόμενο
ανταγωνισμό και το αρνητικό οικονομικό κλίμα. Ωστόσο, τα τελευταία έτη η αγορά
παρουσιάζει μικρές ετήσιες διακυμάνσεις (+1,3% το 2018/2017). Οι τελευταίες
μεταβολές και προοπτικές εξέλιξης του συγκεκριμένου κλάδου παρουσιάζονται
στην κλαδική μελέτη που εκπόνησε η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP ΑΕ.
Η κατασκευαστική και οικοδομική δραστηριότητα καθώς και η υλοποίηση μεγάλων
δημόσιων έργων είναι από τους κυριότερους παράγοντες που επιδρούν στη ζήτηση
των χαλυβδοσωλήνων.
Σύμφωνα με τη Μαρία Φλώτσιου, Consultant Οικονομικών Μελετών της ICAP,
η εγχώρια παραγωγή χαλυβδοσωλήνων χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό συγκέντρωσης
και καλύπτει μόνο τους σωλήνες με ραφή, ενώ η ζήτηση για χαλυβδοσωλήνες χωρίς
ραφή καλύπτεται εξ’ ολοκλήρου από εισαγωγές. Ο μεγαλύτερος όγκος της παραγωγής
καλύπτεται από μία βιομηχανία μεγάλου μεγέθους.
Οι εισαγωγικές εταιρείες του κλάδου δεν ασχολούνται αποκλειστικά με χαλυβδοσωλήνες.
Ορισμένες από αυτές δραστηριοποιούνται ταυτόχρονα στην εισαγωγή και εμπορία
μετάλλων, εξαρτημάτων, βιομηχανικών εφοδίων και γενικότερα στον ευρύτερο
κλάδο «Μεταλλικά Προϊόντα – Κατασκευές».
Oι συνθήκες έντονου ανταγωνισμού που επικρατούν στον κλάδο επιδεινώθηκαν
σημαντικά τα τελευταία έτη, εξαιτίας της δραστικής πτώσης της εγχώριας ζήτησης,
λόγω της οικονομικής ύφεσης της χώρας που έπληξε καίρια τις επενδύσεις, με
αποτέλεσμα οι περισσότερες εταιρείες του κλάδου να έχουν στραφεί στις διεθνείς
αγορές, προκειμένου να διατηρήσουν τη θέση τους στην αγορά. Επιπροσθέτως,
η κορυφαία βιομηχανία του κλάδου στράφηκε στο εξωτερικό, όπου παρά τον
έντονο ανταγωνισμό έχει ιδιαίτερα θετικές επιδόσεις.
Η Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών της ICAP,
σχολίασε σχετικά την εξέλιξη της συγκεκριμένης αγοράς: Η συνολική εγχώρια
παραγωγή χαλυβδοσωλήνων παρουσίασε αυξομειώσεις την τελευταία δεκαετία.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια ο όγκος της παραγωγής παρουσιάζει συνεχή αύξηση,
η οποία οφείλεται στην αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας. Ειδικότερα, το
συνολικό μέγεθος της παραγωγής υπερδιπλασιάστηκε το 2018 σε σχέση με το 2017.
Η “ εκτίναξη” της παραγωγής οφείλεται ουσιαστικά στην κορυφαία βιομηχανία του
κλάδου, η οποία ανέλαβε μια σειρά από σημαντικά έργα στο εξωτερικό.
Οι εισαγωγές χαλυβδοσωλήνων ακολούθησαν σε γενικές γραμμές φθίνουσα πορεία.
Ο βαθμός εισαγωγικής διείσδυσης παρουσίασε αυξομειώσεις την περίοδο 2004-2018
και διαμορφώθηκε στο 31% περίπου το 2018. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, οι συνολικές
εξαγωγές παρουσίασαν «κατακόρυφη» αύξηση τα τελευταία έτη, γεγονός που οφείλεται
σε μια μεγάλη βιομηχανία του κλάδου.
Στο πλαίσιο της μελέτης πραγματοποιήθηκε χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου
βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών και συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει
δείγματος επιχειρήσεων. Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού εννέα
επιχειρήσεων για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τη διετία 2016-2017,
προκύπτουν τα εξής: το σύνολο του ενεργητικού μειώθηκε το 2017 κατά 4,3%
λόγω της μείωσης κυρίως των αποθεμάτων αλλά και των καθαρών παγίων στοιχείων.
Αντίθετα, τα ίδια κεφάλαια αυξήθηκαν κατά 4,1% το 2017. Οι μεσο-μακροπρόθεσμες
υποχρεώσεις & προβλέψεις συρρικνώθηκαν σημαντικά (-41,2%) το 2017/2016,
ενώ οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις αυξήθηκαν κατά 8% την ίδια περίοδο.
Οι συνολικές πωλήσεις των 9 εταιρειών κατέγραψαν το 2017 ετήσια αύξηση 45,2%.
Η σημαντική αυτή αύξηση οφείλεται στην κορυφαία εταιρεία του κλάδου, η οποία
ανέλαβε σημαντικά έργα στο εξωτερικό. Ωστόσο, λόγω αύξησης του κόστους πωλήσεων
με υψηλότερο ρυθμό (62,6%) τα μικτά κέρδη μειώθηκαν κατά 35,3%.
Η εξέλιξη αυτή οδήγησε στην εμφάνιση αρνητικού λειτουργικού αποτελέσματος το 2017,
το δε καθαρό αποτέλεσμα κατέστη ζημιογόνο το 2017 από κερδοφόρο το προηγούμενο
έτος.