ΠΗΓΗ: ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ / Από τον Γιώργο Χαρωνίτη
Ανάμεσα στις προετοιμασίες για το ανέβασμα του… τέλειου μιούζικαλ «Ωραία μου κυρία», σε σκηνοθεσία Γιάννου Περλέγκα, που ξεκινάει στις 21/11, και το επιτυχημένο τελείωμα της «άσεμνης» όπερας «Powder her face», συναντήσαμε τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ και μιλήσαμε μαζί του εφ’ όλης της ύλης.
Hταν τελικά μια πρόκληση το «Powder her face»;
Το ίδιο το έργο αποτέλεσε πρόκληση γιατί είναι μνημειώδους δυσκολίας! Το αποτέλεσμα είναι πολύ πιο δύσκολο απ’ ό,τι ακούγεται σαν ηχογράφημα. Έχει όλη τη ρυθμική περιπλοκότητα του Στραβίνσκι μαζί με την τονική δυσκολία του Μπεργκ και την ερμηνευτική δυσκολία του Κουρτ Βάιλ και του καμπαρέ. Είναι ένα μουσικό pastiche, που εμπεριέχει τα πιο δύσκολα στοιχεία από πολλά μουσικά είδη. Το 1995 που γράφτηκε το έργο, εν μέσω του μουσικού μεταμοντερνισμού, ήταν λογικό να περιέχει πολλά πράγματα και ήταν σε πλήρη αρμονία με την κρατούσα τεχνοτροπία και τον αισθητικό ορίζοντα της εποχής. Κατά τα άλλα, πρόκληση ήταν η περίφημη «σκηνή της πεολειχίας»…
Και τώρα, από ένα καθαρά μοντέρνο -ή μεταμοντέρνο- έργο, πηγαίνετε σε ένα κλασικό μιούζικαλ, το «Ωραία μου κυρία».
Για μένα ήταν καθαρό εξαρχής -όπως και για τον Γιώργο Κουμεντάκη, με τον οποίο στήσαμε το πλαίσιο λειτουργίας της Εναλλακτικής- ότι δεν πρέπει να κινηθούμε στην κατεύθυνση της «πειραματικής σκηνής». Θέλαμε να έχουμε ένα ευρύ φάσμα αναφορών, που θα πήγαινε από το μέινστριμ (ιδωμένο μέσα από μιαν άλλη λογική) μέχρι την αβανγκάρντ. Το «Ωραία μου κυρία» των Λέρνερ και Λόου θεωρείται «τέλειο μιούζικαλ» και μπορούμε να βρούμε πολλούς λόγους για να κάνουμε ένα τέτοιο θεμελιώδες μιούζικαλ. Εμείς το προσεγγίζουμε διαφορετικά, διότι είναι ένα μέινστριμ έργο που δεν δοκιμάστηκε ποτέ στην αυθεντική, ολοκληρωμένη του μορφή. Είναι η πρώτη φορά που θα παιχτεί ως «έργο» και όχι ως διασκευή της διασκευής της διασκευής, όπως έχει παρουσιαστεί μέχρι τώρα. Από τη φύση του αυτό είναι πρόκληση, διότι έχουμε ένα έργο που είναι ταυτόχρονα τόσο κλασικό όσο και άγνωστο.
Είναι αρχή μας να βλέπουμε τα έργα ως «έργα» και όχι ως «είδος». Το ελαφρό μουσικό θέατρο -για το οποίο έχω απεριόριστη αγάπη- αντιμετωπίζεται συνήθως «ειδολογικά». Υπάρχουν εκπληκτικά μιούζικαλ, πραγματικά αριστουργήματα, όπως και πλήθος από μέτρια έργα. Το ίδιο ισχύει και στην οπερέτα ή την κλασική όπερα ή την πρωτοποριακή μουσική… Παντού μπορείς να βρεις αριστουργήματα αλλά και σκουπίδια. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι βλέπουμε το «μιούζικαλ» ως είδος και όχι το συγκεκριμένο έργο. Τι νόημα έχει να προτείνεις σήμερα το «Ωραία μου κυρία» στο κοινό; Αυτό είναι που έχει σημασία και σε αυτό προσπαθούμε να απαντήσουμε.
Έχετε βρει τη σωστή απάντηση;
Προσπαθούμε να τη βρούμε. Αυτή η προσπάθεια μας βοηθάει μάλιστα και να μάθουμε καλύτερα το κοινό στο οποίο απευθυνόμαστε. Όταν βάζεις στο ίδιο πρόγραμμα ένα απαιτητικό έργο όπως το «Powder her face», το «Ωραία μου κυρία», μια παράφραση όπερας από μια queer ομάδα και μια ανάθεση σε έναν σύγχρονο καταξιωμένο συνθέτη όπως ο Κουρουπός, φτιάχνεις ένα συνολικό επιχείρημα μέσα στο οποίο τα έργα αλληλεπιδρούν. Έτσι έχεις ένα ευρύ πεδίο αναφορών που, σε συνδυασμό με το άνοιγμα στην εκπαίδευση ή τη λεγόμενη κοινωνική ανταποδοτικότητα (παιδιά, τρίτη ηλικία κ.λπ.), σου δίνει ισχυρό πολιτιστικό χαρακτήρα.
Η ανταπόκριση του κοινού σάς ικανοποιεί;
Η Εναλλακτική Σκηνή είναι ένας νέος θεσμός που γεννήθηκε σε μια πραγματικά ευτυχή συγκυρία, τη μετάβαση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού – Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος» και σε ένα momentum πολύ θετικό για τον οργανισμό. Η ανταπόκριση ήταν εξαρχής σημαντική – όχι υποχρεωτικά όσο εύκολη την πιστεύαμε. Μπορεί να λέγαμε πως θα πάμε στο «Νιάρχος» και θα έρχεται ο κόσμος τα πρώτα τρία χρόνια αθρόα και περίπου αυτόματα, αλλά χρειάστηκε πάρα πολλή δουλειά -και στο επίπεδο της επικοινωνίας- για να μπορέσουμε να δώσουμε ένα στίγμα που να γίνει κατανοητό από το κοινό το οποίο μας αφορούσε.
Ποιο είναι αυτό το κοινό;
Αν και παραμένει το ερώτημα, το κοινό της Εναλλακτικής είναι αρκετά διακριτό από το γενικό κοινό της Λυρικής. Όμως και το ίδιο το κοινό της Λυρικής έχει αλλάξει σημαντικά με την έλευσή της στο Κέντρο Πολιτισμού – Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος». Μια πρόσφατη μελέτη κοινού -η πρώτη ύστερα από πάρα πολλά χρόνια- μας έχει δείξει πράγματα που υποψιαζόμαστε: υπάρχει μια πολύ μεγάλη ποιοτική μεταβολή στη σύνθεση του κοινού και οι μέσοι όροι ηλικίας έχουν πέσει σημαντικά, χαμηλότερα από τους μέσους όρους του κοινού της όπερας διεθνώς. Το κοινό δοκιμάζει τώρα πιο εύκολα το είδος, κάτι που οφείλεται και στις αναλογικά χαμηλές τιμές των εισιτηρίων. Στην Κεντρική Σκηνή τα ακριβότερα των ακριβότερων παραγωγών σχεδόν είναι εκεί όπου ξεκινούν τα εισιτήρια του μέσου όρου στα διεθνή λυρικά θέατρα. Είναι μια διαφορά που μετράει στη σύνθεση του κοινού.
Το κοινό εδώ προέρχεται από τις δυναμικές ηλικίες, έχει υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αλλά ένα μέρος του έρχεται και χάρη στο θετικό vibe -ή ακόμη και το hype- του νέου κτιρίου. Όμως το μεγαλύτερο μέρος του κοινού κάνει συνειδητή επιλογή κι εμείς στην Εναλλακτική από την αρχή στοχεύσαμε σε αυτό. Επικεντρωθήκαμε στο κοινό του θεάτρου, που είναι το πιο δυναμικό πολιτιστικά κοινό της Αθήνας. Αυτό το κοινό μάς ενδιαφέρει, διότι το μουσικό θέατρο και η όπερα, ως πολύ μειονοτικά στον πολιτιστικό χάρτη για πάρα πολλά χρόνια, ήταν κάπως απομονωμένα. Ως Εναλλακτική δεν θέλαμε να εμπλακούμε με το ευρύτερο κοινό της όπερας, το οποίο βέβαια έρχεται σε εμάς όταν αντιληφθεί πως παρουσιάζουμε κάτι εγγυημένα επιτυχημένο. Το είδα ξανά τώρα στις τελευταίες παραστάσεις του «Powder her face», που έγιναν sold out, όπου ανέβηκε ξαφνικά και ο μέσος όρος ηλικίας. Καταγράφηκε ως μια καλλιτεχνική επιτυχία με όλα τα εχέγγυα του είδους της όπερας.
Τι σχέδια έχετε για το 2021;
Έχουμε πάρει μια μεγάλη δωρεά από το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», κάνουμε αναθέσεις και οι στοχεύσεις μας είναι κυρίως νέα έργα και κύκλοι διακαλλιτεχνικών προσεγγίσεων κυρίως με ένα σύγχρονο πρόσημο. Στην Κεντρική Σκηνή οι παραγωγές είναι λιγότερες και μεγαλύτερες, σχεδιασμένες να ανταποκρίνονται σε ένα κοινό των 1.400 θέσεων ανά παράσταση. Στην Εναλλακτική οι προσδοκίες είναι για μικρότερο κοινό και από τη φύση μας είμαστε υποχρεωμένοι να αναζητούμε ή να δημιουργούμε νέα έργα. Έχουμε και καλλιτεχνική ευελιξία αλλά και οικονομική, διότι δεν ξεχνάμε πως το πλαίσιο στην τέχνη συνήθως ορίζεται από το ποιος και γιατί πληρώνει. Εμείς έχουμε από τον ιδρυτικό μας δωρητή, το Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», μια πολύ γενναία υποστήριξη, που μας επιτρέπει να είμαστε ριψοκίνδυνοι. Το Ίδρυμα εξαρχής υποστήριξε αυτόν τον ρόλο και τη φύση της Εναλλακτικής – και αυτό είναι κάτι που σπάνια το συναντάς.
Σας έχουν βοηθήσει στη δουλειά σας οι σπουδές και η γενικότερη πανεπιστημιακή εμπειρία σας;
Οι σπουδές είναι πάντα ένα βίωμα. Το διδακτορικό δεν είναι προϋπόθεση για να κάνεις μια καλή δουλειά. Στη σκηνοθεσία είμαι αυτοδίδακτος, όπως και οι περισσότεροι Έλληνες σκηνοθέτες. Έχω σπουδάσει θεατρολογία και μουσική. Αυτά έδεσαν όταν γύρισα από το εξωτερικό. Όμως η αρχική μου πρόθεση ήταν να κάνω το κέφι μου… Ξεκίνησα να κάνω κάποιες παραγωγές στη Θεσσαλονίκη, με το κρατικό ωδείο, με τον Δήμο Καλαμαριάς κ.λπ., και μετά μου δόθηκε η δυνατότητα να κάνω τις πρώτες μου μεγαλύτερες δουλειές στην πάλαι ποτέ Όπερα της Θεσσαλονίκης. Παράλληλα δίδασκα σε πανεπιστήμια – κάτι όμως που δεν μεταφράστηκε σε μόνιμη δουλειά. Αντίθετα, προχωρούσε επιτυχημένα η σκηνοθετική μου δουλειά, χωρίς όμως να το έχω επιδιώξει. Οι θεωρητικές γνώσεις μάλλον σε βοηθούν να δέχεσαι τις επιρροές πιο ανοιχτά.
Η ενασχόλησή σας με την Εναλλακτική είναι από τη φύση της δημιουργική. Σας αφήνει όμως καθόλου ελεύθερο χρόνο;
Σχεδόν καθημερινά νοσταλγώ τη δυνατότητα να μπορώ να ζήσω μια πιο στοχαστική ζωή. Όταν είσαι σε μια διαρκή διαδικασία παραγωγής, χάνεις τη δυνατότητα της πνευματικής εξέλιξης, η οποία θέλει και χρόνο, και χώρο. Το κομμάτι της ευχαρίστησης είναι επίσης πολύ σημαντικό και σε αρκετές περιπτώσεις φαίνεται να λείπει. Όμως είναι δημιουργική η δουλειά μου κι ένα από τα πράγματα που επεδίωξα μέσα στον οργανισμό είναι να μην αφήσω την ιδιότητα του σκηνοθέτη. Είναι σημαντικό να διαχειρίζεσαι ένα καλλιτεχνικό προϊόν και ως καλλιτέχνης.
Για μένα είναι σημαντικό να βρίσκομαι κοντά στους καλλιτέχνες και να κατανοώ τις ανάγκες τους, να μπορώ να επιλέξω όχι βάσει μόνο του προσωπικού μου γούστου αλλά και των αναγκών του συνολικού επιχειρήματος που προσπαθούμε να χτίσουμε, να αντιπροσωπεύονται και οι καλλιτεχνικές τάσεις, και οι προσδοκίες του κοινού σε επίπεδο ουσίας. Και το σημαντικό είναι να υποστηριχτούν οι υπάρχοντες και να δημιουργηθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι νέοι καλλιτέχνες που να ασχολούνται σοβαρά με το μουσικό θέατρο. Μας ενδιαφέρει περισσότεροι να διαβούν το φράγμα από το θέατρο στο μουσικό θέατρο και να το κάνουν με πραγματική γνώση.
Τι έχετε στα σκαριά τώρα;
Είχα κάνει τη «Νυχτερίδα» του Στράους το 2014 που είχε κακοτύχει και την είχα απωθήσει μέσα μου. Όμως τώρα τη ζήτησαν από το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης κι έτσι αποφάσισα να την κάνω ξανά. Θα γίνει και στη Λυρική – και θα προσπαθήσω να την κάνω όπως την ήθελα αρχικά. Μετά ελπίζω για κάποιον καιρό να μην κάνω τίποτα σκηνοθετικά.
Το «τέλειο μιούζικαλ»
Η δημοφιλία του θρυλικού «My fair lady» («Ωραία μου κυρία») στηρίζεται ίσως περισσότερο στην ομώνυμη ταινία που γύρισε το 1964 ο Τζορτζ Κιούκορ, με πρωταγωνιστές την Όντρεϊ Χέμπορν και τον Ρεξ Χάρισον, και λιγότερο στις διάφορες εκδοχές (θεατρικές και κινηματογραφικές) που του έδωσε η Αλίκη Βουγιουκλάκη από τα τέλη των ’50s (δίπλα στον Κώστα Μουσούρη) μέχρι το 1994, λίγο προτού φύγει από τη ζωή. Ούτε, φυσικά, στην εξαιρετική σειρά «Δυο ξένοι» που έχουμε δει κατ’ επανάληψη στην τηλεόραση. Ο κοινός παρονομαστής όλων των παραπάνω είναι το θεατρικό έργο «Πυγμαλίων» του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, ο οποίος διασκεύασε με τα σειρά του τον αρχαίο ελληνικό μύθο…
Αυτό που θα δούμε στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ από 21/11 και για 26 παραστάσεις είναι το μιούζικαλ των Άλαν Τζέι Λέρνερ και Φρέντερικ Λόου, που παίχτηκε με τεράστια επιτυχία στο Μπρόντγουεϊ, για πρώτη φορά στην ολοκληρωμένη μουσική του μορφή για δύο πιάνα. Το ιδιαίτερο love story της «άξεστης» Ελάιζα Ντούλιτλ και του καθηγητή φωνητικής Χένρι Χίγκινς σκηνοθετεί για την ΕΛΣ ο Γιάννος Περλέγκας, σε μουσική διεύθυνση Στάθη Σούλη.
Έξι επιλογές του Αλέξανδρου Ευκλείδη
«Έξι εκδηλώσεις της Εναλλακτικής αυτήν τη σεζόν που δίνουν έξι άξονες και ανάλογες κατευθύνσεις. Το “ Ωραία μου κυρία” σίγουρα είναι μεγάλο μιούζικαλ, μεγάλο εγχείρημα και μεγάλη παραγωγή. Ο “ Ορφέας 2020” είναι μια παράφραση και ανακατασκευή της όπερας του Μοντεβέρντι από μια queer δημιουργική ομάδα, που μας δίνει τη δυνατότητα να δούμε μιαν άλλη διάστασή της. Η όπερα “ Λεπορέλα ή πίσω απ’ τον τοίχο” του Γιώργου Κουρουπού αποτελεί το πιο πρόσφατο έργο του σημαντικότατου συνθέτη μας. Με μεγάλη ανυπομονησία περιμένω τον “ Θάνατο του Άντονι” του Χαράλαμπου Γωγιού, καθώς έχουν πολύ ενδιαφέρον η δημιουργική του ματιά στο μουσικό θέατρο και η συνθετική γραφή του. Κι ένα από τα πράγματα που κάνουμε για παιδιά, οι “ Τέσσερις εποχές” του Βιβάλντι, τρέχει ήδη και φέρνει μουσική και θέατρο κοντά. Σημειώστε ακόμη τις “ Europeras 1 & 2”, μια μετα-όπερα του “ πάπα” της αβανγκάρντ Τζον Κέιτζ, στο πλαίσιο του εορτασμού των 80 χρόνων της Εθνικής Λυρικής Σκηνής».
Εθνική Λυρική Σκηνή – Εναλλακτική Σκηνή
Κέντρο Πολιτισμού – Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος», Λεωφ. Συγγρού 364, Καλλιθέα