Η Ευρώπη εξετάζει την οικονομική της αντοχή στο παγκόσμιο εμπόριο, ενώ οι γεωπολιτικές προκλήσεις αυξάνονται. Η Ευρώπη διαφαίνεται ως ένας ασυνήθιστος υπερασπιστής του ελεύθερου εμπορίου. Περιορισμένος αριθμός μεγάλων εταιρειών έχει τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί αποτελεσματικά τους κολοσσούς από την Αμερική και την Κίνα, που είναι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες παγκοσμίως. Η προσπάθεια διαπραγμάτευσης μιας εμπορικής συμφωνίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση απαιτεί από χώρες σε απομακρυσμένα μέρη του κόσμου να αποδεχθούν ότι προϊόντα όπως η σαμπάνια μπορούν να προέρχονται μόνο από τη βόρεια Γαλλία, όπως και η φέτα από την Ελλάδα.
Ωστόσο, οι προειδοποιήσεις για εμπορικές συμφωνίες προκαλούν ανησυχία στους αγρότες, οι οποίοι διαδηλώνουν στις Βρυξέλλες ενάντια στις αποφάσεις των ευρωκρακτών. Πέρα από αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και θεωρείται υπέρμαχος του ελεύθερου εμπορίου, αντιμετωπίζει έναν πρόεδρο στην Αμερική που αγαπά τους δασμούς. Με τις εμπορικές σχέσεις να γίνονται όλο και πιο γεωπολιτικές, η Κίνα δεν υπολείπεται και επιβάλει επιδοτήσεις στις εταιρείες της, προβαίνοντας σε ανταποδοτικούς δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα.
Οι μικρότερες οικονομίες εξακολουθούν να τηρούν τις αυστηρές διατάξεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Εντούτοις, από τα τρία μεγάλα οικονομικά μπλοκ παγκοσμίως, η ΕΕ είναι το μόνο που έχει τη δυνατότητα να διατηρήσει εμπορικά οδοφράγματα και να εξυπηρετήσει πάνω από 400 εκατομμύρια καταναλωτές, κάτι που αποφασιστικά έχει επιλέξει να μην κάνει μέχρι στιγμής.
Η ανάγκη για ανασύνταξη του εμπορικού τοπίου είναι επιτακτική, καθώς η ΕΕ πρέπει να εξετάσει στρατηγικές που θα την διατηρήσουν ανταγωνιστική στο παγκόσμιο εμπόριο, ενώ παράλληλα επιδιώκει την οικονομική της ασφάλεια και την επιβίωση των εγχώριων παραγωγών.
Πηγή περιεχομένου: in.gr