Ο Νίκος Κούνδουρος μέσα από λίγες σειρές που μας δείχνουν την άγνωστη πλευρά του.
Γεννημένος στις 15 Δεκέμβρη του 1926, ο Νίκος Κούνδουρος άνηκε στα υψηλά στρώματα της κοινωνικής τάξης καθώς ο πατέρας του ήταν υπουργός Δικαιοσύνης της Κυβέρνησης Βενιζέλου. Μάλιστα ο πατέρας του στην περίοδο που ήταν υπουργός είχε θεσπίσει και υπογράψει το ιδιώνυμο για τους Κομουνιστές το οποίο έμελλε να στείλει τον ίδιο του τον γιο εξορία στην Μακρόνησο.
Τα εφηβικά του χρόνια τον βρήκαν μέσα σε μια πολεμική περίοδο για την Ελλάδα με τον ίδιο να συμμετέχει στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, πολεμώντας το Ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας, ενώ με την απελευθέρωση συμμετείχε στον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, αποκτώντας τραυματισμό στα «Δεκεμβριανά».
Ο ίδιος σε συνέντευξη του, συγκλονίζει με την αναφορά του στον τραυματισμό του και τον τρόπο που μπόρεσε να γλιτώσει: «Μεγάλωσα μέσα σε μια τραχύτητα. Ήταν τα χρόνια τραχιά. Κατάφερα να «εισπράξω» τρεις σφαίρες στο σώμα μου, τον περίφημο Δεκέμβρη του ‘45. Πεθαμένος σχεδόν, σύρθηκα… Με σύρανε μάλλον… Και κάπου ανάμεσα σε διάφορους σατανισμούς των εποχών, επέζησα! Για δύο τρία χρόνια ήμουν κουτσός, περπάταγα με δεκανίκια.
Και σκεφτόμουν εκείνη την ώρα που τρεις σφαίρες σφηνωνόταν στο κορμάκι ενός 18χρονου αγοριού, η «μοίρα αυτή που σκότωνε τον διπλανό μου, τον φίλο μου, (ήμασταν σε απόσταση τριών πόντων εκείνος έφαγε όλες τις σφαίρες εγώ μόλις τρεις) τι έφταιγες εσύ, τι έφταιγε η μάνα σου;». Δεν υπάρχει απάντηση. Ποιος να απαντήσει; Αν αυτός ο άθλιος με το πολυβόλο που έτρεμε, πήγαινε δύο χιλιοστά δεξιά ή αριστερά, τώρα δεν θα μιλούσα, δεν θα ήμουν εδώ. Κισμέτ! Η μοίρα…Σαν ανατολίτης αυτό λέω… Κισμέτ!»
Με την λήξη των παραπάνω ο Νίκος Κούνδουρος μεταφέρεται στην Μακρόνησο, ένα νησί που έμελλε να τον βοηθήσει να γνωρίσει με τον αγαπημένο του φίλο και δικό μας αγαπημένο ηθοποιό, Θανάση Βέγγο. Οι ιστορίες και οι μαρτυρίες από εκείνη την σκοτεινή περίοδο ανατριχιάζουν και συγκινούν ακόμα και τους πιο δυνατούς.
Η δράση του Κούνδουρου στην μόρφωση των εξόριστων της Μακρονήσου ήταν πολύ μεγάλη, έχοντας, στα τρία χρόνια παρουσίας του εκεί, οργανώσει θεατρικές παραστάσεις για τους φυλακισμένους ενώ συζητάει να γυρίσει ταινία για την ζωή του Άρη Βελουχιώτη προορίζοντας τον Θανάση Βέγγο για έναν από τους ρόλους της ταινίας.
Ο Νίκος Κούνδουρος με την άφιξη του στην Μακρόνησο φάνηκε ότι ήταν διαφορετικός, μετά από μικρό χρονικό διάστημα ζητάει άδεια να απομακρυνθεί από το τάγμα των φυλακισμένων, και απομονώνεται σε μια πλαγιά στην Μακρόνησο όπου και ο ύπνος του στις πέτρες και στα χώματα θα αναγκάσει έναν μικρό αγωνιστή να ανεβαίνει με τα πόδια να του φέρνει τροφή.
Ο μικρός αγωνιστής δεν ήταν άλλος από τον Θανάση Βέγγο ο οποίος θα μεταφέρνει με τους ώμους του ξύλα για να φτιάξει στον Σύντροφο του το μικρό κρεβατάκι και αντίσκυνο που θα τον κρατούσε μακριά από την υγρασία των χωμάτων που συντρόφευαν τους αγωνιστές της Μακρονήσου μέρα και νύχτα.
Ο ίδιος ο Κούνδουρος εξομολογείτε για την φιλία του με τον Βέγγο: «Ως γόνος μεγάλης οικογένειας που ήμουν, οι βασανιστές θέλησαν να αλαφρύνουν το δικό μου βασανιστήριο στο Μακρονήσι. “Ζήτα μια χάρη και θα σου την κάνουμε” μου είπαν! Το μόνο που ζήτησα ήταν να με αφήσουν να πάω να μείνω στο βουνό χωρίς φαΐ και χωρίς νερό ενδεχομένως, αρκεί να μην τους βλέπω και να μη με βλέπουν. Το δέχτηκαν!
Την πρώτη μέρα τράβηξα για το βουνό, βρήκα ένα μέρος να κάτσω και βάλθηκα να ατενίζω την απέραντη μοναξιά του τοπίου. Ξάφνου, ένας γρήγορος, αεράτος τύπος εμφανίζεται κρατώντας κάτι πασσάλους στα χέρια του και δυο τρία κομμάτια ύφασμα. Δεν μου μιλάει, δεν του μιλάω και σε ελάχιστα λεπτά με ταχυδακτυλουργικές κινήσεις στήνει ένα αντίσκηνο! Το δικό μου αντίσκηνο!
“Τι κάνεις;” τον ρωτάω. “Θα πεθάνεις εδώ πάνω” απάντησε σοβαρός και συνέχισε τη δουλειά.
Για όλες τις επόμενες μέρες, για όσο καιρό έζησα σαν αγρίμι, εξόριστος μέσ’ στην εξορία, ο ίδιος τύπος πηγαινοερχόταν κάθε μέρα διανύοντας μια τεράστια απόσταση από το στρατόπεδο ίσαμε το βουνό μόνο και μόνο για να μου φέρνει φαγητό να τρώω να μην πεθάνω. Ήταν ο Θανάσης Βέγγος, η απαρχή μιας μεγάλης φιλίας πάνω απ’ όλα.»
Μια λέξη τους έφερε εκεί εκείνα τα χρόνια και αυτή η λέξη τους δίνει δύναμη στις κακουχίες που θα περάσουν τα τρία χρόνια της παραμονής του στο νησί, «Σύντροφε». Έτσι έλεγε ο ένας τον άλλων και ας μην τον ήξερε πολλά χρόνια, αυτή η λέξη «ανάγκαζε» να στερείσαι τα δικά σου πρέπει για να βοηθήσεις τις ανάγκες του συντρόφου σου, και αυτή η λέξη είναι που έφερε κοντά δύο μεγάλες προσωπικότητες της Ελλάδας.
Βέγγος – Κούνδουρος : Κολλητοί φίλοι με διαφορετική κοινωνική τάξη:
O Νίκος Κούνδουρος μπορεί να είναι παιδί πλουσίων γονέων, ωστόσο από την πρώτη στιγμή ένωσε τις δυνάμεις του με τα φτωχά λαϊκά στρώματα και τους εργαζόμενους που πάλευαν για μια καλύτερη ζωή.
Μετά τα χρόνια στην Μακρόνησο ο Νίκος Κούνδουρος – έχοντας γίνει κολλητός φίλος με τον Θανάση Βέγγο – θα επισκεφθεί το σπίτι του «Συντρόφου» του και θα εξομολογηθεί για την φτώχεια που αντιμετώπιζε ο κολλητός του:
«Η “Μαγική Πόλη” και όλο αυτό το φτωχικό νεορεαλιστικό ντεκόρ της πάλι στον Βέγγο οφειλόταν. Θυμάμαι όταν πρωτοπήγα σπίτι του στο Φάληρο… Τέτοια φτώχεια δεν είχα ξανασυναντήσει στη ζωή μου εγώ, ο γόνος μεγαλοαστών που μεγάλωσε στο Κολωνάκι. Γύρισα σπίτι θυμάμαι κι έπιασα τη μάνα μου. Με είχε ταράξει η φτώχεια μαζί με την καλοσύνη του Θανάση. Τότε, είπα: “Εγώ μ’ αυτούς τους ανθρώπους θέλω να καταπιαστώ, τον πόνο και την αξιοπρέπεια αυτών των ανθρώπων θέλω να δείξω…”.
Και το έκανε! Πολλά έργα του μιλάνε για τους κατατρεγμένους αυτού του κόσμου, που μπόρεσαν και εναντιώθηκαν στην καθημερινότητα που ζούσαν και πάλεψαν για μια καινούργια ζωή.
Βέβαια το έργο που θα σας συναρπάσει (όχι τόσο για την δυσκολία του, αλλά για το νόημα του ) είναι το πορτρέτο με τον Θανάση Βέγγο, τον οποίο και αποτύπωσε με το πηλίκιο που φορούσε στην Μακρόνησο.
Θα μπορούσε να μας πάρει πολλές μέρες πίσω από έναν υπολογιστή για να γράψουμε για τον Νίκο Κούνδουρο. Εμείς προσπαθήσαμε να μπούμε πιο μέσα στην εποχή που πέρασε εξόριστος στην Μακρόνησο, βλέποντας την άλλη οπτική από τον Καλλιτέχνη.
Είμαστε ή έστω αισθανόμαστε μικροί μπροστά στο μεγαλείο των ανθρώπων που στιγμάτισαν την Ελληνική πολιτιστική, αλλά επιτρέψτε μου, και πολιτική κοινωνία της Ελλάδας η οποία έγινε φτωχότερη στις 22 Φεβρουαρίου του 2017 όπου ο μεγάλος καλλιτέχνης και άνθρωπος έφυγε από την ζωή πηγαίνοντας να συναντήσει τον Σύντροφο του και κολλητό του φίλο, Θανάση Βέγγο, στην γειτονιά των «αγγέλων», μακριά από τις Μακρονήσους που τους είχαν σημαδέψει.
Δείτε επίσης: Πολιτική ομάδα επιδιώκει να περιορίσει τα πάρτι στην Ίμπιζα
- Ποινή μίας αγωνιστικής για Μπακασέτα και Μλαντένοβιτς στον αγώνα με Πανσερραϊκό
- Γκουαρντιόλα: «Πρέπει να βρούμε τον δρόμο της επιστροφής, αργά ή γρήγορα»
- Συμβουλές του ΕΟΔΥ για την πρόληψη τροφιμογενών νοσημάτων κατά τις εορτές
- Ο λόγος που αξίζει να επενδύσετε σε wallbox
- Μετά την Celine, ποιο είναι το επόμενο βήμα του Εντί Σλιμάν;