Η εξωτερική σύγκλιση των ενισχύσεων στην ΚΑΠ δημιουργεί προκλήσεις για την Ελλάδα και την αγροτική της οικονομία. Στο επίκεντρο των συζητήσεων μεταξύ των υπουργών Γεωργίας βρίσκεται το ζήτημα της εξωτερικής σύγκλισης των ενισχύσεων στην Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) για την περίοδο 2024-2034. Η ανάγκη για ομοιογένεια στις ενισχύσεις μεταξύ των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ειδικότερα μεταξύ των παλαιών και νέων μελών, αναδεικνύει σημαντικές προκλήσεις.
Η Ελλάδα σκοπεύει να συνεργαστεί με χώρες που επηρεάζονται από το ζήτημα της εξωτερικής σύγκλισης, όπως η Ιταλία και η Κύπρος, για να αποφευχθούν δυσάρεστες εκπλήξεις. Οι χώρες της Βαλτικής, η Σλοβακία, η Βουλγαρία, η Πολωνία και η Ρουμανία είναι μεταξύ των κυριότερων παραγόντων που προωθούν αυτές τις πιέσεις, χωρίς ωστόσο να εξηγούν τους λόγους πίσω από τις διαφοροποιήσεις.
Ο γενικός γραμματέας Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Μπαγινέτας, τονίζει ότι η Ελλάδα είναι σε ευνοϊκή θέση αναφορικά με τις άμεσες ενισχύσεις ανά εκτάριο, λαμβάνοντας περίπου διπλάσιες ενισχύσεις από τον μέσο όρο της ΕΕ. Παρά ταύτα, ενδεχόμενη εφαρμογή πλήρους εξωτερικής σύγκλισης θα μπορούσε να οδηγήσει σε σημαντικές απώλειες πόρων για τη χώρα, εκτιμώμενες σε 3,17 δισ. ευρώ σε βάθος επταετίας.
Η εξωτερική σύγκλιση παραβλέπει την οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα της γεωργίας, αυξάνοντας τις ανισότητες και επηρεάζοντας αρνητικά τη βιωσιμότητα πολλών εκμεταλλεύσεων. Η Ελλάδα εξέφρασε τη σαφή αντίθεσή της στην προτεινόμενη αναφορά για την εξωτερική σύγκλιση κατά τη διάρκεια του τελευταίου Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας & Αλιείας, τονίζοντας τις ανησυχίες της για τον αγροτικό τομέα.
Η ανάλυση των επιπτώσεων δείχνει ότι με τις σημερινές συνθήκες, η εξωτερική σύγκλιση δεν συμβάλλει στους στρατηγικούς στόχους της ΚΑΠ και θα μπορούσε να έχει σοβαρές κοινωνικοοικονομικές συνέπειες, όπως την εγκατάλειψη της γεωργικής δραστηριότητας και την υπονόμευση της επισιτιστικής ασφάλειας στην ΕΕ.
Πηγή περιεχομένου: in.gr