ΠΗΓΗ: ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ / Από την Μαρία Κρύου
Διπλά τολμηρό βήμα για τον ιδρυτή της ομάδας bijoux de kant. Και αυτό επειδή είναι η πρώτη φορά που ο Γιάννης Σκουρλέτης συνεργάζεται με το Εθνικό Θέατρο, και μάλιστα με μια κωμωδία. Τι το ιδιαίτερο βρήκε στο «Καινούργιο σπίτι» του Κάρλο Γκολντόνι και το ανεβάζει στο Rex από 27/11;
Γνωρίζοντας τις μέχρι τώρα σκηνοθετικές επιλογές σου, μου φαίνεται ανατρεπτική η απόφαση να σκηνοθετήσεις μια κωμωδία, έστω κι αν αυτή είναι του μεγάλου Κάρλο Γκολντόνι…
Δεν θεωρώ τον Γκολντόνι απλώς «μάστορα της λαϊκής κωμωδίας» όπως χαρακτηρίζεται, αλλά ευφυή επινοητή της ανθρώπινης κωμωδίας, η οποία όριζε και ορίζει κάθε επιλογή μου, σκηνοθετική και μη. Είναι μέγας εκδορέας ο Γκολντόνι, γδέρνει ψυχές με το γάντι. Κι εδώ, στο «Καινούργιο Σπίτι», συνδυάζει με φρενήρεις ρυθμούς τις μνήμες της κομέντια ντελ άρτε που φεύγει -του λαϊκού θεάτρου της καρικατούρας δηλαδή- με ένα νέο και ανανεωμένο θέατρο χαρακτήρων που ακουμπάει στην παράδοση των μεγάλων Τραγικών του παρελθόντος, κληροδοτώντας ταυτόχρονα ένα έργο στους μεγάλους Τραγικούς που θα υπάρξουν στο μέλλον.
Βρίσκεται ότι στο συγκεκριμένο έργο υπάρχουν συσχετισμοί με την εποχή μας;
Το «Καινούργιο σπίτι» είναι η εποχή μας. Μοναχικές σκιές είναι οι ήρωες κι ας μην το ξέρουν. Ματαίωση, αλαζονεία, έλλειψη ουσιαστικής αξιοπρέπειας, πόθοι χωρίς πάθος. Το θέατρο του Γκολντόνι ξεφεύγει από τα στενά όρια του αιώνα του και κάθεται στο σήμερα, στο κάθε σήμερα. Ένα φαίνεσθαι μας τρώει όλους, από τον 18ο αιώνα μέχρι τον 21ο που κυλάει τώρα: τα ταξικά απωθημένα, η λατρεία του μη ουσιαστικού, το κυνήγι της αποδοχής. Μια απελπισμένη σέλφι, που χωρίς να το ξέρουμε απεικονίζει τον ήδη νεκρό εαυτό μας. Έχουμε όλοι πεθάνει, αλλά χτίζουμε σπίτια που θα στεγάσουν τα αμετανόητα λείψανά μας.
Παρότι είναι κωμωδία, υπάρχει μια μελαγχολία στο έργο…
Όλα είναι μια προέκταση μελαγχολίας στον Γκολντόνι. Μιας μελαγχολίας τόσο ακραίας και τραγικής, που η έκφραση «γελάσαμε μέχρι δακρύων» εδώ γίνεται κυριολεκτική.
Σε πόσο μεγάλη έκταση έχεις διασκευάσει την κλασική λαϊκή φάρσα; Θίγονται με κάποιον τρόπο η δομή ή το περιεχόμενο του έργου;
Τίποτε δεν θίγεται, τουλάχιστον όχι χωρίς την άδεια του Γκολντόνι του ιδίου. Αυτός μας πήρε απ’ το χεράκι και μας ψιθύρισε το «τι» και το «γιατί». Ήταν κάθε μέρα παρών όσο εμείς εκτελούσαμε το βαθύ του δράμα. Ο Γκολντόνι ενδιαφερόταν για τις σχέσεις των ανθρώπων, χτυπούσε την αλαζονεία και την κατάχρηση εξουσίας. Κι εμείς το ίδιο κάνουμε… Αυτή είναι και η βασική δουλειά του θεάτρου, ακόμη κι όταν το ίδιο δεν το πολυξέρει!
Αισθητικά οι παραστάσεις σου εμπνέονται από το μπαρόκ και το μινιμαλισμό, το ρομαντισμό και την εννοιολογική τέχνη. Το ίδιο ισχύει και για την παράσταση του Εθνικού;
Είναι άλλη μία παράσταση της bijoux de kant που ομνύει στον διεθνή ρομαντισμό, ο οποίος είναι γνήσιο τέκνο πολλών μανάδων και άπειρων πατεράδων. Η παράσταση του Εθνικού δεν είναι τίποτε άλλο από ένα «μεικτό είδος», αυτό που πάσχιζε να πετύχει κι ο Σολωμός. Στιλιζάρισμα και ρεαλισμός, μπαρόκ αλλά και ποπ κουλτούρα, γκόθικ και γιαπωνέζικο άνιμε είναι μερικές από τις κρήνες στις οποίες ξεδιψάει το «Καινούργιο σπίτι».
Πιστεύεις ότι η επιτυχία μιας παράστασης οφείλεται κατά βάση στη σωστή διανομή;
Πιστεύω σε μαγικούς συνδυασμούς, σε συναντήσεις έξω από το χώρο και το χρόνο, που ανακαλούν μνήμες και ψυχικές εγγραφές ικανές να πιάσουν θερμοκρασίες τόσο υψηλές, που μπορούν να βάλουν φωτιά στον πάγο. Μια παράσταση είναι η πιο ομαδική και ταυτόχρονα η πιο ατομική ψυχική διαδικασία που μπορεί να υπάρξει. Ευτυχώς για ακόμη μία φορά ήμουν τυχερός και συνάντησα τους ψυχικά ομοίους μου ηθοποιούς, την Εύη Σαουλίδου, τον Θανάση Δήμου, την Ιωάννα Κολλιοπούλου, τον Ντένη Μακρή κ.ά.
Εθνικό Θέατρο Rex (Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη»)
Πανεπιστημίου 48