Γιατί τα παυσίπονα δεν είναι τόσο αποτελεσματικά για τις γυναίκες;

Γιατί τα παυσίπονα δεν είναι τόσο αποτελεσματικά για τις γυναίκες;

Εξερεύνηση των διαφορών στην αναλγητική ανταπόκριση μεταξύ ανδρών και γυναικών. Μια πρόσφατη μελέτη από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Κάλγκαρι, υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Τουάν Τρανγκ, ρίχνει φως σε ένα σημαντικό ιατρικό ερώτημα που σχετίζεται με το γυναικείο φύλο: Πώς οι γυναίκες βιώνουν περισσότερο χρόνιο πόνο και γιατί δεν ανταποκρίνονται εξίσου στα παυσίπονα όπως οι άνδρες; Το 2019, έκθεση της Καναδικής Ομάδας Εργασίας για τον Πόνο αποκάλυψε ότι ο χρόνιος πόνος είναι πιο συχνός στις γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας. Οι άνδρες και οι γυναίκες παρουσιάζουν πόνο, ωστόσο, όπως υπογράμμισε ο δρ Τρανγκ, οι βιολογικές οδοί που ακολουθούν είναι διαφορετικές. Η μελέτη τους αναδεικνύει έναν μοναδικό τύπο βιολογικής διαδικασίας που σχετίζεται με συγκεκριμένα ανοσοκύτταρα που διαφέρουν ανά φύλο.

Η νέα έρευνα, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Neuron, εστιάζει στον νευροπαθητικό πόνο, που προκαλείται από βλάβη στο νευρικό σύστημα. Ένα από τα πιο επίπονα συμπτώματα αυτής της κατάστασης είναι η αλλοδυνία, στην οποία οι ασθενείς αντιλαμβάνονται πόνο από ερεθίσματα που δεν είναι φυσιολογικά επώδυνα. Άτομα που πάσχουν από αλλοδυνία βιώνουν έντονο πόνο ακόμη και με ήπια αγγίγματα ή αλλαγές θερμοκρασίας. Η έρευνα έδειξε ότι οι θεραπευτικές προσεγγίσεις που βασίζονται στη γνώση των αρσενικών βιολογικών μοντέλων δεν είναι αποδοτικές για τα θηλυκά.

Η μελέτη, η οποία διεξήχθη σε πειραματόζωα, κατέδειξε ότι οι σήματα πόνου επικοινωνούνται μέσω των καναλιών Panx1 (Pannexin 1) και ότι η διαδικασία αυτή επηρεάζεται από διάφορους τύπους ανοσοκυττάρων ανά φύλο. Μόνο στα θηλυκά τρωκτικά, η ενεργοποίηση του καναλιού Panx1 σχετίζεται με την έκλυση της λεπτίνης, μιας ορμόνης που έχει συσχετιστεί με την αυξημένη ευαισθησία στον πόνο.

Η ιατρική κοινότητα γνωρίζει εδώ και χρόνια ότι οι γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς σε χρόνιο πόνο από τους άνδρες. Η δρ Λόρι Μοντγκόμερι, ειδικός στον πόνο, επισήμανε ότι είναι δύσκολο να κατανοήσουμε γιατί ορισμένα άτομα ανταποκρίνονται στις θεραπείες, ενώ άλλα όχι. Η νέα μελέτη μπορεί να ανοίξει το δρόμο για την εξατομίκευση των αναλγητικών θεραπειών, προκειμένου να είναι πιο αποτελεσματικές για κάθε ασθενή.

Πηγή περιεχομένου: in.gr

Loading

Play