Η Αυστραλία δεν είναι πια η τυχερή χώρα

Η Αυστραλία δεν είναι πια η τυχερή χώρα

 του Gideon Rachman (*)
 
Το βιβλίο «Η Τυχερή Χώρα» κυκλοφόρησε τη δεκαετία του ’60 και αφορούσε την Αυστραλία. Έκτοτε, ο χαρακτηρισμός αυτός έχει παραμείνει. Οι Βρετανοί ζήλευαν πάντα τους Αυστραλούς που την έβγαζαν στην παραλία όταν εκείνοι είχαν βαρύ χειμώνα. Στην πρώτη μου επίσκεψη στη χώρα, πριν από 25 χρόνια, ένας κάτοικος του Σίδνεϊ με πείραξε: «Κάποτε εκτοπίζατε σ’ εμάς τους βαρυποινίτες σας. Τώρα τι έχετε να πείτε;»
Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η τύχη της Αυστραλίας έμοιαζε να μεγαλώνει. Η ανάπτυξη της Ασίας δημιούργησε μια τεράστια αγορά για τα προϊόντα της. Επί τριάντα χρόνια, η Αυστραλία δεν γνώρισε ούτε μια ύφεση, κάτι που αποτελεί ρεκόρ για τον ανεπτυγμένο κόσμο. Με έναν πληθυσμό μόλις 25 εκατομμυρίων που μοιράζεται τον πλούτο μιας ολόκληρης ηπείρου, η ευημερία της χώρας έμοιαζε δεδομένη.
Συμμετέχοντας όμως τόσο ενεργά στην περιπέτεια των εξορύξεων, η Αυστραλία ίσως να έσκαψε τον τάφο της. Τα ορυκτά καύσιμα πυροδοτούν την κλιματική αλλαγή. Και όπως παραδέχεται τώρα η κυβέρνηση, το φαινόμενο του θερμοκηπίου συμβάλλει αποφασιστικά στις φωτιές, την έλλειψη νερού και τις υψηλές θερμοκρασίες που μαστίζουν τη χώρα.
Τα στατιστικά στοιχεία για τα κατεστραμμένα σπίτια και τις χαμένες ζωές είναι τραγικά, αλλά δεν οδηγούν από μόνα τους στο συμπέρασμα ότι μια ολόκληρη κοινωνία βρίσκεται σε κίνδυνο. Αυτό που είναι φρικτό είναι ο οικολογικός απολογισμός. Μόνο στη Νέα Νότια Ουαλία υπολογίζεται ότι έχουν χάσει τη ζωή τους από τις φωτιές ως και ένα δισεκατομμύριο ζώα. Ο Μεγάλος Κοραλλιογενής Ύφαλος, ένα από τα σύμβολα της ώρας, έχει υποστεί μεγάλες καταστροφές.
Οι φωτιές δεν έχουν καταστρέψει τις μεγάλες αστικές περιοχές, όπου ζουν οι περισσότεροι Αυστραλοί. Η καθημερινή τους ζωή όμως έχει σημαδευτεί. Η ποιότητα της ατμόσφαιρας στην Κανμπέρα, την ομοσπονδιακή πρωτεύουσα, ήταν για ένα διάστημα η χειρότερη από οποιαδήποτε πόλη του κόσμου, με αποτέλεσμα να κλείσουν τα μουσεία, τα ταχυδρομεία και πολλές πρεσβείες. Στο Σίδνεϊ ανέστειλαν τη λειτουργία τους οι πισίνες και τα γήπεδα τένις, σύμβολα κι αυτά του αυστραλιανού καλοκαιριού. Υπάρχει επίσης ανησυχία για το Australia Open, που είναι προγραμματισμένο να αρχίσει στη Μελβούρνη στις 20 Ιανουαρίου.
Οι φωτιές μπορεί να συνεχίσουν να μαίνονται για μήνες. Οι μεγαλύτεροι φόβοι όμως αφορούν το μέλλον. Η μέση θερμοκρασία της χώρας αυξάνεται διαρκώς. Η περυσινή χρονιά ήταν η θερμότερη και ξηρότερη στην ιστορία της χώρας, με τις βροχοπτώσεις κατά 40% μικρότερες του μέσου όρου. Αν κάποτε οι Αυστραλιανοί ανυπομονούσαν πότε θα έρθει το καλοκαίρι, τώρα το φοβούνται.
Οι φόβοι αυτοί όμως δεν είναι οικουμενικοί. Στις τελευταίες εκλογές νίκησαν τα δεξιά κόμματα που θεωρούν ότι ο ακτιβισμός για το κλίμα αποτελεί το φετίχ των φιλελεύθερων αστών. Ο πρωθυπουργός Σκοτ Μόρισον κράδαινε πριν από μερικά χρόνια ένα κομμάτι άνθρακα στη Βουλή, λέγοντας στους συμπατριώτες του να μη φοβούνται. Τώρα, όμως, κανείς δεν γελάει πια με την εξάρτηση της χώρας από τον άνθρακα. Και η αρνητική προσέγγισή της απέναντι στις διεθνείς διαπραγματεύσεις για το κλίμα θεωρείται πλέον ότι μάλλον βλάπτει, παρά υπηρετεί τα εθνικά της συμφέροντα.
Η κυβέρνηση απαντά στους επικριτές της με το επιχείρημα ότι η χώρα συμβάλλει μόνο κατά 1,3% στις παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα. Αν περιληφθούν στην εξίσωση και οι εξαγωγές άνθρακα, το ποσοστό αυξάνεται στο 4%.
Οι Αυστραλοί που ζητούν πιο δραστικά μέτρα απαντούν ότι αν ακόμη κι η πλούσια Αυστραλία αρνείται να αλλάξει τις συνήθειες της, δεν μπορεί να περιμένει από χώρες όπως η Κίνα να μειώσουν τις εκπομπές τους. Και μπορεί να έχουν δίκιο. Κανείς δεν εγγυάται βέβαια ότι αν η Αυστραλία δείξει καλή διαγωγή, θα ακολουθήσουν κι οι άλλοι.
Και οι δύο πλευρές έχουν ευσεβείς πόθους. Οι συντηρητικοί αμφισβητούν τα στοιχεία και θεωρούν ότι δεν χρειάζεται να αλλάξει τίποτα. Οι αριστεροί λένε πως αν η χώρα αναλάβει δράση, το μέλλον θα γίνει λιγότερο απειλητικό. Όμως αυτό το καλοκαίρι δείχνει ότι το μέλλον μπορεί να έχει ήδη φτάσει. Και μοιάζει τρομακτικό.
 
(*) Ο Γκίντεον Ράχμαν είναι αρθρογράφος των Financial Times
 
(Πηγή: Financial Times)

©Πηγή: amna.gr

Loading