του Javier Cercas (*)
Σε μια συνέντευξη που έδωσε στην El País, η Γαλλίδα συγγραφέας Ανί Ερνό δικαιολογούσε ως εξής τη βία των λεγόμενων Κίτρινων Γιλέκων: «Είναι μια πραγματική βία που απαντά σε μια συμβολική βία. Όποιος δεν το καταλαβαίνει είναι επειδή δεν έχει νιώσει ποτέ την ανάγκη να καταστρέψει τα πάντα, δεν έχει νιώσει ποτέ αυτή την αίσθηση αδικίας». Και συμπέρανε: «Πολλές φορές πιστεύω ότι δεν θα βγούμε από όλο αυτό χωρίς λίγη βία.»
Η ιδέα αυτή, σε διάφορες εκδοχές, κερδίζει οπαδούς ανάμεσα σε εκείνους που, ελλείψει άλλου ονόματος, αποκαλούμε διανοούμενους, κυρίως στην Ευρώπη. Ορισμένοι από αυτούς μας θυμίζουν ότι η βία υπήρχε πάντα, επισημαίνουν ότι κάποιος λόγος θα υπάρχει, αναλύουν τις προόδους που έχουν σημειωθεί χάρις σ’ αυτήν και καταλήγουν ότι, παρόλο που η ρευστή και μεταμοντέρνα εποχή μας το ξεχνά ή το κρύβει, ένας βαθμός βίας είναι αναγκαίος για να καλυτερεύει ο κόσμος.
Όλα αυτά είναι κάπως ξεπερασμένα, αλλά ενδιαφέροντα. Θα ισχυριστώ από την αρχή ότι η Ερνό κάνει λάθος: είναι πολύ εύκολο να καταλάβει κανείς την ανάγκη που νιώθει κάποιος να καταστρέψει τα πάντα γιατί δεν υπάρχει κανείς που να μην έχει νιώσει στη διάρκεια της ζωής του μια αίσθηση αδικίας. Το ερώτημα είναι αν η καταστροφή είναι θεμιτή, όπως πιστεύει εκείνη, ή όχι. Το ερώτημα είναι αν, για να διορθωθεί η (πολύ σοβαρή, και όχι συμβολική) βία που υφίστανται οι Παλαιστίνιοι είναι καλή ιδέα να γκρεμιστούν οι Δίδυμοι Πύργοι και να σκοτωθούν 3.000 άνθρωποι.
Η φράση «δεν θα βγούμε από όλο αυτό χωρίς λίγη βία» είναι επίσης, ας το παραδεχθούμε, λίγο αόριστη. Τι ακριβώς σημαίνει «αυτό»; Η κατάσταση στη Γαλλία, μια από τις πιο προνομιούχες χώρες στον κόσμο; Ή η κατάσταση των Παλαιστινίων; Ακόμη πιο αόριστη είναι η αναφορά στη «λίγη βία». Πόση βία είναι αυτή; Έχει νεκρούς ή όχι; Αν έχει, για πόσους μιλάμε; Έναν; Δέκα; Εκατό; Χίλιους; Εκατό χιλιάδες; Ένα εκατομμύριο; Γιατί σε αυτές τις περιπτώσεις είναι να μην αρχίσεις…
Και σε ποια πλευρά θα είναι οι νεκροί; Στους κακούς; Ποιοι είναι οι κακοί; Οι πλούσιοι; Οι φτωχοί; Οι Άραβες; Οι Εβραίοι; Και γιατί δεν δίνουμε το παράδειγμα εμείς οι διανοούμενοι, ώστε να υπάρχει συνέπεια μεταξύ λόγων και πράξεων; Γιατί δεν βάζουμε εμείς τους νεκρούς; Γιατί όχι, παρεμπιπτόντως, η κυρία Ερνό;
Όσο για τις σημαντικές προόδους που έχουν επιτευχθεί χάρις στη βία, πρόκειται για έναν ισχυρισμό πομπώδη αλλά αναπόδεικτο. Διότι δεν μπορεί να αποδειχθεί ότι αυτές οι πρόοδοι δεν θα σημειώνονταν χωρίς βία. Αυτό που σίγουρα μπορεί να αποδειχθεί είναι η οπισθοδρόμηση και ο ανυπολόγιστος πόνος που έχει προκαλέσει η βία: είναι αρκετό να ανοίξει κανείς την τηλεόραση.
Ένα είναι βέβαιο, ότι η βία υπήρχε πάντα. Ίσως να μην είναι η μαμή της ιστορίας, όπως έλεγε ο Μαρξ, είναι όμως σίγουρα το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένη. Αυτός ο λόγος είναι άραγε αρκετός για να την αποδεχθούμε; Και οι γυναίκες ζούσαν πάντα υποταγμένες στους άνδρες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι, στη ρευστή και μεταμοντέρνα εποχή μας, δεν αποφασίσαμε να αλλάξουμε το γεγονός αυτό.
Αγνοώ γιατί ορισμένοι διανοούμενοι διαχέουν στην Ευρώπη αυτή την ιδέα, πιο τοξική από το αρσενικό. Ίσως να είναι ένας τρόπος να τραβήξουν την προσοχή. Ίσως να είναι ένας απλός κονφορμισμός του αντικονφορμισμού. Ίσως, πάλι, να είναι μια απλή ανοησία των προνομιούχων παιδιών της πιο μακράς ειρηνικής περιόδου που έχει ζήσει η Ευρώπη. Ότι κι αν συμβαίνει, είναι προφανές ότι η τάση κατά των διανοουμένων συνιστά ένα βασικό συστατικό του εθνικολαϊκισμού που κυριαρχεί στην Ευρώπη (όπως ήταν συστατικό και του προκατόχου του, του φασισμού). Είναι λοιπόν ένα θλιβερό παράδοξο ορισμένοι διανοούμενοι να υποθάλπουν αυτή την τάση.
(*) Ο Χαβιέρ Θέρκας είναι Ισπανός συγγραφέας
(Πηγή: El País)
Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Ιδέες και Απόψεις» του ΑΠΕ- ΜΠΕ δημοσιεύονται αυτούσια και απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του πρακτορείου.