Βιβλιοκριτική, του Βαγγέλη Χατζηβασιλείου
Η «Χαμένη τιμή της Καταρίνα Μπλουμ» του Χάινριχ Μπελ είναι εδώ και αρκετές δεκαετίες ένα διάσημο μυθιστόρημα. Μολονότι δημοσιεύτηκε το μακρινό 1974, για να περάσει με μεγάλη εισπρακτική επιτυχία και στον κινηματογράφο έναν χρόνο μετά, με την πολυσυζητημένη ταινία των Φόλκερ Σλέντορφ και Μαργκαρέτε φον Τρότα, το βιβλίο του Μπελ δεν έχει χάσει τίποτε από την επικαιρότητά του, όπως μας δίνει την ευκαιρία να διαπιστώσουμε η πρόσφατη κυκλοφορία του από τις εκδόσεις Μεταίχμιο (στη σειρά «Μεγάλες αφηγήσεις»), σε εξαιρετική μετάφραση του Δημήτρη Δημοκίδη.
Η ιστορία ξετυλίγεται στην Κολωνία (τον γενέθλιο τόπο του συγγραφέα) των μέσων της δεκαετίας του 1970 και η Καταρίνα είναι μια νεαρή και άκρως γοητευτική γυναίκα, που δουλεύει ως οικιακή βοηθός στο σπίτι ενός καλοβαλμένου δικηγόρου. Όλα στη ζωή της πηγαίνουν μια χαρά μέχρι τη νύχτα (μια νύχτα γιορτής και καρναβαλιού) που θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί τον Λούντβιχ Γκέτεν. Είναι η εποχή της έξαρσης της τρομοκρατίας στη Δυτική Γερμανία με τη Φράξια Κόκκινος Στρατός των Μπάαντερ-Μάινχοφ και η αστυνομία έχει βάλει στο στόχαστρο τον εραστή της Καταρίνα επειδή κατηγορείται για τραπεζική ληστεία. Όταν προσπαθούν να τον συλλάβουν στο σπίτι της κι εκείνη τον βοηθάει να διαφύγει, ο κόσμος μετατρέπεται σε κόλαση. Ο ανακρίσεις αποδεικνύονται εξαντλητικές και ταπεινωτικές, τη χειρότερη, όμως, ταπείνωση για την πρωταγωνίστρια την επιφυλάσσει ο σκανδαλοθηρικός Τύπος, μια κίτρινη εφημερίδα με τεράστιες πωλήσεις (ο Μπελ παραπέμπει ευθέως στη βερολινέζικη «Βild Ζeitung»), η οποία πολύ εύκολα θα παραδώσει την ερωτευμένη γυναίκα στη δημόσια χλεύη, παραποιώντας τα γεγονότα, χρησιμοποιώντας κατά το δοκούν κάποια επιβαρυντικά στοιχεία της οικογενειακής της ιστορίας ή και λέγοντας ανοιχτά ψέματα. Μέσα σε τέσσερις όλες κι όλες ημέρες, η Καταρίνα θα αποφασίσει να σκοτώσει εν ψυχρώ τον δημοσιογράφο της φυλλάδας, απαντώντας ορθολογικά (όσο μπορεί να απαντήσει κανείς ορθολογικά διαπράττοντας ένα έγκλημα) στον υπότιτλο του βιβλίου, που θέτει το ανησυχαστικό ερώτημα «Πώς γεννιέται η βία και πού μπορεί να οδηγήσει».
Γραμμένο με την ακρίβεια της εμπεριστατωμένης δημοσιογραφικής έρευνας, επικεντρωμένο στα τεκμήρια της υπόθεσης, και χωρίς την παραμικρή συναισθηματική ή ιδεολογική συμμετοχή του αφηγητή στα δρώμενα, το μυθιστόρημα του Μπελ ανατέμνει μια πραγματικότητα την οποία σήμερα ονομάζουμε fake news: ειδήσεις εξ ολοκλήρου κατασκευασμένες με σκοπό την πλήρη παραπλάνηση του αναγνωστικού κοινού για πολιτικούς πρωτίστως λόγους. Η ευθύνη της αστυνομίας, που κυνηγάει τον Λούντβιχ, ο οποίος έχει κάποια προβλήματα με το εθνικό στρατό, χωρίς κατά τα άλλα να διατηρεί την παραμικρή σχέση με την τρομοκρατία, δεν μπορεί να παραμεριστεί, το αποφασιστικό βάρος, ωστόσο, πέφτει στο μένος, τον κυνισμό και την προαποφασισμένη μοχθηρία με την οποία αντιμετωπίζει το σκανδαλοθηρικό έντυπο την Καταρίνα, φορτώνοντάς την, εκτός των άλλων, με μιαν άσχετη πολιτική ταυτότητα (την ταυτότητα της τρομοκρατίας), αλλά και επεκτείνοντας τον διασυρμό σε όλους τους φίλους και προστάτες της, που θα μεταμορφωθούν από φιλήσυχοι πολίτες σε οργισμένους επικριτές (αν όχι και ορκισμένους εχθρούς) του Τύπου.
Ο Μπελ ξεκαθαρίζει πως μιλάει για ένα πολύ συγκεκριμένο είδος δημοσιογραφίας, κάτι τέτοιο, εντούτοις, δεν τον εμποδίζει να υποδείξει ως συγγραφέας μια βαριά νοσηρή νοοτροπία, η οποία έχει φτάσει και ως εμάς πενήντα σχεδόν χρόνια μετά, εξαπλωμένη πλέον σε διεθνές επίπεδο.