Η Ελλάδα θα αυξήσει τον κατώτατο μισθό στα 880 ευρώ από τον Απρίλιο, σημειώνοντας τη συνεχιζόμενη προσπάθεια βελτίωσης των εισοδημάτων. Η Ελλάδα προετοιμάζεται για μια νέα αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Απριλίου 2025. Αυτή θα είναι η τέταρτη συνεχόμενη ετήσια αύξηση από το 2022, ακολουθώντας τη δέσμευση της κυβέρνησης να βελτιώσει σταθερά τα εισοδήματα μετά από μια δεκαετία λιτότητας. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο μεικτός μηνιαίος κατώτατος μισθός αναμένεται να αυξηθεί κατά 5% έως 6%, από 830 ευρώ σε περίπου 880 ευρώ, που ισοδυναμεί με αύξηση 40 έως 50 ευρώ. Το τελικό ποσό αναμένεται να επιβεβαιωθεί αυτή την εβδομάδα από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Αυτή η αύξηση συνάδει με τον μεσοπρόθεσμο στόχο της κυβέρνησης να φτάσει τον κατώτατο μισθό στα 950 ευρώ μέχρι το 2027, στο πλαίσιο ενός ευρύτερου οικονομικού σχεδίου, το οποίο περιλαμβάνει επίσης την αύξηση του μέσου εθνικού μισθού στα 1.500 ευρώ μέχρι την ίδια χρονιά. Αυτοί οι στόχοι έχουν επιβεβαιωθεί από τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και το Υπουργείο Εργασίας από το 2023. Σύμφωνα με την ERGANI, την εθνική βάση δεδομένων απασχόλησης, 575.000 εργαζόμενοι λαμβάνουν αυτή τη στιγμή τον κατώτατο μισθό και θα επωφεληθούν άμεσα από την αύξηση. Ο κατώτατος μισθός στον δημόσιο τομέα αναμένεται επίσης να αντιστοιχεί στον νέο κατώτατο μισθό από την 1η Απριλίου, σύμφωνα με την ανακοινωθείσα πολιτική της κυβέρνησης.
Ωστόσο, παραμένουν προκλήσεις. Η στασιμότητα των μισθών εξακολουθεί να είναι ένα πρόβλημα, καθώς το 2024 περίπου 1,1 εκατομμύριο εργαζόμενοι κέρδιζαν λιγότερα από 1.000 ευρώ το μήνα, κυρίως λόγω των περιορισμένων συλλογικών συμβάσεων εργασίας που ενισχύθηκαν κατά την περίοδο διάσωσης της Ελλάδας. Μέχρι αρχές 2025, μόνο το 26% των εργαζομένων καλύπτονται από τομεακές ή συλλογικές συμφωνίες, παρά τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για 80% κάλυψη μέχρι το 2030.
Οι ομάδες εργοδοτών και οι οικονομικές θεσμικές οργανώσεις έχουν ζητήσει προσοχή στη θέσπιση της τιμής του 2025. Η Τράπεζα της Ελλάδος προτείνει αύξηση 4% (στα 863,20 ευρώ), επικαλούμενη ανησυχίες σχετικά με τον πληθωρισμό και την ανάγκη διατήρησης της ανταγωνιστικότητας. Το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) πρότεινε αύξηση μεταξύ 3% και 5%. Το Ινστιτούτο Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) υποστηρίζει αύξηση 4,82% (στα 870 ευρώ), επισημαίνοντας τις εξωτερικές πιέσεις, όπως η αύξηση του κόστους των εισαγωγών. Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) προτιμά αύξηση 3,5% (στα 859 ευρώ), υπογραμμίζοντας την ανάγκη στήριξης των μικρότερων επιχειρήσεων που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Από το 2026, η κυβέρνηση σχεδιάζει να ομογενοποιήσει τον κατώτατο μισθό στους δημόσιους και ιδιωτικούς τομείς, δημιουργώντας μια ενιαία εθνική βάση μισθού. Αν και αυτή η πολιτική υποδηλώνει μια ισχυρότερη σύγκλιση μεταξύ των τομέων, δεν επιλύει αυτόματα το ζήτημα της συμπίεσης μισθών, όπου οι μισθοί λίγο πάνω από τον κατώτατο δεν έχουν αυξηθεί αναλογικά. Πολλοί εργαζόμενοι εξακολουθούν να κερδίζουν μόνο ελάχιστα περισσότερα από τον κατώτατο μισθό, χωρίς ουσιαστική πρόοδο.
Η κλειδί για μια ευρύτερη αύξηση μισθών μπορεί να βρίσκεται στην αναζωογόνηση των συλλογικών εργασιακών συμφωνιών, οι οποίες στο παρελθόν διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο στην καθορισμό μισθών ανά τομέα. Ωστόσο, η κυβέρνηση δεν έχει υποδείξει ότι θα αποκαταστήσει πλήρως το νομικό πλαίσιο πριν από την κρίση για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις—μια απαίτηση που έχει τεθεί από τα συνδικάτα και τις αντιπολιτευτικές παρατάξεις όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ.
Η επίτευξη του στόχου της κυβέρνησης για μέσο μισθό 1.500 ευρώ μέχρι το 2027 παραμένει αβέβαιη. Δεδομένα από την ERGANI δείχνουν ότι ο μέσος μισθός το 2024 ήταν 1.342 ευρώ, ενώ το 46,3% των εργαζομένων κέρδιζε λιγότερα από 1.000 ευρώ το μήνα. Η επίτευξη του στόχου θα απαιτήσει όχι μόνο αυξήσεις στον κατώτατο μισθό, αλλά και ευρύτερες βελτιώσεις στην παραγωγικότητα, τη ζήτηση εργασίας και τις τομεακές διαπραγματεύσεις μισθών.
Για τους ξένους παρατηρητές, οι εξελίξεις σχετικά με τους μισθούς στην Ελλάδα σηματοδοτούν μια χώρα που προσπαθεί να ισορροπήσει την οικονομική ανάκαμψη με την κοινωνική συνοχή. Η αύξηση του κατώτατου μισθού το 2025, αν και μετριοπαθής σε ονομαστικούς όρους, αντικατοπτρίζει μια ευρύτερη στρατηγική αποκατάστασης των πραγματικών εισοδημάτων μετά από χρόνια περικοπών, στασιμότητας και πληθωρισμού. Το αν αυτή η δυναμική μπορεί να διατηρηθεί—και να επεκταθεί στους μισθωτούς μεσαίου εισοδήματος—θα είναι ένα βασικό τεστ του εργασιακού μοντέλου της Ελλάδας μετά την κρίση.
Πηγή περιεχομένου: in.gr