του Ian Donald (*)
Δεν περίμενα να έχω την αντίδραση που είχα όταν έγραψα στο Twitter την ερμηνεία μου για τη βρετανική στρατηγική απέναντι στον κορονοϊό.
Δεν εργάζομαι για την κυβέρνηση. Δεν έχω πληροφόρηση «από μέσα». Εχω μελετήσει την αντιμικροβιακή αντίσταση και το πώς συμπεριφέρονται οι άνθρωποι στις κρίσεις, αλλά είμαι ψυχολόγος, όχι γιατρός ούτε επιδημιολόγος. Τα tweets μου βασίστηκαν σε αυτά που είπε ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον στην τηλεόραση.
Παρά ταύτα, μέσα σε λίγες ώρες οι αναρτήσεις μου είχαν αναπαραχθεί δεκάδες χιλιάδες φορές και είχαν φτάσει σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους. Γονείς με ρωτούσαν τι να κάνουν με τα παιδιά τους με άσθμα και γιατροί μου είπαν ότι ήταν η πρώτη φορά που καταλάβαιναν σε τι συνίσταται η κυβερνητική στρατηγική.
Το βρήκα πολύ ανησυχητικό ότι tweets που γράφτηκαν από έναν ψυχολόγο ενώ μαγείρευε είχαν γίνει μια σημαντική πηγή πληροφόρησης για τόσο πολλούς ανθρώπους. Αυτό δείχνει ότι η βρετανική κυβέρνηση είναι ανίκανη να ενημερώσει τον κόσμο για το πώς μάχεται την επιδημία.
Με δεδομένους τους κινδύνους που έχει αυτή η προσέγγιση, πρόκειται για ένα πραγματικό πρόβλημα.
Η προσέγγιση της Βρετανίας είναι διαφορετική από τις προσεγγίσεις σχεδόν όλων των υπολοίπων κυβερνήσεων. Αντί να αποκλείσει γρήγορα τη χώρα, με μαζικές καραντίνες και κοινωνική απομόνωση, η κυβέρνηση προσπάθησε α διαχειριστεί την επιδημία αυξάνοντας και μειώνοντας σταδιακά διάφορα μέτρα ελέγχου.
Ο στόχος φαίνεται να είναι να μην υπερφορτωθεί το σύστημα υγείας και να συνεχίσει να λειτουργεί η οικονομία, ενώ ο ιός κυκλοφορεί μεταξύ των πιο υγιών πολιτών.
Η θεωρία, που είναι αμφιλεγόμενη, στηρίζεται στο επιχείρημα ότι οι χώρες που έχουν υιοθετήσει σκληρότερα μέτρα θα παραμείνουν ευάλωτες σε ένα νέο ξέσπασμα της επιδημίας. Η Βρετανία, αντίθετα, θα έχει χτίσει τη λεγόμενη ανοσία της αγέλης, όπου ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα έχει προσβληθεί, θα έχει συνέλθει και θα έχει αναπτύξει αντισώματα.
Αν η βρετανική προσέγγιση λειτουργήσει, θα έχουν σωθεί και ζωές και η οικονομία. Υπάρχουν όμως κίνδυνοι. Και ο μεγαλύτερος από αυτούς είναι να σημειωθούν περισσότεροι θάνατοι από αυτούς που θα σημειωθούν σε χώρες οι οποίες κινήθηκαν γρήγορα προς την κοινωνική απομόνωση.
Για να έχει επίσης πιθανότητες να φέρει αποτελέσματα αυτή η προσέγγιση, θα πρέπει η κυβέρνηση να καταστήσει σαφές στην κοινή γνώμη τι κάνει, ώστε να αλλάξει η συμπεριφορά των πολιτών όσο προελαύνει η επιδημία. Και αυτό δεν φαίνεται να συμβαίνει.
Για μια κυβέρνηση που έχει πείσει τον λαό ότι το Brexit είναι μια καλή ιδέα, και ότι οι Συντηρητικοί είναι το κόμμα του λαού, η διαχείριση της κρίσης είναι ανεπαρκής.
Η έρευνα που έχω κάνει εγώ και οι συνάδελφοί μου για το πώς συμπεριφέρονται οι άνθρωποι σε γεγονότα που απειλούν τη ζωή όπως οι φωτιές δείχνει ότι συμπεριφέρονται σε τρία στάδια. Πρώτον, αξιολογούν τι συμβαίνει, συγκεντρώνοντας και ερμηνεύοντας πληροφορίες. Δεύτερον, αποφασίζουν τι θα κάνουν. Και τρίτον, αναλαμβάνουν δράση.
Η βρετανική κοινή γνώμη βρίσκεται αυτή η στιγμή ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο στάδιο. Τώρα λοιπόν πρέπει η κυβέρνηση να ενημερώσει σωστά, ώστε οι πολίτες να γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν, τι κίνδυνοι υπάρχουν και πότε πρέπει να αναλάβουν δράση.
Όταν απουσιάζει η πληροφόρηση, οι πολίτες πιάνονται από όποια πληροφορία βρίσκουν λογική, ανεξάρτητα από το ποιος τη μεταδίδει. Αυτό είναι επικίνδυνο, ιδιαίτερα όταν υπάρχει τόση παραπληροφόρηση στα μέσα ενημέρωσης.
Ούτε τα γραφήματα και οι καμπύλες είναι ικανά να περνούν τα αναγκαία μηνύματα. Για όσους από εμάς εργαζόμαστε κάθε μέρα με στοιχεία και στατιστικές, τα γραφήματα έχουν νόημα. Οι υπόλοιποι όμως έχουν την αίσθηση ότι η βρετανική κυβέρνηση βρίσκεται πολύ πίσω από τις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Για να διορθωθεί αυτή η εικόνα, χρειάζεται ένας άνθρωπος που να δίνει με σαφήνεια τα απαραίτητα μηνύματα. Ο Μπόρις Τζόνσον είναι ακατάλληλος γι’αυτό. Οι ιατρικοί σύμβουλοι της κυβέρνησης κάνουν καλή δουλειά, αλλά δεν μπορούν να εξηγήσουν τη στρατηγική που ακολουθείται.
Ισως οι πολίτες να θυμούνται τον Ιαν ΜακΝτόναλντ, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως εκπρόσωπος του υπουργείου Εθνικής Αμυνας την περίοδο του πολέμου των Φόκλαντ. Για να φέρει αποτελέσματα η κυβερνητική προσέγγιση, χρειάζεται ένας άνθρωπος σαν κι αυτόν για να εξηγήσει στους πολίτες τι τους ζητείται να κάνουν και τι κινδύνους έχει.
(*) Ο Ιαν Ντόναλντ είναι επίτιμος καθηγητής ψυχολογικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ
(Πηγή: Politico.eu)