«Κι αν είναι με το θέλημα,
άσπρη μου περιστέρα
ανοίξατε την πόρτα σας
να πούμε “ καλησπέρα”.
και ακόμα δεν τον ηύρηκες
τον μάνταλο ν’ ανοίξεις
να μασε βάλεις μια ρακή
κι ύστερα να σφαλίξεις».
Τα κρητικά κάλαντα των Χριστουγέννων είναι τα τελευταία χρόνια πολύ συνηθισμένο να ακούγονται στα σπίτια χωριών αλλά και πόλεων του νησιού. Η επιστροφή στην παράδοση, που επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό, με τη συμβολή πολιτιστικών αλλά και εκπαιδευτικών συλλόγων που αναζητούν ενόψει των ημερών , έθιμα της Κρήτης για να διδάξουν στους μαθητές τους, έχει ως αποτέλεσμα να “πλημμυρίζουν” οι γειτονιές με χριστουγεννιάτικους ήχους που ακούγονταν την παραμονή των Χριστουγέννων κυρίως στα χωριά. Στις μεγαλύτερες πόλεις, τα κάλαντα ξεκινούν από νωρίς το πρωί όπου μικρά παιδιά, με τα τρίγωνά τους χτυπούν τις πόρτες και περιμένουν στην ερώτησή τους «Να τα πούμε;» την πολυπόθητη απάντηση «Να τα πείτε» για να ξεκινήσουν.
Συχνά τα παιδιά εκτός από τρίγωνα στα χέρια κρατούν και παραδοσιακή λύρα.
Ως έθιμο πλέον θεωρείται και η μουσική «βόλτα» της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του δήμου Ηρακλείου, την παραμονή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Τα μέλη της Φιλαρμονικής που επισκέπτονται την Περιφέρεια και τον δήμο Ηρακλείου για να πουν τα κάλαντα στον περιφερειάρχη και τον δήμαρχο, διανύουν την απόσταση μεταξύ των δύο κτιρίων, παίζοντας τα κάλαντα και σκορπώντας χριστουγεννιάτικες νότες στο κέντρο της πόλης που παραδοσιακά έχει αρκετό κόσμο, λόγω των ημερών.
Τα γευστικά έθιμα των ημερών περιλαμβάνουν χοιρινό αλλά και λαχταριστά γλυκά, όπως μελομακάρονα και κουραμπιέδες, με την προσθήκη του προσφυγικού στοιχείου της πόλης που θέλει τις νοικοκυρές να κατασκευάζουν τον μικρασιάτικο μπακλαβά.
Παλιότερα στα περισσότερα χωριά οι οικογένειες κατά τη διάρκεια του χρόνου μεγάλωναν ένα γουρούνι για να το σφάξουν τις γιορτινές μέρες. Την παραμονή των Χριστουγέννων, συνήθως, έσφαζαν το χοίρο και με το κρέας του έφτιαχναν από λουκάνικα και απάκια μέχρι τσιλαδιά (ή αλλιώς πηχτή) αλλά και σύγκλινα.