Η παραγωγή κοκαΐνης στην Κολομβία φθάνει σε ιστορικό επίπεδο το 2023, προκαλώντας σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια και το περιβάλλον.
Η παραγωγή κοκαΐνης κατέγραψε εκρηκτική αύξηση (+53%) το 2023 στην Κολομβία, φθάνοντας σε επίπεδο που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ, διαπιστώνει κοινή έκθεση της κολομβιανής κυβέρνησης και της υπηρεσίας του ΟΗΕ κατά των ναρκωτικών (ONUDC). Η παραγωγή υδροχλωρικής κοκαΐνης έφθασε έτσι την περασμένη χρονιά τους 2.664 τόνους, σύμφωνα με την έκθεση αυτή, που δημοσιοποιήθηκε χθες Παρασκευή στην Μπογοτά. Η καλλιέργεια κόκας και η παραγωγή κοκαΐνης συνεχίζουν ν’ αποτελούν απειλή για το περιβάλλον.
Οι ζώνες όπου καλλιεργείται κόκα, τα φύλλα της οποίας είναι η πρώτη ύλη στην παραγωγή κοκαΐνης, επίσης μεγεθύνθηκαν κατά 10%, και εκτείνονται πλέον σε 2.530.000 στρέμματα της κολομβιανής επικράτειας. Αντίθετα με την αύξηση η οποία παρατηρήθηκε μεταξύ του 2021 και του 2022 και ήταν επικεντρωμένη κυρίως στον νομό Πουτουμάγιο, η αύξηση αυτή τη φορά είναι πιο γενικευμένη, αφορά 16 από τους 19 νομούς όπου έχει καταγραφεί η παρουσία καλλιεργειών κόκας.
Η Κάουκα και η Ναρίνιο, όπου είναι έντονη η παρουσία ένοπλων οργανώσεων, επλήγησαν περισσότερο. Σε τέσσερις νομαρχίες, οι καλλιέργειες κόκας είναι μεγαλύτερες από 300.000 στρέμματα: στην Κάουκα, στη Ναρίνιο, στην Πουτουμάγιο και στη Βόρεια Σανταντέρ.
Η έκθεση καταπιάνεται ιδιαίτερα με δεκαπέντε θυλάκους παραγωγής, όπου είναι συγκεντρωμένο το 39% της έκτασης καλλιεργειών κόκας, σε μόλις το 14% της επικράτειας. Στο κείμενο εκφράζεται ιδιαίτερη ανησυχία για τις ζώνες επέκτασης, όπου οι καλλιέργειες κόκας δεν είναι παρούσες παρά εδώ και μόλις τρία χρόνια, το 40% εκ των οποίων βρέχεται από τον Ειρηνικό Ωκεανό.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως σε ορισμένους νομούς, οι τιμές των παραγώγων των φύλων κόκας έχουν φθάσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ σε άλλες περιοχές δεν υπάρχει αγορά εξαιτίας της έλλειψης αγοραστών. Παρ’ όλ’ αυτά, στη μεγάλη πλειονότητά τους, στις καλλιέργειες κόκας συνεχίζεται η συγκομιδή και οι περιορισμοί της αγοράς οδήγησαν σε στοκ πάστας κοκαΐνης και βάσης κοκαΐνης, που ενίοτε χρησιμοποιούνται για εμπορικές συναλλαγές.
Η καλλιέργεια κόκας και η παραγωγή κοκαΐνης συνεχίζουν ν’ αποτελούν απειλή για την προστασία του περιβάλλοντος, για τη βιοποικιλότητα και την πολιτισμική ποικιλομορφία, τονίζεται στο κείμενο, που δημοσιοποιήθηκε λίγα 24ωρα προτού αρχίσει στην Κάλι η COP16, το παγκόσμιο φόρουμ για τη βιοποικιλότητα.
Η παραγωγή εντοπίζεται κατά το 4% σε εθνικά πάρκα, κατά το 10% σε προστατευόμενες περιοχές αυτοχθόνων, κατά το 14% σε δασικές εκτάσεις και κατά το 20% σε εδάφη Αφροκολομβιανών. Στις ζώνες με τις μεγαλύτερες καλλιέργειες κόκας, το 98% του εδάφους ελέγχεται από τουλάχιστον μια ένοπλη οργάνωση.
Οι ένοπλες οργανώσεις που ενέχονται στη διακίνηση ναρκωτικών, όπως ο ELN και διαφωνούντες των πρώην FARC, διατηρούν σχέσεις με το διεθνές οργανωμένο έγκλημα, το οποίο επικεντρώνεται στην παραγωγή και στη διακίνηση κοκαΐνης. Αυτές οι τρομακτικοί αριθμοί ανακοινώνονται με υπόβαθρο τη μεγάλη επέκταση της αγοράς της κοκαΐνης, με την αύξηση της κατανάλωσης να έχει φθάσει το 20% σε παγκόσμια κλίμακα εδώ και δέκα χρόνια.