Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα πάψουν να είναι ρυθμισμένη αγορά και θα περάσουν σε καθεστώς ελεύθερου ανταγωνισμού, μετά από μια μεταβατική περίοδο κατά την οποία θα συνεχιστούν οι μειοδοτικοί διαγωνισμοί για τον καθορισμό των εγγυημένων τιμών απορρόφησης της «πράσινης» ενέργειας.
Αυτό προκύπτει από την τοποθέτηση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστή Χατζηδάκη, σε σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε σήμερα για την αποτίμηση του υφιστάμενου πλαισίου των διαγωνιστικών διαδικασιών για τα έργα ΑΠΕ (η ισχύς του οποίου εκπνέει στο τέλος του έτους) και τη χάραξη της διάδοχης κατάστασης.
Στην εισαγωγική του τοποθέτηση, ο κ. Χατζηδάκης σημείωσε: «Πριν από 10-15 χρόνια, έπρεπε να δοθούν ισχυρά κίνητρα στις ΑΠΕ για να τις γνωρίσουν οι επενδυτές και να τοποθετηθούν σε αυτόν τον τομέα. Από τότε τα πράγματα άλλαξαν πολύ, και στην Ευρώπη, και στην Ελλάδα. Οι ΑΠΕ είναι βασικός μοχλός της παραγωγής ενέργειας και θα γίνουν ακόμα περισσότερο.
Μια θετική προσαρμογή για τον χώρο έχει γίνει το τελευταίο διάστημα με την απλοποίηση των αδειοδοτήσεων. Θα προχωρήσουμε και σε δεύτερο ‘κύμα’ απλοποίησης σε συνεργασία με την αγορά. Υπάρχει μια πλημμυρίδα αιτήσεων για αδειοδότηση έργων ΑΠΕ. Εάν υλοποιηθούν όλα, θα έχουμε ΑΠΕ που θα καλύπτουν στο πολλαπλάσιο τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι οι ΑΠΕ θα πρέπει να πάψουν να είναι ρυθμισμένη αγορά. Θα πρέπει σταδιακά να αρχίσουν να λειτουργούν όπως και στις περισσότερες (αν όχι σε όλες) τις χώρες της Ευρώπης.
Λόγω του Target Model, θα περάσουμε σε ένα καθεστώς ελεύθερου ανταγωνισμού με ό,τι αυτό συνεπάγεται, με σεβασμό στους κανόνες, τις δεσμεύσεις μας έναντι στην Ε.Ε., με βάση τις προβλέψεις του Συντάγματος. Μας ενδιαφέρει να στηρίξουμε τους παραγωγούς, αλλά μας ενδιαφέρουν ασφαλώς και οι τιμές που πληρώνει η βιομηχανία και ο μέσος καταναλωτής. Δεν είναι ανεκτό η Ελλάδα να έχει την υψηλότερη χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ε.Ε.. Θεωρώ ντροπή το ότι είμαστε οι τελευταίοι που δεν έχουμε εφαρμόσει το Target Model.
Θα προχωρήσουμε παράλληλα σε μια περαιτέρω διευκόλυνση της αδειοδότησης, αίροντας τα όποια γραφειοκρατικά εμπόδια, αλλά και σε έναν εξορθολογισμό της αγοράς. Διαγωνισμοί θα υπάρχουν μεταβατικά, στη συνέχεια όμως θα περάσουμε πλήρως στις προβλέψεις του Target Model. Αυτό σημαίνει μακροπρόθεσμες συμβάσεις μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών (PPA) και ό,τι συμβαίνει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου βιομηχανία και καταναλωτές έχουν χαμηλότερες τιμές και οι παραγωγοί έχουν κέρδη. Αυτή είναι η πολιτική κατεύθυνση».
Η γενική γραμματέας του ΥΠΕΝ, Αλεξάμδρα Σδούκου, έκανε λόγο για σαφώς θετική αποτίμηση του υφιστάμενου διαγωνιστικού πλαισίου. Όπως είπε «στην περίοδο 2018-2020 ‘κλείδωσαν’ τιμές αιολικοί και φωτοβολταϊκοί σταθμοί συνολικής ισχύος 2,7 GW, ενώ παρατηρήθηκε και σημαντική υποχώρηση των τιμών, ακολουθώντας βέβαια και την ευρύτερη τάση απομείωσης του κόστους παραγωγής». Όπως υπογράμμισε, βασικός άξονας του νέου σχεδίου (που θα πρέπει να ετοιμαστεί άμεσα από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και να σταλεί στην Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ε.Ε. ώστε να εγκριθεί πριν την 1η Ιανουαρίου 2021 και να μην υπάρχει θεσμικό κενό) είναι να διασφαλίζεται χαμηλότερο κόστος ενέργειας, επ’ ωφελεία του τελικού καταναλωτή.
«Συμφωνούμε όλοι όμως, ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη και είναι απαραίτητη μια μεταβατική περίοδος που θα επιτρέψει στον κλάδο των ΑΠΕ να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα που θα δημιουργήσει το Target Model, ώστε η μετάβαση στο νέο περιβάλλον λειτουργίας να γίνει ομαλά και να μην ανακόψει την ισχυρή δυναμική του τομέα».
Στη σύσκεψη συμμετείχαν, ο επικεφαλής της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, Θανάσης Δαγούμας, ο διευθύνων σύμβουλος του Ελληνικού Χρηματιστηρίου Ενέργειας, Γιώργος Ιωάννου, ο διευθύνων σύμβουλος του Διαχειριστή ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης (ΔΑΠΕΕΠ) Γιάννης Γιαρέντης, καθώς και εκπρόσωποι των θεσμικών φορέων του κλάδου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.