Απόψε όταν το Μπιγκ Μπεν σημάνει μεσάνυχτα η αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας από την ΕΕ θα είναι μια πραγματικότητα. Ωστόσο, δεν πρόκειται πραγματικά για BREXIT, αλλά για την αφετηρία της διαδικασίας αποχώρησης, καθώς τουλάχιστον έως το τέλος του 2020, το Ηνωμένο Βασίλειο θα εξακολουθήσει να διέπεται από τους ισχύοντες κανόνες και τη νομοθεσία της ΕΕ -αν και δεν θα είναι νομικό μέλος της ΕΕ-, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής του βρετανικού πανεπιστημίου London School of Economics (LSE), Κέβιν Φερδερστόουν (Kevin Featherstone). Πρόκειται, δηλαδή, για τις διαπραγματεύσεις που θα αρχίσουν και οι οποίες θα δώσουν τη σωστή διάσταση του BREXIT, δηλαδή τη σχέση που θα ισχύσει μετά την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ.
Λίγες ώρες πριν από το BREXIT, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο καθηγητής Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών, στην έδρα «Ελευθέριος Βενιζέλος», και Ευρωπαϊκής Πολιτικής επιχειρεί να περιγράψει το νέο τοπίο που θα διαμορφωθεί στη Μεγάλη Βρετανία. Ειδικότερα, εκτιμά πως οι επιπτώσεις από το BREXIT θα γίνουν ορατές σταδιακά και δεν θα είναι πάντα διαφανείς, ενώ σημειώνει πως στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι ο οικονομικός αντίκτυπος -τουλάχιστον μέχρι το 2030- θα είναι αρνητικός, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό.
Εστιάζοντας στον απόηχο που θα έχει το Brexit στους ίδιους τους Βρετανούς, επισήμανε πως δεν θα είναι εύκολο να κατανοήσουν την αιτιακή επίδραση του χωριστά από άλλα διεθνή γεγονότα, όπως από μια ευρύτερη ύφεση στη διεθνή οικονομία ή από τη μεταβαλλόμενη της ζήτησης για αυτοκίνητα. Σε αυτό το πλαίσιο, ανέφερε πως η δημόσια συζήτηση θα «αντιστραφεί» με βασικό ερώτημα: τι θα γινόταν αν το Ηνωμένο Βασίλειο παρέμενε μέλος της ΕΕ;
Εξίσου, ο Βρετανός καθηγητής σκιαγραφεί και το νέο μωσαϊκό που θα διαμορφωθεί στις σχέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου με την ΕΕ, με έμφαση στην οικονομία. Στην εξίσωση των σχέσεων του Ηνωμένου Βασιλείου με την ΕΕ ο καθηγητής του LSE κάνει ειδική αναφορά στην παράμετρο των ελληνοβρετανικών σχέσεων. Συγκεκριμένα, εκτιμά πως σε ό,τι αφορά τις σχέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ελλάδα -όπως για τις σχέσεις του με οποιαδήποτε χώρα της ΕΕ- οι οικονομικές επιπτώσεις θα είναι αρνητικές. «Οι δύο χώρες δεν μπορούν να αποκλίνουν στους κανόνες της αγοράς ή να βάλουν εμπόδια, και ακόμα έχουν την ίδια εμπορική σχέση. Δεν μπορεί να είναι αμοιβαία επωφελής (win-win) από οικονομική άποψη. Κανένας δεν παίρνει διαζύγιο επειδή θέλουν να είναι πιο κοντά» προσέθεσε.
Ερωτηθείς για τη μελλοντική σχέση του Ηνωμένου Βασιλείου με την ΕΕ, απάντησε πως δεν είναι αρκετός ο χρόνος ώστε ΗΒ και ΕΕ να διαπραγματευτούν μια σε βάθος ουσιαστική σχέση. Το μόνο ρεαλιστικό σενάριο, προσέθεσε, είναι να υπογραφεί μια πολύ στοιχειώδης συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών για εμπορεύματα και, ενδεχομένως, και μια βασική συμφωνία σε ορισμένους ειδικούς τομείς -που θα δοθούν λεπτομερέστερα στη δημοσιότητα αργότερα. Εκτίμησε δε πως μια βαθύτερη συμφωνία θα χρειαστεί χρόνια και όσο περισσότερο χρόνο διαρκέσει τόσο μεγαλύτερη αναστάτωση θα προκαλεί στην οικονομία.
Αναμένετε ότι στο μέλλον το Ηνωμένο Βασίλειο θα προσπαθήσει να εισέλθει ξανά στην ΕΕ; «Νομίζω ότι το πιο ρεαλιστικό σενάριο είναι ότι αρχίζουμε με ένα διαζύγιο και καταλήγουμε να ρωτάμε αν μπορούμε να κινηθούμε λίγο πιο κοντά. Με άλλα λόγια, θα μπορούσαμε να αρχίσουμε με μια συμφωνία σαν αυτή που έχει ο Καναδάς με την ΕΕ και στη συνέχεια η Μεγάλη Βρετανία να ζητήσει πιο στενή συνεργασία, όπως η συμφωνία που έχει η Νορβηγία με την ΕΕ» απάντησε ο Βρετανός καθηγητής.
Τέλος, σε ερώτηση για την τουρκική προκλητική στην Ανατολική Μεσόγειο, ο Κέβιν Φερδερστόουν είπε πως φυσικά η Τουρκία είναι επιθετική και παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο. Σημείωσε πως η στάση της Τουρκίας δεν προκαλεί έκπληξη και επισήμανε πως η αντιμετώπισή της θα αποτελέσει τεστ για τη θέση της ΕΕ στον κόσμο: «Ο μεγαλύτερος φόβος μου είναι ότι η επιθετικότητα και οι παραβιάσεις της Τουρκίας απλώς θα αντιμετωπιστούν από την ΕΕ με δηλώσεις και όχι από πραγματική δράση».
Δημήτρης Μάνωλης