Αυτοσυγκράτηση, ψυχραιμία και προσοχή συνέστησε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας Τουρκίας-ΗΠΑ για τη βορειοανατολική Συρία.
Μιλώντας στην εκπομπή του Παύλου Τσίμα «Αποτύπωμα» στον τηλεοπτικό σταθμό «Σκάι», στην οποία συμμετείχε και ο πρώην υπουργός Άμυνας ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης, ο κ. Δένδιας είπε πως «πρέπει να δούμε τι από αυτά [που προβλέπονται βάσει της συμφωνίας] θα εφαρμοστεί» και ότι «δεν πρέπει κανείς να βιάζεται σε αυτά τα πράγματα», απεναντίας «πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί».
«Προφανώς είναι καλύτερα έτσι παρά να χανόντουσαν ανθρώπινες ζωές, να υπήρχαν στρατιωτικές επιχειρήσεις, να είχαμε πρόσφυγες, να διεξαγόταν στην περιοχή μας άλλη μια πολεμική σύγκρουση. Τι θα σημάνει αυτό το πράγμα είναι πολύ νωρίς να το πούμε. Πρέπει να περιμένουμε να καθίσει η σκόνη, [ώστε να διαπιστωθεί] πώς θα εξελιχθεί. Όλα αυτά τα πράγματα χρειάζονται πολύ μεγάλη αυτοσυγκράτηση και ψυχραιμία» ήταν η αντίδραση του υπουργού Εξωτερικών.
«Βλέπουμε την Τουρκία ως ίσος προς ίσο»
Αναφερόμενος στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο υπουργός Εξωτερικών σημείωσε πως η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να επιχειρήσει να βρει τρόπους διεξαγωγής διαλόγου, αλλά δεν θα συρθεί να συζητήσει εκτός του πλαισίου του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συνθηκών, ότι υπάρχουν σαφείς κόκκινες γραμμές και ότι η χώρα θα τις τηρήσει, καθώς και ότι δεν εκχωρεί το παραμικρό από τα εθνικά της συμφέροντα.
«Δεν μπορούμε να παραχωρήσουμε την Ελλάδα ελάσσονα από αυτή που την παραλάβαμε. Θα κάνουμε πάντοτε αυτό που πρέπει. Όμως ούτε λεονταρισμούς ούτε φωνές. Ευθεία εξήγηση απέναντι στην τουρκική πλευρά, ποια είναι τα συμφέροντά μας, τι είναι κατά την άποψη μας το διεθνές δίκαιο, ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές μας. Και αέναη, διαρκής προσπάθεια να βρούμε συμπτώσεις» απόψεων, ανέφερε ο υπουργός Εξωτερικών. Σε αυτό το πλαίσιο, επισήμανε πως ο σημερινός πρωθυπουργός «είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να βρει η Τουρκία αν ψάχνει να βρει ειλικρινή συνομιλητή, στο πλαίσιο όμως του διεθνούς δικαίου και του αμοιβαίου σεβασμού των εθνικών συμφερόντων».
Αποκρυσταλλώνοντας περαιτέρω το μήνυμά του, ο υπουργός Εξωτερικών τόνισε πως η Ελλάδα δεν είναι μια αδύναμη, μικρή περιφερειακή χώρα, αλλά μια χώρα που έχει σημαντικές δυνατότητες και ότι βλέπει την Τουρκία ως ίσος προς ίσον. «Το λέω στους φίλους μας και το λέω και στους όχι τόσο φίλους μας. Οφείλουμε να έχουμε μεγάλη αυτοπεποίθηση. Δεν είμαστε μια αδύναμη, μικρή περιφερειακή χώρα που εξαρτάται από τον άνεμο, την τύχη, τις θελήσεις του όποιου μας επιβουλεύεται. Έχουμε σημαντικές δυνατότητες, έχουμε επιβιώσει χιλιάδες χρόνια. Αισθάνομαι ότι την Τουρκία τη βλέπουμε ως ίσος προς ίσον, στα μάτια και ευθέως, με σεβασμό, με ευχή να πάει καλά, να μπορέσει κάποια στιγμή να φτάσει σε επαφή με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, να απολαμβάνουν οι πολίτες της τα ανθρώπινα δικαιώματα που απολαμβάνει ο Ευρωπαίος πολίτης, το επίπεδο ζωής που απολαμβάνει ο Ευρωπαίος πολίτης. Τα εύχομαι όλα αυτά για την Τουρκία, να γίνουμε μια περιοχή ειρήνης και σταθερότητας, αλλά την Τουρκία τη βλέπουμε στα ίσα. Μπορούμε να βελτιώσουμε τις δυνατότητες μας, μπορούμε να εμβαθύνουμε τις συνεργασίες μας, είμαστε όμως μια χώρα η οποία έχει καταφέρει πολύ σημαντικά πράγματα», επέμεινε.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του, είπε πως «θα ήταν μεγάλη αφέλεια, ανοησία μας η στρατιωτικοποίηση των κρίσεων με την Τουρκία» και παρατήρησε: «Αυτό ίσως επιδιώκει η άλλη πλευρά πολλές φορές, να μας οδηγήσει σε τέτοια αντιμετώπιση» που τελικά οδηγεί «τους συμμάχους και τους φίλους μας, και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, να μας βλέπουν και τους δύο σαν καβγατζήδες της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, τους οποίους πρέπει να αντιμετωπίσουν με ίσες αποστάσεις». Κατέστησε σαφές πως η Ελλάδα είναι αγκυροβολημένη στο διεθνές δίκαιο, στις υπάρχουσες συνθήκες και στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας και ότι σε αυτή τη βάση συζητά. Συνεχίζοντας στο ίδιο μήκος κύματος, ανέφερε πως «θα είναι τεράστια ανοησία στο πλαίσιο του πειρασμού της κλιμάκωσης, να αφήσουμε αυτή τη στέρεη θέση και να ξεκινήσουμε προς ένα πέλαγος που δεν θα μας πάει πουθενά». Διαμήνυσε εξίσου πως δεν είναι μια θέση που την κρατάει φοβικά η Ελλάδα, αλλά αυτό είναι το DNA της.
«Παράγοντας σταθερότητας η αμυντική συνεργασία Ελλάδας-ΗΠΑ»
Σε ό,τι αφορά το κεφάλαιο των σχέσεων της Ελλάδας με τις ΗΠΑ και ιδιαίτερα την τροποποίηση της διμερούς αμυντικής συμφωνίας που υπέγραψαν πρόσφατα οι δύο χώρες, ο κ. Δένδιας τόνισε πως δεν στρέφεται εναντίον οποιουδήποτε άλλου κράτους, απεναντίας λειτουργεί σαν παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή.
Eρωτηθείς σχετικά εκτίμησε πως υπάρχουν συνθήκες που επιτρέπουν δυνάμει την επανεμφάνιση της τζιχαντιστικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος, και σημείωσε πως αν αυτό γίνει ή όχι δεν μπορούμε να το ξέρουμε. «Είναι φανερό ότι αυτή η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη για την καταπολέμηση του ISIS από αυτό που είχαμε πριν» προσέθεσε, χρησιμοποιώντας το ακρώνυμο στα αγγλικά της παλιότερης ονομασίας του ΙΚ.
Στην εκτίμηση αυτή συμφώνησε και ο κ. Αποστολάκης.
Ευάγγελος Αποστολάκης: «Είναι μια καλή εξέλιξη» η συμφωνία ΗΠΑ-Τουρκίας
«Είμαστε σε μια καλή εξέλιξη, το γεγονός ότι φαίνονται πιθανότητες να σταματήσει η επέμβαση. Ας το δούμε μέχρι το τέλος, γιατί δεν είμαστε σίγουροι ότι θα τελειώσει η υπόθεση έτσι όπως έχει ξεκινήσει» σχολίασε σε ανάλογο πνεύμα για τη συμφωνία ΗΠΑ-Τουρκίας ο πρώην υπουργός Άμυνας και ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης. Αναφερόμενος περαιτέρω στη συμφωνία, ο κ. Αποστολάκης παρατήρησε πως ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν θα μπορούσε να σταματήσει αν δεν έπειθε τη διεθνή κοινή γνώμη και το εσωτερικό του ότι αυτά που ήθελε να πετύχει τα πέτυχε. «Το αν τα πήρε ή όχι, είναι κάτι που χωράει πολλή συζήτηση. Ας είμαστε αισιόδοξοι ότι θα τελειώσουν οι εχθροπραξίες και ότι θα βρεθεί κάποια λύση» προσέθεσε.
Σε αυτό το πλαίσιο, προέτρεψε πως η Ελλάδα θα πρέπει να πιέσει την ΕΕ «να παίρνει λίγο πιο γρήγορες αποφάσεις και να είναι αποτελεσματική».
Ο κ. Αποστολάκης, προχωρώντας σε μια αρχική αποτίμηση, παρατήρησε πως καταρχήν «περισώζονται οι Κούρδοι» και ότι «ο [πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ] Άσαντ ελέγχει την περιοχή που είχαν οι Κούρδοι, και βρίσκεται μια μικρή ζώνη ασφαλείας ούτως ώστε να αφήσει και τους Τούρκους με την αίσθηση και το περιθώριο να πούνε αυτό που θέλανε».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο πρώην υπουργός Άμυνας εκτίμησε πως «αν η Τουρκία βγει ενισχυμένη από την επέμβαση στη Συρία είναι σίγουρο ότι η όρεξη της θα είναι μεγαλύτερη για την ανατολική Μεσόγειο και οι δυνατότητες να την κοντρολάρει η διεθνής κοινότητα θα είναι μικρότερες».
Περαιτέρω επανέλαβε πως «αν προκύψει σύγκρουση πολεμική θα είμαστε μόνοι μας, αλλά αυτό που πρέπει να εξασφαλιστεί είναι να μην φτάσουμε εκεί, και οι συμμαχίες και οι σύμμαχοί μας και οι φίλοι μας μάς στηρίζουν σε αυτό. Κι αυτό θέλουμε, να μην οδηγηθεί η κατάσταση σε μια τέτοια στιγμή». Αναφερόμενος στην αναβάθμιση της αμυντικής συμφωνίας Ελλάδας-ΗΠΑ, είπε πως προσθέτει ένα στοιχείο ασφαλείας στη χώρα μας. «Η αύξηση της παρουσίας των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στην Ελλάδα δίνει και μια αίσθηση ασφαλείας. Είναι δύσκολο να σκεφτούμε ότι μια βάση η οποία έχει αμερικάνικη παρουσία θα απειληθεί. Συμπερασματικά καταλήγουμε ότι είναι πολύ καλύτερα η κατάσταση αυτή από το να μην έχουμε τη συμφωνία. Στην ουσία έγινε ένα νοικοκύρεμα της συμφωνίας που ήδη υπάρχει» επεξήγησε.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ακτινογραφώντας τη διαχρονική πολιτική του Ερντογάν, είπε πως «φθάσαμε πολλές φορές σε περιστατικά που θα μπορούσαν να εξελιχθούν αν κλιμακώναμε σε [νέα] Ίμια. Ευτυχώς πέρασε αυτή η περίοδος. Η ψυχραιμία λέει να μην κλιμακώσεις αν δεν ξέρεις πώς θα αποκλιμακώσεις».
Ο πρώην υπουργός Άμυνας και ναύαρχος ε.α. αντέταξε για τη χώρα μας την ανάγκη διατήρησης ισχυρών συμμαχιών, αλλά και ισχυρών ενόπλων δυνάμεων.