Αναλύουμε τη γνώμη του γενικού εισαγγελέα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τον κατώτατο μισθό στην ΕΕ και τις επιπτώσεις της. Σήμερα, ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα ανέρχεται στα 830 ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 28% από το 2019. Ωστόσο, ο γενικός εισαγγελέας Νικόλαος Αιμιλίου, του Δικαστηρίου της ΕΕ, θεωρεί ότι η ύπαρξη του κατώτατου μισθού είναι αμφίβολη. Στις 14 Ιανουαρίου, γνωμοδότησε ότι η οδηγία για τον κατώτατο μισθό είναι ασυμβίβαστη με το δίκαιο της ΕΕ και πρέπει να ακυρωθεί.
Η Οδηγία (ΕΕ 2022/2041) για τους επαρκείς κατώτατους μισθούς στην ΕΕ εκδόθηκε το 2022 με την υποστήριξη 24 από τα 27 κράτη μέλη. Αποσκοπούσε στη διασφάλιση επαρκών επιπέδων κατώτατου μισθού και την προώθηση των συλλογικών συμβάσεων, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης αλλαγής παραδείγματος. Παρόλα αυτά, η Δανία και η Σουηδία καταψήφισαν την υιοθέτησή της, υποστηρίζοντας ότι μπορεί να απειλήσει τα εθνικά τους μοντέλα εργασίας.
Η γνωμοδότηση του γενικού εισαγγελέα έρχεται σε αντίθεση με τις προηγούμενες νομικές γνωμοδοτήσεις που εξέδωσαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η κύρια διαφωνία τους έγκειται στην ερμηνεία του άρθρου 153 της Συνθήκης της ΕΕ, το οποίο περιορίζει την αρμοδιότητα της ΕΕ σε ζητήματα αμοιβών.
Σύμφωνα με τις αναλύσεις των ειδικών, η ευρωπαϊκή οδηγία δεν καθορίζει άμεσα τα επίπεδα μισθών, αλλά παρέχει ένα πλαίσιο για τη θέσπιση θεσμοθετημένων κατώτατων μισθών. Παρόλα αυτά, ο γενικός εισαγγελέας υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε μορφή ρύθμισης για τις αμοιβές αντιβαίνει το δίκαιο της ΕΕ. Αν αυτή η διάκριση δεν αντέξει, η επιχειρηματολογία του ενδέχεται να καταρρεύσει.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν είναι δεσμευτικές, ωστόσο, το Δικαστήριο της ΕΕ συχνά τις υιοθετεί. Η έγκριση της Οδηγίας από 24 κράτη μέλη συνιστά μια ισχυρή δέσμευση για την καταπολέμηση της φτώχειας στην εργασία και την προώθηση της κοινωνικής συνοχής.
Πηγή περιεχομένου: in.gr