Ο Ντόναλντ Τραμπ υπήρξε πρόεδρος της μιας από τις δύο Αμερικές

Ο Ντόναλντ Τραμπ υπήρξε πρόεδρος της μιας από τις δύο Αμερικές

του Alain Frachon (*)

 

Φλερτάρει με τους μισούς Αμερικανούς. Εξελέγη το 2016 με 46% και οι δημοσκοπήσεις τού δίνουν σήμερα 40%. Υστερα από τέσσερα χρόνια θορύβου, πολιτικών αντιπαραθέσεων και καθημερινών ψεμάτων, παρά την πανδημία και την ύφεση, η δημοτικότητα του Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει καταρρεύσει. Και κανείς δεν μπορεί να στοιχηματίσει ότι θα ηττηθεί στις εκλογές. Γιατί;

Ο Τραμπ δεν ανοίγει βιβλίο, εμπνέει όμως δημοσιογράφους και λογοτέχνες που προσπαθούν να καταλάβουν το μυστικό της πολιτικής του επιτυχίας. Μια εξήγηση είναι η κατάσταση της οικονομίας πριν από την πανδημία. Οι αριθμοί ήταν καλοί και η εμπιστοσύνη καταναλωτών και επενδυτών υψηλή. Η ανεργία ήταν μόλις στο 3,5%, οι ρυθμοί της φτώχειας μειώνονταν, οι μισθοί αυξάνονταν, το μέσο ετήσιο εισόδημα είχε φτάσει στα 68.703 δολάρια (58.390 ευρώ). Με τέτοιους αριθμούς δεν χάνεις τις εκλογές.

Ο Τραμπ θεωρεί προσωπική του επιτυχία αυτές τις επιδόσεις. Μικρή σημασία έχει ότι τα θεμέλια τα είχε θέσει ο Μπαράκ Ομπάμα. Όπως μικρή σημασία έχει ότι οι λευκοί χωρίς πτυχίο, που ψήφισαν μαζικά τον Τραμπ, παρέμειναν σε μια φτώχεια που τα οπιοειδή δεν μπορούν να ανακουφίσουν. Ο απερχόμενος πρόεδρος διεκδικεί πάντα την πατρότητα της οικονομικής κατάστασης όταν είναι καλή.

Ένα άλλο στοιχείο που συχνά υποτιμάται είναι ο έλεγχος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από τον Τραμπ και η αίσθησή του για το τι σκέφτεται το εκλογικό σώμα. Οσο ανήθικος και νάρκισσος κι αν είναι, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί το πολιτικό του ταλέντο.

Αν ο Τραμπ παραβίασε ένα μέρος του Ρεπουμπλικανικού οικονομικού δόγματος, που αφορά κυρίως τις ελεύθερες συναλλαγές, παρέμεινε πιστός στα υπόλοιπα: μείωση της φορολογίας των πλουσίων, απελευθέρωση της οικονομίας, περιορισμός της δύναμης των συνδικάτων και αναγόρευση του χρηματιστηρίου σε ανώτατο κριτή της εθνικής ευημερίας. Οι Ρεπουμπλικανοί ψηφοφόροι εισακούστηκαν. Και δεν είναι όλοι χριστιανοί φονταμενταλιστές με 4Χ4.

Η Covid-19 τίναξε στον αέρα αυτή την οικονομική πραγματικότητα και ανέδειξε την ανικανότητα των λαϊκιστών. Πολιτικά, οι 220.000 νεκροί της πανδημίας στις ΗΠΑ θα έπρεπε να έχουν εξολοθρεύσει τον Τραμπ. Όμως εκείνος κατάφερε να γίνει ο εκφραστής των φόβων μιας λευκής Αμερικής που νιώθει να απειλείται από τις εθνοτικές μειονότητες. Είναι ο τσαρλατάνος που υπόσχεται να ξανακάνει την Αμερική όπως ήταν τη δεκαετία του 1950: συντηρητική, λευκή και χριστιανική.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες του 2016, όλα ήταν στη θέση τους για τη νίκη του. Τα social media καλλιεργούσαν τις θεωρίες συνωμοσίας που τόσο αρέσουν στην αμερικανική ακροδεξιά. Το Fox News ήταν αφοσιωμένο, ψυχή τε και σώματι, στο πρόσωπο του Ντόναλντ Τραμπ. Εκατομμύρια λευκοί, οι περισσότεροι ηλικιωμένοι, είχαν την αίσθηση ότι η Αμερική των πόλεων τους περιφρονούσε.

Ο Τραμπ δεν περιορίστηκε να συντηρήσει τους φόβους των ψηφοφόρων του. Περισσότερο κι από οποιονδήποτε προκάτοχό του, διόρισε εκατοντάδες υπερσυντηρητικούς δικαστές. Εξασφάλισε την ελεύθερη πρόσβαση στα όπλα. Πολλαπλασίασε τα εμπόδια στις αμβλώσεις. Θέλησε να επιβάλει την προσευχή στα σχολεία. Τέλος, σε μια χώρα κουρασμένη από τους πολέμους, υποσχέθηκε μια Αμερική οχυρωμένη πίσω από τα σύνορά της.

Ο Τραμπ φρόντισε την πολιτική του βάση, τον σκληρό πυρήνα των ψηφοφόρων του. Σε αυτούς απευθυνόταν επί τέσσερα χρόνια. Μόνο εκείνοι είναι αληθινοί «Αμερικανοί», οι άλλοι είναι προδότες. Ηταν ο πρόεδρος της μιας από τις δύο Αμερικές. Και ελπίζει να συνεχίσει να είναι.

 

(*) Ο Αλέν Φρασόν είναι αρθρογράφος της Monde

 

(Πηγή: Le Monde)

 

©Πηγή: amna.gr

Loading