Η διαχείριση των τουριστικών προορισμών, υπο το πρίσμα των υψηλών ροών τουριστών που δέχεται η Ελλάδα είναι το μεγάλο στοίχημα της τουριστικής βιομηχανίας. Από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων με θέμα “Redefining Realities: #someReactDifferent”, ο πρόεδρος του συνδέσμου Γιάννης Ρέτσος επανέλαβε ότι «το αφήγημα να φέρουμε περισσότερους τουρίστες έχει τελειώσει».
Η Ελλάδα είναι στις 15 με 20 κορυφαίες χώρες στον κόσμο και η μεγάλη πρόκληση για το κλάδο είναι η ωρίμανση του και με ποιο τρόπο θα συνεχίσει να προσφέρει η Ελλάδα υψηλού επιπέδου εμπειρίες, χωρίς να απολέσει το μοντέλο ήλιος και θάλασσα που όλα αυτά τα χρόνια προσέλκυε και συνεχίζει να αποτελεί το ισχυρό χαρτί της Ελλάδας.
Ο κ. Ρέτσος υπογράμμισε την ανάγκη εμπλουτισμού του προσφερόμενου τουριστικού χαρτοφυλακίου της χώρας με νέα προϊόντα που θα προσελκύσουν νέους επισκέπτες. Γαστρονομία, πολιτισμός κ.λπ. είναι στην κορωνίδα των τουριστικών προϊόντων που θα ενισχύσουν τη σύνδεση των επισκεπτών με τους ντόπιους κάτοικους των προορισμών. Μάλιστα σύμφωνα και με πρόσφατη έρευνα ανεδείχθη, ότι οι επισκέπτες της Ελλάδας αναζητάνε την επικοινωνία με τον Έλληνα, ως κάτι ιδιαίτερο για την εμπειρία που θέλουν να ζήσουν στην χώρα μας.
Ο τουριστικός κλάδος στην Ελλάδα οφείλει πλέον να πάρει ρίσκα, να δημιουργήσει νέα προϊόντα και να γίνει πιο επιθετικός ξεπερνώντας την παθητική ψυχολογία των χρόνων της κρίσης, σημείωσε ο κ. Ρέτσος και εστιάζοντας στην παύση εργασιών της Thomas Cook, επισήμανε ότι η παγκοσμιοποίηση δεν ευνοεί την ύπαρξη “σταθερών” και όλα είναι ρευστά. Ωστόσο απευθυνόμενους στους επιχειρηματίες του κλάδου ανάφερε, ότι δεν είναι λύση η απεξάρτηση από τους μεγάλους παίκτες της τουριστικής βιομηχανίας. Τους συμβούλευσε να δώσουν έμφαση στο πώς θα εμπλουτίσουν τα κανάλια πωλήσεων με νέους τρόπους προσέλκυσης πελατών. «Τα νέα δεδομένα για τον τουριστικό κλάδο είναι να παίξει επίθεση και όχι άμυνα», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Ρέτσος.
Σε ό,τι αφορά τις εργασίες του συνεδρίου, ο Paul Papadimitriou, ιδρυτής της Intelligencr, ειδικός στις στρατηγικές του μέλλοντος, εστίασε μεταξύ άλλων στις σύγχρονες τάσεις της τουριστικής βιομηχανίας που αναδιαμορφώνουν την προσφορά και ζήτηση των τουριστικών υπηρεσιών. Για παράδειγμα ό,τι θεωρειτο ως μοναδική εμπειρία πριν 20 χρόνια, τώρα είναι κάτι δεδομένο. Οι σύγχρονοι ταξιδιώτες πλέον βασίζονται στο εαυτό τους… και στο κινητό τους, σε ό,τι αφορά το τρόπο με τον οποίο οργανώνουν τις διακοπές τους.
Πλέον στην παγκόσμια τουριστική σκακιέρα, υπολογίζεται σε 2,5 δισ. η μεσαία τάξη των Ινδών και των Κινέζων που ταξιδεύουν. Την ίδια στιγμή αλλάζει και η ανθρωπογεωγραφία των παγκόσμιων τουριστών. Ο πληθυσμός γηράσκει και την ίδια στιγμή οι νέοι που ταξιδεύουν αυξάνεται. Επίσης, δεν πρέπει να ξεφύγει της προσοχής αυτών που διαμορφώνουν τουριστικά προϊόντα ότι η πλειονότητα των ταξιδευτών επιλέγουν να επισκεφτούν πόλεις. Εκεί είναι τα κέντρα των αποφάσεων και των κοινωνικών δικτύων, σημειώνει ο Paul Papadimitriou.
Σε κάθε περίπτωση στην οικοδόμηση ενός τουριστικού brand, όπως τονίστηκε, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και η “αξία” που πρεσβεύει για τον υποψήφιο επισκέπτη. Την Ιαπωνία για παράδειγμα την επισκέπτονται κάθε χρόνο 38 εκατομμύρια τουρίστες, γιατί θέλουν να γνωρίσουν την κουλτούρα, τον πολιτισμό κ.λπ. της χώρας του ανατέλλοντος ηλίου.
Στην παρέμβαση του ο Στηβ Βρανάκης, ο Έλληνας της διασποράς με σταδιοδρομία ως επικεφαλής του δημιουργικού εργαστηρίου (Creative Lab) της Google σε Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική, αναφέρθηκε στην επιλογή του να εγκαταλείψει τη θέση αυτή προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Ελλάδα ως επικεφαλής δημιουργικού (Chief Creative Officer) στην Προεδρία της Κυβέρνησης. Όπως είπε θα κάνει τα πάντα για να πετύχει στα νέα του καθήκοντα, δηλώνοντας ταυτόχρονα ενθουσιασμένος που επέστρεψε στην Ελλάδα.
Ο γεννημένος στο Βανκούβερ του Καναδά με καταγωγή από τα Σφακιά, Στηβ Βρανάκης, υπογράμμισε ότι θα ενθαρρύνει και άλλους νέους που έχουν φύγει από την Ελλάδα να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. «Αν μπορούμε να κάνουμε κάτι για την Ελλάδα, θα πρέπει να το κάνουμε» τόνισε.
K.Xαλκιαδάκης