Η νέα έρευνα προειδοποιεί για τους κινδύνους κατανάλωσης άγριου κρέατος και τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία. Είναι γεγονός ότι το κρέας αγρίων θηραμάτων, γνωστό ως bushmeat, παρέχει σημαντική πηγή τροφής και εισοδήματος για ορισμένες από τις πιο απομονωμένες και φτωχές κοινότητες στην Αφρική και την Ασία. Ωστόσο, σύμφωνα με επιστήμονες, η κατανάλωσή του έχει αρνητικές συνέπειες τόσο για το περιβάλλον όσο και για την ανθρώπινη υγεία. Η κατανάλωση άγριου κρέατος εγκυμονεί σημαντικούς κινδύνους και προκλήσεις, όπως η απώλεια βιοποικιλότητας και η διάδοση ασθενειών.
Μια πρόσφατη έρευνα του International Livestock Research Institute (ILRI) επισημαίνει ότι το παγκόσμιο εμπόριο άγριου κρέατος συμβάλλει στην υποβάθμιση της βιοποικιλότητας και την ανάπτυξη παράνομων αγορών. Οι υγρές αγορές, όπου πωλούνται άγρια ζώα και κρέας, ευνοούν την εμφάνιση ασθενειών όπως ο Έμπολα και ο HIV, που μπορούν να μεταδοθούν από ζώα στους ανθρώπους.
Η έρευνα δείχνει ότι η άγρια ζωή και τα άγρια ψάρια προσφέρουν τουλάχιστον το 20% της ζωικής πρωτεΐνης για τα αγροτικά νοικοκυριά σε τουλάχιστον 60 χώρες. Σε περιοχές με υψηλή φτώχεια και περιορισμένη πρόσβαση σε εξημερωμένο κρέας, οι τοπικές κοινότητες συχνά καταφεύγουν στο κυνήγι άγριων ζώων. Παράλληλα, η εκτροφή άγριων ζώων έχει δημιουργήσει ετήσια έσοδα που κυμαίνονται από 1 δισεκατομμύριο δολάρια ΗΠΑ στην Αφρική έως 74 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ από την εκτροφή στην Κίνα.
Ειδικοί προειδοποιούν ότι η τρέχουσα κατάσταση της άγριας θηραματικής δραστηριότητας είναι μη βιώσιμη, με επικέντρωση στην καλύτερη διαχείριση του εμπορίου άγριου κρέατος και την παροχή εναλλακτικών λύσεων για τις φτωχές κοινότητες. Οι επιστήμονες προτείνουν ότι αντί να καταδιώκονται οι κυνηγοί, θα ήταν προτιμότερο να τους παρέχονται κίνητρα για να αποφεύγουν το κυνήγι, προσφέροντας δωρεάν ή επιδοτούμενο κρέας.
Πηγή περιεχομένου: in.gr