Οικολογία του φόβου: πώς το Λος Άντζελες κατέστη αναπόφευκτα πεδίο καταστροφών

Οικολογία του φόβου: πώς το Λος Άντζελες κατέστη αναπόφευκτα πεδίο καταστροφών

Η οικολογία του φόβου αναλύει πώς οι φυσικοί και κοινωνικοί παράγοντες συνδυάζονται στο Λος Άντζελες, δημιουργώντας κίνδυνο πυρκαγιών. Η έννοια «οικολογία του φόβου» αναδύεται από το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου του Μάικ Ντέιβις, με τίτλο «Η υπόθεση του να αφήσουμε το Μαλιμπού να καεί», που δημοσιεύτηκε το 1995. Η κεντρική θέση του Ντέιβις είναι ότι το Λος Άντζελες δεν διακρίνεται απλώς για τη σύμπτωση σεισμών, πυρκαγιών και πλημμυρών, αλλά για το εκρηκτικό μείγμα φυσικών κινδύνων και κοινωνικών αντιφάσεων που το χαρακτηρίζει. Αυτά τα φαινόμενα αναπόφευκτα θα διαβρώσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της οικονομίας της Νότιας Καλιφόρνιας.

Ο Ντέιβις αναλύει την ιστορία των πυρκαγιών στην περιοχή, αποδεικνύοντας ότι η Νότια Καλιφόρνια είναι μια περιοχή που αντιμετωπίζει τακτικά τέτοιες καταστροφές. Είναι σαφές ότι η ζωή δίπλα στα βουνά της Σάντα Μόνικα και στην περιοχή των ανέμων Σάντα Άνα απαιτεί είτε την αποδοχή της φωτιάς ως κομμάτι της φυσικής οικολογίας είτε την άρνηση της πραγματικότητας.

Η ιστορία των πυρκαγιών δεν είναι νέα. Οι προ-Ευρωπαίοι κάτοικοι, όπως οι Ινδιάνοι Chumash και Tongva, χρησιμοποιούσαν τη φωτιά για να διαχειριστούν το τοπίο, ενώ ο Ντέιβις καταγράφει τις επαναλαμβανόμενες πυρκαγιές στην περιοχή από το 1930 έως το 1996, τις οποίες αναμένει να συνεχιστούν.

Η ανάπτυξη πολυτελών κατοικιών σε επικίνδυνες περιοχές αυξάνει την ευθραυστότητα του Λος Άντζελες. Η ικανότητα των αρχών να προστατεύουν τις κατοικίες αυξάνει τις προσδοκίες, αλλά δημιουργεί και μια πλάνη. Το Λος Άντζελες, παρά την οικονομική του ευημερία, συνεχίζει να είναι ευάλωτο σε φυσικές καταστροφές λόγω της κακής χωροταξίας και των ελλιπών κανονισμών. Η συνδυασμένη επίδραση της κλιματικής αλλαγής και του ανθρώπινου παράγοντα εντείνει την κατάσταση, κάνοντάς την ιδιαίτερα επικίνδυνη.

Πηγή περιεχομένου: in.gr

Loading

Play