Καλή επιστημονική οργάνωση και ενίσχυση σε προσωπικό και υγειονομικό υλικό του δημόσιου πρωτοβάθμιου συστήματος υγείας, χρειαζόμαστε αυτή τη δύσκολη στιγμή για να μπορέσει το επιστημονικό προσωπικό της χώρας να ανταπεξέλθει όχι μόνο στην πανδημία του κορονοϊού, αλλά να φροντίσει και ασθενείς με χρόνιες και σοβαρές παθήσεις. Τα παραπάνω τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Παναγιώτης Ψυχάρης, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Επιστημονικού Υγειονομικού Προσωπικού ΠΦΥ (ΠΟΣΕΥΠ ΠΦΥ).
«Ο κορονοϊός δεν πρέπει να μας “αποπροσανατολίσει” και να αμελήσουμε τις υπόλοιπες νόσους. Η φροντίδα πρέπει να περιλαμβάνει όλους τους χρονίως ή οξέως πάσχοντες από διάφορα άλλα νοσήματα. Τυχόν ολιγωρία της πολιτείας θα αυξήσει την νοσηρότητα και θνησιμότητα», υπογραμμίζει ο κ. Ψυχάρης.
‘Αμεσα να ληφθούν μέτρα
Τονίζει ότι «ο ρόλος της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) είναι σημαντικός σε κράτη, που σέβονται τους κατοίκους τους. Είναι το πρώτο σημείο που θα έπρεπε να απευθύνονται. Τα τελευταία δέκα χρόνια όμως ο ρόλος της ΠΦΥ έχει υποβαθμιστεί στη χώρα μας. Οι ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία ξεπερνούν το 50%, τη στιγμή που ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι κάτω του 10%. Παράλληλα οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία στην Ελλάδα βρίσκονται στα χαμηλότερα ποσοστά επί του ΑΕΠ στην Ευρώπη. Όλα αυτά καταδεικνύουν τα σοβαρά προβλήματα του συστήματος υγείας και γι αυτό πρέπει άμεσα να ληφθούν μέτρα χωρίς δεύτερη σκέψη, να σώσουμε ότι μπορούμε».
Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγεία
Ο κ. Ψυχάρης εξηγεί ότι στο δημόσιο πρωτοβάθμιο σύστημα εντάσσονται όλα τα Κέντρα Υγείας που διοικητικά ανήκουν σε μία από τις 7 Υγειονομικές Περιφέρειες (ΥΠΕ). Επίσης στην ΠΦΥ εντάσσονται και οι ελευθεροεπαγγελματίες γιατροί και τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, που εξαρτώνται χρηματοδοτικά και από τον ΕΟΠΥΥ. Το δημόσιο πρωτοβάθμιο σύστημα (Κέντρα Υγείας) είναι οργανωμένο με καθημερινά ραντεβού όλων των ειδικοτήτων γιατρών. Τα περισσότερα ΚΥ στην περιφέρεια- παλαιά ΚΥ αγροτικού τύπου- εφημερεύουν σε 24ωρη βάση σε αντίθεση με πολύ λίγα ΚΥ στα μεγάλα αστικά κέντρα. Στην Αθήνα μόνο το ΚΥ της Λεωφ. Αλεξάνδρας εφημερεύει καθημερινά σε 24ωρη βάση.
Ο κ. Ψυχάρης αναφέρει ότι «η πανδημία του κορονοϊού βρίσκει τις μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας (ΚΥ) «αποδυναμωμένες» σε στελεχιακό δυναμικό (απολύθηκαν στα χρόνια του μνημονίου 2.800 γιατροί)-απασχολούνται περίπου 2300 γιατροί (20-25% είναι οδοντίατροι, 200-250 επικουρικοί με συμβάσεις ορισμένου χρόνου). Προσθέτει ότι αυτή τη στιγμή στο σύστημα υγείας δεν περισσεύει κανείς και υπενθυμίζει ότι «απολυμένοι γιατροί που κέρδισαν με δικαστική απόφαση την επαναπρόσληψη τους στα ΚΥ, δεν γίνονται δεκτοί από τις ΥΠΕ και μάλιστα τη στιγμή που το υπουργείο Υγείας κάνει έκκληση να μπουν γιατροί στο σύστημα». Επιπλέον ελευθεροεπαγγελματίες γιατροί και ειδικότερα οι παθολόγοι, οι γενικοί γιατροί και οι παιδίατροι «δεν έχουν συμβάσεις με τον ΕΟΠΥΥ, με ευθύνη της προηγούμενης κυβέρνησης και είναι αυτές οι ειδικότητες που θα έπρεπε να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σήμερα λόγω της πανδημίας».
Ο πρόεδρος της ΠΟΣΕΥΠ ΠΦΥ, υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι το προσωπικό που στελεχώνει τις μονάδες ΠΦΥ, είναι έμπειρο και άρτια καταρτισμένο αλλά, «δεν επαρκεί να στηρίξει το σύστημα υγείας σήμερα, λόγω μικρού αριθμού, πόσο μάλλον δε, όταν ο μη γένοιτο αυξηθούν τα κρούσματα. Χρειάζονται άμεσα, μέσα σε μια εβδομάδα, με συνοπτικές διαδικασίες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού ιατρικού και νοσηλευτικού. Χρειάζεται οργάνωση επιστημονική, γιατί οι διοικητικές εντολές, οι οποίες είναι μάλιστα ως επί το πλείστον από τις ΥΠΕ μόνο προφορικές σε πολλές περιπτώσεις είναι αναποτελεσματικές».
Τα βήματα στο πρωτοβάθμιο σύστημα υγείας
Το πρώτο απαραίτητο βήμα που πρέπει κάποιος να κάνει αν εμφανίσει συμπτώματα κορονοϊού είναι να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με το γιατρό του, ή τον ΕΟΔΥ, (1135, 24ωρη λειτουργία), ώστε να λάβει οδηγίες. Ο γιατρός θα αποφασίσει αν πρέπει να μεταβεί σε δομή υγείας και θα τον κατευθύνει μέσα στο σύστημα υγείας. Τονίζει ότι «οι οδηγίες από το τηλέφωνο δεν είναι πάντοτε ασφαλείς», γι αυτό ασθενείς και γιατροί θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και να διατηρούν επικοινωνία σε περίπτωση επιδείνωσης της κατάστασης και ειδικά αν ο ασθενής έχει και κάποιο υποκείμενο πρόβλημα υγείας.
Όσον αφορά άλλες παθήσεις ο κ. Ψυχάρης εξηγεί ότι οι γιατροί στις δημόσιες δομές πρωτοβάθμιας υγείας δέχονται ασθενείς, είτε προγραμματισμένα είτε έκτακτα περιστατικά και βρίσκονται σε «ανοιχτή» γραμμή με τους ασθενείς.
Εξι Κέντρα Υγείας στην Αττική θα υποδέχονται ύποπτα κρούσματα
Σύμφωνα με το σχεδιασμό του υπουργείου Υγείας στη μάχη του COVID-19, θα μπουν και έξι Κέντρα Υγείας στην Αττική που θα υποδέχονται ύποπτα κρούσματα κορονοϊού σε επίπεδο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, τα οποία θα διασυνδέονται με τα νοσοκομεία αναφοράς. Τα κέντρα αυτά βρίσκονται στην Λεωφ. Αλεξάνδρας, στον Βύρωνα, στη Ραφήνα, στο Περιστέρι, στα Καλύβια και στα Καμίνια. Τα Κέντρα Υγείας, θα ακολουθούν συγκεκριμένες διαδικασίες και πρωτόκολλα και οι γιατροί θα αποφασίζουν πια περιστατικά θα μεταφέρονται στα νοσοκομεία και ποια θα παρακολουθούνται στο σπίτι.
Ο γιατρός αποφασίζει ποιος κάνει το τεστ COVID-19
Χωρίς παραπεμπτικό δεν μπορεί να γίνει το τεστ COVID-19 , αυτό είναι κάτι που θα το αποφασίσει ο γιατρός, εξηγεί ο κ. Ψυχάρης. Προσθέτει ότι «το τεστ πρέπει να επεκταθεί στο υγειονομικό προσωπικό, καθότι είναι οι πρώτοι υποψήφιοι να γίνουν φορείς. Επίσης το προσωπικό σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εργάζεται απροστάτευτο από αναλώσιμα προστατευτικά υλικά, σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές. Πρέπει οι αρχές να λάβουν υπόψη τους τις θέσεις των επιστημονικών συλλογικών οργάνων και την οδοντιατρική ομοσπονδία. Και εδώ άμεσα πρέπει η πολιτεία να βρει τρόπους, ώστε να μη βρεθούμε προ δυσάρεστων εκπλήξεων. Οι ενέργειες πρέπει να είναι ταχύτατες και αποτελεσματικές. Η πολιτεία έχει την ευθύνη. Οι υγειονομικοί σε κάθε περίπτωση θα βρισκόμαστε στην πρώτη γραμμή».