Αναλύουμε τον επιτάφιο λόγο του Πλάτωνα και την ρητορική του προσέγγιση στην αθηναϊκή κοινωνία. Ένας φανταστικός επιτάφιος λόγος συνιστά τον θεματικό πυρήνα του Μενέξενου, ενός μάλλον αινιγματικού -εξαιτίας του χαρακτήρα του- πλατωνικού έργου. Ο Σωκράτης συναντά τον νεαρό μαθητή του Μενέξενο και εκφωνεί από μνήμης ένα ρητορικό λόγο, ο οποίος δήθεν είχε συντεθεί ως άσκηση στη ρητορική, και ανακαλεί τη μνήμη μας τον περίφημο Περικλέους Επιτάφιο, που εκφωνήθηκε από τη δασκάλα του, Ασπασία τη Μιλησία, γνωστή σύντροφο του Περικλή. Ο λόγος αυτός προοριζόταν για τις τελετές και τις επίσημες ταφές που σχεδίαζε το αθηναϊκό κράτος για τους πεσόντες κατά τη διάρκεια του Κορινθιακού Πολέμου (395-387/386 π.Χ.), με σκοπό να αποδώσουν τις προσήκουσες τιμές σε αυτούς.
Παρέχοντας ένα υπόδειγμα ρητορικής, ο Σωκράτης αναφέρεται στη γενναιότητα των πεσόντων, στην ταυτότητα της αθηναϊκής πολιτείας και στα πολλά και λαμπρά κατορθώματα των Αθηναίων, τόσο ως άτομα όσο και ως κοινότητα. Ο Σωκράτης πλέκει το εγκώμιο της Αθήνας με ασύγκριτη μαεστρία και ευστροφία, συνδυάζοντας το ρητορικό ύφος με μια λεπτή, σχεδόν ανεπαίσθητη ειρωνεία, που απηχεί τη βαθιά ριζωμένη ελεγκτική του διάθεση.
Ιδιαίτερη σημασία έχουν τα ιστορικά στοιχεία του επιτάφιου λόγου, που επιτρέπουν τη σύγκριση των μεθόδων του Πλάτωνα και των καθαρά ιστορικών προσεγγίσεων της εποχής.