Το Κρεμλίνο δεν είναι ευχαριστημένο με το να ασκεί έλεγχο σε πρώην μέλη της ΕΣΣΔ. Κλιμακώνει τις παρεμβάσεις του και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ένα σημαντικό σύμβολο της φιλορωσικής αυτής στροφής είναι η απόφαση του γερμανικού ΑfD να απόσχει από την ομιλία του Ουκρανού Προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι στις 11 Ιουνίου στην Μπούντεσταγκ. Απέσχε επίσης και το κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ που, όπως και το AfD, αντιτίθεται στη στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας.
Το AfD, που κέρδισε 16% στις πρόσφατες ευρωεκλογές, κάλεσε τον Ζελένσκι να διαπραγματευθεί «ώστε να σταματήσουν οι θάνατοι», ακόμη κι αν αυτό σημαίνει να απολέσει μέρος των εδαφών του. Αυτό ακριβώς θέλει και ο Πούτιν.
Μετά τις ευρωεκλογές, δύο ακροδεξιές ομάδες ελέγχουν 131 από τις 720 έδρες του σώματος. Το ΑfD έχει άλλες 15. Η κοινοβουλευτική αυτή δύναμη της Ακροδεξιάς θα βαρύνει πολύ στις θέσεις της Ευρώπης για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Οι ανησυχίες για την εγγύτητα του ΑfD με τον Πούτιν οδήγησαν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να ζητήσει από το κόμμα να δημοσιοποιήσει όλες τις οικονομικές του συναλλαγές με άλλες χώρες, ιδιαίτερα με τη Ρωσία. Ο Πούτιν έχει επηρεάσει τις ατζέντες πολλών ακροδεξιών κομμάτων, ενώ παράλληλα οικοδομεί ένα εκτεταμένο δίκτυο κατασκόπων στην Ευρώπη. Επιχειρήσεις προπαγάνδας που υποδύονται τις νόμιμες ειδησεογραφικές πηγές διασπείρουν διχαστικές και ψευδείς πληροφορίες, όπως ότι οι κυρώσεις εναντίον ρωσικών ενεργειακών προϊόντων ευθύνονται για την αύξηση του κόστους ζωής.
Συμπαθώς προς τη Ρωσία δεν διάκειται μόνο το ΑfD, αλλά και άλλα ακροδεξιά κόμματα, όπως το Fidesz της Ουγγαρίας, η Εθνική Συσπείρωση της Γαλλίας, το Republika της Σλοβακίας, η ρουμανική Συμμαχία για την Ένωση των Ρουμάνων και η βουλγαρική Αναγέννηση. Όλα αυτά τα κόμματα πήγαν καλά στις πρόσφατες εκλογές και οι ηγέτες τους αντιτίθενται στις κυρώσεις προς τη Ρωσία.
Πολλοί ευρωβουλευτές αρνούνται επίσης συστηματικά να ψηφίσουν κείμενα που επικρίνουν ή τιμωρούν τον Πούτιν ή τη Ρωσία.
Η εκμετάλλευση της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς αποφέρει στον Πούτιν πολλά οφέλη. Όσο πιο αυταρχικός είναι ο κόσμος, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να υποστηριχθούν από άλλες χώρες οι δημοκρατικές φωνές στο εσωτερικό της Ρωσίας. Προβλήματα στον Πούτιν δεν θέτουν άλλωστε μόνο οι δημοκρατικές χώρες, αλλά και οι διακυβερνητικοί θεσμοί, όπως η ΕΕ, που υποστηρίζουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία. Η αναταραχή που προκαλεί ο Πούτιν δημιουργεί επίσης προβλήματα και στο ΝΑΤΟ.
Υπάρχουν βέβαια διαιρέσεις στους κόλπους της Ακροδεξιάς. Η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι υποστηρίζει τις κυρώσεις στη Ρωσία και δεν συμμετέχει στο φιλορωσικό στρατόπεδο. Η Μαρίν Λεπέν, αντιθέτως, έχει προσωπικούς και πολιτικούς δεσμούς με τον Πούτιν και αντιτίθεται στον εξοπλισμό της Ουκρανίας.
Ο ρόλος που θα παίξουν τα επόμενα χρόνια τα ακροδεξιά κόμματα θα έχει σοβαρές επιπτώσεις για την ευρωπαϊκή δημοκρατία και σταθερότητα. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη είναι τεράστια και η άνοδος της Ακροδεξιάς αποτελεί άλλη μια ένδειξη όχι μόνο του άγχους για το κόστος διαβίωσης και τα ταυτοτικά ζητήματα, αλλά και της εμπειρίας της Ρωσίας στον ψυχολογικό και προπαγανδιστικό πόλεμο.
(*) Η Νατάσα Λίντστεντ είναι καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Έσεξ
(Πηγή: The Conversation)
Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Ιδέες και Απόψεις» του ΑΠΕ-ΜΠΕ δημοσιεύονται αυτούσια και απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του Πρακτορείου.