Seth Schultz: «Ασημένια σφαίρα» για την κλιματική αλλαγή δεν υπάρχει

Την εκτίμηση ότι οι πόλεις, περισσότερο από ό,τι οι κεντρικές κυβερνήσεις, μπορούν υπό προϋποθέσεις να κάνουν τη διαφορά στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στον πλανήτη, καθώς λειτουργούν -μεταξύ άλλων- σαν το «καναρίνι στο ορυχείο», έχουν πιο άμεση σχέση με τον πολίτη και είναι πιο «πραγματίστριες», εκφράζει σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Σεθ Σουλτς (Seth Schultz), ιδρυτής και CEO της Urban Breakthroughs και ειδικός σύμβουλος της διεθνούς συμμαχίας δημάρχων “Global Covenant of Mayors on Research & Innovation”.

Ο Σεθ Σουλτς υπήρξε επικεφαλής της συντακτικής ομάδας της ειδικής έκθεσης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) των Ηνωμένων Εθνών, σχετικά με τις επιπτώσεις της παγκόσμιας αύξησης της θερμοκρασίας κατά 1,5 βαθμό Κελσίου (“Global Warming of 1,5 ° C”), ενώ έχει αναλάβει θέσεις ευθύνης στο ‘Ιδρυμα Κλίντον, το Συμβούλιο Πράσινων Κτηρίων των ΗΠΑ και το “C40 Cities Climate Leadership Group”.

propoli

Αν δεν κάνεις τις πόλεις μέρος της λύσης, δεν θα λύσεις το πρόβλημα

«Στα επόμενα 15 χρόνια οι πόλεις εκτιμάται ότι θα αντιπροσωπεύουν το 60%-70% του παγκόσμιου πληθυσμού, θα καταναλώνουν το 70% του ηλεκτρισμού παγκοσμίως και θα εκπέμπουν περίπου το ίδιο ποσοστό αερίων του θερμοκηπίου. Αν λοιπόν, δεν κάνεις τις πόλεις μέρος της λύσης, δεν θα λύσεις το πρόβλημα» σημειώνει ο Σεθ Σουλτς και προσθέτει: «Επιπρόσθετα, είναι πολύ ξεκάθαρο ότι τα τελευταία 20 χρόνια οι πόλεις έχουν προηγηθεί κατά πολύ στον αγώνα δρόμου. Είναι αυτές που αναλαμβάνουν δράση κι αυτό συμβαίνει και διότι είναι οι μεγάλες πραγματίστριες.

Δεν κάθονται απλά να συζητάνε τι συμβαίνει και να περιμένουν, καθώς χρειάζεται να αναλαμβάνουν άμεσα δράση στα καθημερινά προβλήματα (…) Επιπλέον, λόγω του ότι αποτελούν την κοντινότερη μορφή διακυβέρνησης στον άνθρωπο, είναι επίσης το “καναρίνι στο ορυχείο”, αυτές που αντιμετωπίζουν πρώτες τις τρεις μεγα-τάσεις του αιώνα, αστικοποίηση, κλιματική αλλαγή, τέταρτη βιομηχανική επανάσταση. Οι πόλεις βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, όταν μιλάμε για μετανάστευση ή προσφυγιά εξαιτίας πολέμου ή τρομοκρατίας ή κλιματικής αλλαγής.

Είναι αυτές που αντιμετωπίζουν πρώτες τις disruptive τεχνολογίες, όπως για παράδειγμα τα αυτόνομα αυτοκίνητα, αυτές που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή για την προστασία των ανθρώπων και των υποδομών. Αν δούμε πού συμβαίνουν οι επιπτώσεις, πού συμβαίνουν τα μαθήματα, πού συμβαίνει η δράση, όλα συμβαίνουν στις πόλεις».

“Ασημένια σφαίρα” δεν υπάρχει

Ο Σεθ Σουλτς διευκρινίζει, ωστόσο, ότι δεν συμμερίζεται την άποψη πως τα πάντα εξαρτώνται από τις πόλεις, πως οι πόλεις είναι η «ασημένια σφαίρα» για την αντιμετώπιση του «τέρατος» της κλιματικής αλλαγής. «Δεν υπάρχει μία και μοναδική λύση για το πρόβλημα (της κλιματικής αλλαγής). Δυστυχώς έχουμε ξεπεράσει κατά πολύ αυτό το σημείο. Χρειαζόμαστε την κεντρική κυβέρνηση, χρειαζόμαστε την αυτοδιοίκηση, την περιφερειακή κυβέρνηση, την ακαδημαϊκή κοινότητα και τον ιδιωτικό τομέα να δουλεύουν όλοι μαζί» τονίζει και προσθέτει ότι, πλέον, ο ιδιωτικός τομέας φαίνεται κι αυτός να πιέζει μέσω lobbying για θετικές αλλαγές στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Γιατί οι μεγάλες επιχειρήσεις κάνουν πλέον lobbying υπέρ της λήψης μέτρων για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής

Μέχρι σήμερα, σημειώνει ο Σεθ Σουλτς, ήταν το lobbying και τα οικονομικά συμφέροντα, που απέτρεπαν τις εθνικές κυβερνήσεις από το να γίνουν πιο τολμηρές σε θέματα καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής. Αυτό όμως σταδιακά αλλάζει κι -όπως επισημαίνει- είναι συναρπαστικό ότι αλλάζει.

«Τώρα είναι οι CEOs των μεγάλων επιχειρήσεων, που κάνουν lobbying (υπέρ της λήψης μέτρων), λέγοντας στις κυβερνήσεις “χρειαζόμαστε έναν στόχο για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας για αυτή τη χώρα” ή “χρειαζόμαστε φόρο άνθρακα”… Είναι οι επιχειρήσεις που μέχρι πρότινος κρατούσαν τα πράγματα πίσω, που πραγματοποιούν τώρα στροφή, γιατί συνειδητοποίησαν ότι αν όλο αυτό αφεθεί χωρίς έλεγχο, θα επηρεαστούν οι εφοδιαστικές τους αλυσίδες, θα υπάρχει αντίκτυπος στους καταναλωτές των προϊόντων τους, τα αποθέματά τους θα βουλιάξουν, οι εταιρείες τους μπορεί να σταματήσουν να υφίστανται. Προς το δικό τους συμφέρον λοιπόν, θέλουν να δουν μια ομόφωνα ρυθμισμένη αγορά, είτε δραστηριοποιούνται στην ΕΕ είτε στην Αφρική είτε στη Λατινική Αμερική. Αν οι χώρες δεν συμφωνήσουν να το λύσουν αυτό και να περιορίσουν την υπερθέρμανση, οι διακυμάνσεις και το ρίσκο που θα προκύψουν στην αγορά θα γίνουν εξαιρετικά δύσκολα διαχειρίσιμα. Οι αγορές των ασφαλίσεων και των αντασφαλίσεων, ο κίνδυνος των χαρτοφυλακίων, όλα θα αυξηθούν τόσο, που θα “σπάσουν” την οροφή. Οι επιχειρήσεις το έχουν αντιληφθεί αυτό κατά βάση και ελπίζω ότι θα βοηθήσουν στην περαιτέρω παρότρυνση των κυβερνήσεων» σημειώνει.

Tα μέτρα που λαμβάνουμε για την κλιματική αλλαγή δεν είναι επαρκή

Κατά τον Σεθ Σουλτς, ούτε η κλίμακα, ούτε ο ρυθμός των μέτρων που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής σε εθνικό και διεθνές επίπεδο είναι επαρκή. «Τα μέτρα δεν είναι επαρκή κι αυτό το βλέπουμε να αναδύεται με πολλαπλούς τρόπους. Σήμερα υπάρχουν τρεις παγκόσμιες μεγα-τάσεις. Η πρώτη είναι η αστικοποίηση. Χονδρικά, περίπου 1,2 εκατ. άνθρωποι μετακινούνται στις πόλεις κάθε εβδομάδα. Άρα, οι πόλεις κατακλύζονται και χρειάζεται να αναπτυχθούν και να προσαρμοστούν με έναν ρυθμό, που θα τους επιτρέψει να διαχειριστούν την πρόκληση (…) Η δεύτερη μεγα-τάση είναι η κλιματική αλλαγή.

Όλη η έρευνα που κάνουμε, όλα τα προγνωστικά μοντέλα, υποτίμησαν τη σοβαρότητα, τον αντίκτυπο και την αμεσότητα με την οποία η υπερθέρμανση επηρεάζει τον πλανήτη. Και η τρίτη μεγα-τάση είναι η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση και ο ρυθμός με τον οποίο η τεχνολογία εξελίσσεται και επιδρά. Έχουμε λοιπόν αυτές τις τρεις μεγα-τάσεις να εκδηλώνονται ταυτόχρονα και στο κέντρο τους βρίσκονται οι πόλεις. Ποτέ πριν στην ιστορία της ανθρωπότητας δεν είδαμε την αστικοποίηση, την κλιματική αλλαγή και την πρόοδο της τεχνολογίας να συμβαίνουν με τόσο ραγδαίο ρυθμό.

Τίποτα από όσα έχουμε κάνει δεν έχει προετοιμαστεί επαρκώς για να προφτάσουμε και να διαχειριστούμε (την κλιματική αλλαγή) στην τρέχουσα φάση. Μια πολύ απλή απάντηση λοιπόν είναι το “όχι”. Τίποτα δεν είναι επαρκές» σημειώνει.

Ολοένα και περισσότερο οι πόλεις θα είναι αναγκασμένες να λαμβάνουν λιγότερο “ενημερωμένες αποφάσεις”… 

Το πραγματικά τρομαχτικό πράγμα ωστόσο, σημειώνει, είναι ότι με αυξανόμενο ρυθμό σήμερα, η δυνατότητα διάθεσης της γνώσης, της πληροφορίας και των δεδομένων, που οι πόλεις χρειάζονται για να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή, στο χρονικό πλαίσιο και στην κλίμακα που αυτά απαιτούνται, δεν είναι επαρκής. «Ολοένα και περισσότερο, οι πόλεις θα είναι αναγκασμένες να λαμβάνουν λιγότερο “ενημερωμένες” και λιγότερο στρατηγικές αποφάσεις, γιατί δεν μπορούμε να τους παράσχουμε πληροφορία εντός του χρονικού πλαισίου που έχουν στη διάθεσή τους για να διαμορφώσουν τις πολιτικές τους, που είναι οι έξι έως 18 μήνες» εκτιμά.

Κατά τον Σεθ Σουλτς, ο ιδιωτικός τομέας έχει τεράστιο ρόλο να παίξει, και από άποψη οικονομικής στήριξης των πόλεων σε δράσεις καταπολέμησης της κλιματικής αλλαγής, και από άποψη παροχής της πληροφορίας που λείπει.

«Η ηγεσία από πλευράς της επιχειρηματικής κοινότητας είναι τώρα κρίσιμη. Οι επιχειρήσεις έχουν τη φωνή για να ακουστούν πάνω από τον θόρυβο, η επιρροή και η δύναμή τους είναι σημαντικές και, κατά πολλές έννοιες, δεν είναι “κλειδωμένες” στις ίδιες πολιτικές διαπραγματεύσεις με τις κυβερνήσεις. (…) Σε όρους του πώς καταλήγουμε σε λύσεις επί του πρακτέου, ο ρόλος τους είναι επίσης μεγάλος. Οι πόλεις συχνά στερούνται τους οικονομικούς πόρους, για να κάνουν κάποια από τα πράγματα που χρειάζεται κι αυτό ισχύει για τις περισσότερες περιοχές του κόσμου. Οι περισσότερες πόλεις δεν έχουν καν πιστοληπτική αξιολόγηση, που θα τους επέτρεπε να δανειστούν. Μερικές εθνικές κυβερνήσεις δεν επιτρέπουν στις πόλεις να δανειστούν απευθείας, χρειάζεται να το πράξουν διαμέσου της κεντρικής τράπεζας της χώρας. Κι ορισμένες πόλεις που μπορούν να δανειστούν, έχουν πλέον δανειστεί στα όριά τους και δεν μπορούν να επιβαρυνθούν με άλλο χρέος. Ο ιδιωτικός τομέας, με τις χρηματοδοτήσεις, τις κεφαλαιακές ροές και τις επενδύσεις του, μπορεί να παίξει κρίσιμο ρόλο στο να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα, π.χ., με περισσότερες ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα)» επισημαίνει ως προς το σκέλος της οικονομικής στήριξης.

…αλλά οι επιχειρήσεις μπορούν να παράσχουν πληροφορίες και δεδομένα στις πόλεις

Σχετικά με την παροχή πληροφορίας από τις επιχειρήσεις στις πόλεις τονίζει: «υπάρχει πολλή γνώση στις ιδιωτικές εταιρείες. Κι αυτό ισχύει είτε μιλάμε για τη Google, είτε για μια επιχείρηση ηλεκτρονικού εμπορίου, είτε για μια φίρμα μηχανικών είτε για τη Siemens είτε για τη Ford Μotor Company. H διανοητική ιδιοκτησία και η εμπειρία αυτών των εταιρειών είναι τεράστιες. Πιστεύω ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να διαδραματίσουν έναν νέο σημαντικό ρόλο, παρέχοντας λύσεις που ξεπερνούν τον τυπικό τρόπο με τον οποίο συναλλάσσονται με τις πόλεις, ο οποίος είναι ο οικονομικός. Συχνά, οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να δώσουν σε μια πόλη την πληροφορία που θα τη βοηθήσει να λύσει το πρόβλημά της, γιατί υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων. Κι αυτό διότι, αν μια εταιρεία δώσει στην πόλη την πληροφορία που χρειάζεται, π.χ., για το πώς πρέπει να είναι καταρτισμένη η πρότασή της για ένα σχέδιο διαχείρισης υγρών λυμάτων (…) τότε η εταιρεία αποκλείεται από την κατάθεση προσφοράς (στο πλαίσιο ενός διαγωνισμού). Πρέπει να καταλήξουμε σε έναν πολύ καινούργιο, διαφανή και δυναμικό τρόπο για την εξαγωγή πληροφορίας και πνευματικής ιδιοκτησίας από τις επιχειρήσεις, ώστε να λύνονται άμεσα προβλήματα, χωρίς όμως να αποκλείεται η δυνατότητα των εταιρειών να βγάζουν κέρδος. Δεν υπάρχει τίποτα κακό στο να βγάζεις κέρδος, υπό την προϋπόθεση ότι κάνεις τα πράγματα σωστά και με μια πιο ολιστική κατανόηση του κόστους που μπορεί να έχει ειδικά για το κλίμα η επιχειρηματική σου δραστηριότητα» υπογραμμίζει.

Μεγαλύτερα κεφάλαια κατευθύνονται πλέον στις υποδομές, αλλά …φοβού το λάθος

Το εμψυχωτικό νέο, σημειώνει ο Σεθ Σουλτς, είναι ότι οι κυβερνήσεις έχουν αρχίσει να ψάχνουν τρόπους για να εναρμονίσουν τις εθνικές ή ομοσπονδιακές πολιτικές με εκείνες που υπάρχουν σε τοπικό επίπεδο. Υπάρχει επίσης μαζική αναγνώριση του προβλήματος της έλλειψης των αναγκαίων υποδομών.

«Όταν αντιμετωπίζεις όλα αυτά -αστικοποίηση, κλιματική αλλαγή, ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας- χρειάζεσαι περισσότερη υποδομή, νέους δρόμους, νέα κτήρια, πιο αποδοτικά κτήρια, καινούργια πάρκα (…) Σήμερα βλέπεις ότι εθνικές κυβερνήσεις, κεντρικές τράπεζες, διεθνείς αναπτυξιακές τράπεζες, όλοι αυτοί οι οργανισμοί επικεντρώνονται περισσότερο (σε σχέση με το παρελθόν) στο να λυθεί το πρόβλημα αυτού του κενού υποδομών. Τεράστια ποσά χρημάτων στρέφονται σε αυτή την κατεύθυνση.

Ο φόβος είναι όμως ότι αν αυτό δεν γίνει έξυπνα, αν δεν συνδημιουργηθεί με τις πόλεις, αν γίνει λανθασμένα, το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό, γιατί τότε θα ξοδέψουμε διπλάσιο χρήμα και διπλάσιο χρόνο -και δεν έχουμε χρόνο. Αυτή η διαδικασία της συν-δημιουργίας είναι μεν μπερδεμένη και σύνθετη, αλλά καθίσταται ακόμη πιο σημαντική, λαμβανομένου υπόψη του ύψους των οικονομικών πόρων που πρέπει να επενδυθούν στις πόλεις σε λίγο χρόνο» σημειώνει.

Γιατί οι κεντρικές κυβερνήσεις δεν αναλαμβάνουν πιο ενεργή δράση;

Ορισμένες κυβερνήσεις, τόσο σε ανεπτυγμένες, όσο και σε αναπτυσσόμενες χώρες, εμφανίζονται απρόθυμες ή διστακτικές στο να εφαρμόσουν ό,τι συμφωνήθηκε σε διεθνές επίπεδο για την πρόληψη της κλιματικής αλλαγής, φοβούμενες αρνητική επίδραση στις εθνικές οικονομίες. Πόσο πιθανό είναι να δούμε αυτή τη στάση να αλλάζει σύντομα; Και υπό ποιες συνθήκες; ήταν το επόμενο ερώτημα προς τον Σεθ Σουλτς.

«Πρώτον, συχνά, οι ομοσπονδιακές κυβερνήσεις βρίσκονται σε αντίθεση με τις πόλεις σε πολιτικό επίπεδο. Μερικές φορές αυτό συμβαίνει διότι σε κάποιες από τις μεγαλύτερες πόλεις ορισμένων χωρών, ο δήμαρχος ή ο κυβερνήτης είναι ο επόμενος πιθανός υποψήφιος για την Προεδρία της χώρας. Ως αποτέλεσμα υπάρχει σύγκρουση (συμφερόντων) στο να στηρίξεις κάποιον, που μπορεί να γίνει ο ανταγωνιστής σου. Δεύτερον, (…)συχνά, είναι δύσκολο για τις εθνικές κυβερνήσεις να επενδύσουν σε μια πόλη, καθώς δεν υπάρχει πάντα αρκετή σαφήνεια και διαφάνεια (…)ως προς το πού πήγαν τα χρήματα, πώς δαπανήθηκαν και ποια ήταν τα αποτελέσματα της επένδυσης.

Αρα, συχνά είναι ευκολότερο για μια εθνική κυβέρνηση να κρατήσει (τα χρήματα) υπό τον έλεγχό της (…) Το να δώσεις τα χρήματα στην τοπική κυβέρνηση, που κατά πολλές έννοιες, είναι μια ανεπαρκής δομή, είναι πρόκληση. Και τα δύο αυτά πρέπει να γίνουν αντιληπτά (…) Βλέπεις πάντως ότι οι κυβερνήσεις αρχίζουν να δοκιμάζουν διάφορους τρόπους (…) Τα τελευταία 20 χρόνια, συχνά, ειδικά σε θέματα που αφορούν την κλιματική αλλαγή, οι πόλεις προχώρησαν πέρα από τα θέματα της “ημερήσιας διάταξης”, εμφανίστηκαν πιο φιλόδοξες και τολμηρές, ανέλαβαν δράση. Και το γεγονός αυτό βοήθησε εν μέρει στο να κινητοποιηθούν, να εμπνευστούν ή ακόμη και να ντραπούν οι εθνικές κυβερνήσεις ως προς το πόσο πίσω μένουν (στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής) αλλά και να ενθαρρυνθούν στο να γίνουν πιο οραματικές και επιθετικές» επισημαίνει.

Ηλεκτρικά κι αυτόνομα οχήματα, lobbying και κόστος

Ερωτηθείς σχετικά με τον αντίλογο που υπάρχει σήμερα γύρω από τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα -ότι δηλαδή αυτά είναι πολύ ακριβά κι ότι σε μαζική κυκλοφορία ενδέχεται στην πραγματικότητα να είναι ρυπογόνα, καθώς το καύσιμό τους, η ηλεκτρική ενέργεια, εξακολουθεί προς το παρόν να προέρχεται κατά κύριο λόγο από ορυκτά καύσιμα- ο Σεθ Σουλτς τονίζει πως θεωρεί την ίδια τη βάση αυτής της συζήτησης λανθασμένη. «Ο ρυθμός με τον οποίο μετατρέπουμε σε ηλεκτρικό οτιδήποτε στον πλανήτη είναι εκθετικός. Το να συζητάμε λοιπόν για το αν πρέπει να κάνουμε ηλεκτρικά τα αυτοκίνητα, παρότι έχουμε κάνει ηλεκτρικά τα πάντα, τις πόλεις μας και όλες τις συσκευές μας (…), είναι λίγο περίεργο, δεν βγάζει νόημα.

Ως προς το κόστος… ‘Ενας λόγος που EV είναι ακριβά έχει να κάνει με τους lobbyists της αυτοκινητοβιομηχανίας και τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων. Είμαστε βέβαια και στην αρχή αυτής της τεχνολογικής ανάπτυξης, οπότε τα κόστη είναι υψηλότερα. Όμως, όπως είδαμε από τα φωτοβολταϊκά και τα τσιπ των ηλεκτρονικών υπολογιστών, το κόστος της ανάπτυξης νέας τεχνολογίας μειώνεται διαρκώς. Αυτό θα συμβεί και με τα EV, καθώς ενσωματώνονται κι αυτά στο ηλεκτρικό δίκτυο, κάτι που σημαίνει ότι θα πρέπει να γίνουν πιο έξυπνα, πιο αειφόρα, πιο ανθεκτικά. Νομίζω ότι τα EV θα προχωρήσουν γρήγορα. Αν δείτε τη διείσδυση της αγοράς των EV και τον αριθμό των ηλεκτρικών οχημάτων που κατασκευάζονται και πωλούνται, αν δείτε τον αριθμό των μεγάλων εταιρειών, όπως η Volvo, που δεσμεύονται να έχουν πλήρως ηλεκτρικά οχήματα ώς το 2025, ναι, αυτό συμβαίνει» λέει.

Κατά τον ίδιο, αντί να ρωτάμε αν πρέπει να έχουμε EV, θα πρέπει να θέτουμε ένα ριζικά διαφορετικό ερώτημα. Τι θα κάνουμε σε δέκα χρόνια από σήμερα με τα οχήματα που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα; Πώς θα γίνει η μετάβαση των ανθρώπων στα νέα οχήματα, όταν δεν θα υπάρχουν τόσο πολλά πρατήρια καυσίμων; «Σκεφτείτε κι αυτό: τα EV έχουν το ένα δέκατο των κινούμενων μερών, που έχει ένα συμβατικό όχημα, άρα δεν χρειάζονται την ίδια συντήρηση. Μπορεί λοιπόν το κόστος αγοράς να είναι υψηλότερο, αλλά το συνολικό κόστος συντήρησης είναι πολύ πολύ χαμηλότερο, γιατί τα διάφορα εξαρτήματα δεν χαλάνε το ίδιο συχνά. Η αγορά των ασφαλειών γύρω από τα οχήματα αναμένεται επίσης να αλλάξει ριζικά, καθώς αυτά δεν γίνονται απλά ηλεκτρικά, γίνονται και αυτόνομα. Οπότε, σε περίπτωση σύγκρουσης, θα έχουμε τον εξής διάλογο: “το δικό μου αυτόνομο αυτοκίνητο, το δικό σου αυτόνομο αυτοκίνητο. Δεν οδηγούσα. Δεν οδηγούσες. Ποιος έφταιγε λοιπόν; ΄Ηταν το λογισμικό; Να μηνύσουμε τη Google, να μηνύσουμε την αυτοκινητοβιομηχανία;”. Αυτές είναι οι ερωτήσεις που θα έπρεπε να κάνουμε σε ό,τι αφορά τα οχήματα σήμερα» καταλήγει.

Η συνάντηση με τον Σεθ Σουλτς έγινε με την ευκαιρία της παρουσίας του στη Θεσσαλονίκη, στην ετήσια διεθνή συνάντηση των «Ζωντανών/Δυναμικών Εργαστηρίων» (Living Labs), με την επωνυμία Open Living Lab Days (OLLDs).

Αλεξάνδρα Γούτα 

 

© ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ. Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ΑΕ.

Loading