Η Συμφωνία της Ζυρίχης καθόρισε την ανεξαρτησία της Κύπρου, αλλά ανέδειξε τις προκλήσεις του Κυπριακού Ζητήματος. Στα τέλη του 1958, το Κυπριακό Ζήτημα φαίνονταν να βρίσκεται σε αδιέξοδο, καθώς οι προηγούμενες διακοινοτικές ταραχές είχαν επιδεινώσει την κατάσταση. Παρά τη στήριξη της Ελλάδας και τη στροφή του Μακαρίου υπέρ της ανεξαρτησίας, οι συνθήκες το καθιστούσαν δύσκολο. Η Αθήνα και η Άγκυρα, αντιλαμβανόμενες την ανάγκη για στρατηγική συνεργασία, αποφάσισαν να επιδείξουν σχετική διαλλακτικότητα. Στην κατεύθυνση αυτή, οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών, Ευάγγελος Αβέρωφ και Φατίν Ζορλού, συναντήθηκαν αρχικά στη Νέα Υόρκη και ακολούθως στο Παρίσι.
Με τη στήριξη της Μεγάλης Βρετανίας, η Ελλάδα και η Τουρκία ανακοίνωσαν τη σύγκληση διάσκεψης κορυφής στη Ζυρίχη, η οποία διεξήχθη από τις 5 έως τις 11 Φεβρουαρίου 1959, με τη συμμετοχή των πρωθυπουργών Κωνσταντίνου Καραμανλή και Αντνάν Μεντερές. Η συμφωνία αυτή καθόρισε την ίδρυση ενός ανεξάρτητου κυπριακού κράτους, αποκλείοντας τόσο την ένωση με την Ελλάδα όσο και τη διχοτόμηση.
Η Συνθήκη Συμμαχίας, η οποία υπογράφηκε στο πλαίσιο αυτής της διάσκεψης, προέβλεπε τη συγκρότηση ενός κοινού στρατηγείου με ελληνικές και τουρκικές δυνάμεις. Σημαντική ήταν επίσης η Συνθήκη Εγγύησης, στην οποία οι Μεγάλες Δυνάμεις εγγυούνταν την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου.
Επιπλέον, η συμφωνία περιλάμβανε ρήτρα για κοινές δράσεις σε περίπτωση παραβίασης της, η οποία χρησιμοποιήθηκε από την Τουρκία ως δικαιολογία για την εισβολή του 1974. Οι βασικές διατάξεις του Συντάγματος του νέου κράτους περιλάμβαναν τη θέση ενός Ελληνοκύπριου προεδρεύοντος και ενός Τουρκοκύπριου αντιπροεδρεύοντος, με δικαίωμα βέτο σε κρίσιμα θέματα.
Η ελληνική και τουρκική πλευρά προχώρησαν σε υποχωρήσεις, αναγνωρίζοντας ότι η μόνιμη λύση ήταν ανεπίτευκτη και απαιτούσε συμβιβασμούς. Η αμφιλεγόμενη αυτή συμφωνία θα προκαλούσε αργότερα πολιτικές εντάσεις, αλλά και προσδοκίες για μία νέα εποχή στην ιστορία της Κύπρου.
Πηγή περιεχομένου: in.gr