του Alexander B. Downes (*)
Ο πρόεδρος Τραμπ έχει δηλώσει πολλές φορές ότι θέλει να απεμπλέξει τη χώρα του από τους «ατελείωτους πολέμους» στη Μέση Ανατολή. Και απέφυγε να απαντήσει στρατιωτικά στις περυσινές ιρανικές προκλήσεις στον Κόλπο. Για πολλούς αναλυτές, όμως, η δολοφονία του Ιρανού αντιστράτηγου Κασέμ Σουλεϊμανί εγείρει το ερώτημα κατά πόσον ο Τραμπ θέλει πόλεμο με το Ιράν.
Τα κίνητρα του Τραμπ – και η απάντηση σε αυτό το ερώτημα – παραμένουν άγνωστα. Το βέβαιο είναι ότι πολλοί στην κυβέρνηση Τραμπ θέλουν αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν. Η αποχώρηση του Τζον Μπόλτον από τη θέση του συμβούλου εθνικής ασφαλείας δεν έχει αλλάξει το γεγονός αυτό.
Πώς θα μπορούσε να ανατρέψει όμως η αμερικανική κυβέρνηση το ιρανικό καθεστώς; Υπάρχουν τέσσερις βασικές επιλογές.
1. Εισβολή. Το πλεονέκτημα αυτής της μεθόδου είναι ότι σχεδόν πάντα πετυχαίνει τον στόχο της. Το μειονέκτημα είναι ότι, όπως έχουν διαπιστώσει πολλές φορές οι αμερικανικές κυβερνήσεις, το να μπεις είναι πολύ πιο εύκολο από το να βγεις. Η κατάληψη μιας χώρας τέσσερις φορές μεγαλύτερης από το Ιράκ, με έναν εθνοτικά ποικίλο πληθυσμό που είναι τρεις φορές μεγαλύτερος από τον πληθυσμό του Ιράκ του 2003, θα μπορούσε να αποβεί καταστροφική.
2. Αεροπορική ισχύς. Το πλεονέκτημα αυτής της μεθόδου – που χρησιμοποιήθηκε επιτυχώς στην περίπτωση του Σουλεϊμανί και ανεπιτυχώς στην περίπτωση του Καντάφι το 1986 και του Σαντάμ Χουσεϊν το 1991 και το 2003 – είναι ότι έχει χαμηλό κόστος και δεν απαιτεί χερσαίες δυνάμεις. Το μειονέκτημα είναι ότι δεν είναι εύκολο να σκοτώσεις έναν αρχηγό κράτους από τον αέρα κι ότι ακόμη κι αν τα καταφέρεις δεν ελέγχεις τη διάδοχη κατάσταση. Επίσης, αν η αμερικανική κυβέρνηση σκότωνε τον αρχηγό ενός κράτους με το οποίο δεν βρίσκεται σε πόλεμο θα κατηγορείτο για ωμή δολοφονία.
3. Εξαναγκασμός της ιρανικής ηγεσίας να παραδώσει την εξουσία. Αυτό μπορεί να γίνει με οικονομικές κυρώσεις ή με την απειλή στρατιωτικής δράσης. Το πλεονέκτημα αυτής της μεθόδου είναι επίσης το χαμηλό της κόστος. Όμως οι οικονομικές κυρώσεις δεν οδήγησαν ποτέ από μόνες της στην παραίτηση ενός ηγέτη. Παρά τις κυρώσεις που έχει επιβάλει η Ουάσινγκτον στο Ιράν, οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις των περασμένων μηνών πνίγηκαν στο αίμα. Οι απειλές, πάλι, μπορεί να πετύχουν μόνο όταν αυτός που τις διατυπώνει είναι πολύ ισχυρότερος από αυτόν στον οποίο τις απευθύνει και η απειλή της εισβολής είναι αξιόπιστη. Αυτοί οι όροι δεν ισχύουν στην περίπτωση του Ιράν.
4. Συνεργασία με εγχώριες οργανώσεις της αντιπολίτευσης. Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Ουάσινγκτον αποπειράθηκε να αλλάξει 64 καθεστώτα μέσω της συνεργασίας της με εγχώριες οργανώσεις. Η μεγαλύτερη επιτυχία της ήταν η ανατροπή του Μοχάμαντ Μοσαντέγκ στο Ιράν το 1953. Αυτές οι επιχειρήσεις είναι φτηνές, αλλά αποτυγχάνουν συχνότερα απ’ όσο πετυχαίνουν. Επιπλέον, η Ουάσινγκτον έχει χαρακτηρίσει κατά καιρούς τρομοκρατικές τις περισσότερες από τις οργανώσεις που δρουν στο Ιράν. Δύσκολα λοιπόν θα συνεργαστεί μαζί τους.
Με λίγα λόγια, δεν υπάρχουν σοβαρές επιλογές για να γίνει αλλαγή καθεστώτος στο Ιράν που να είναι φτηνή, να έχει σοβαρές πιθανότητες να λειτουργήσει και να οδηγήσει σε μια κυβέρνηση φιλική προς την Ουάσινγκτον. Αν η κυβέρνηση Τραμπ έχει μια στρατηγική στο Ιράν, πρέπει να βασίζεται στην ελπίδα. Την ελπίδα ότι οι ασφυκτικές κυρώσεις θα οδηγήσουν σε εξέγερση εναντίον του καθεστώτος. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα είναι πρωτοφανές.
(*) Ο Αλεξάντερ Ντάουνς είναι αναπληρωτής καθηγητής πολιτικής επιστήμης και διεθνών υποθέσεων στο George Washington University.
(Πηγή: Washington Post)