Η Ευρώπη καλείται να επανακαθορίσει τη στάση της απέναντι στη διαπραγμάτευση και την ειρηνευτική διαδικασία. Οι κυβερνήσεις στην Ευρώπη βρίσκονται αντιμέτωπες με την ανάγκη προσαρμογής στις νέες γεωπολιτικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ και την έναρξη μιας ειρηνευτικής διαπραγμάτευσης. Η διαδικασία αυτή αναμένεται να είναι δύσκολη και χρονοβόρα, με την αμερικανική κυβέρνηση να προκρίνει τη διαπραγμάτευση απευθείας με τη Ρωσία και την Ουκρανία, αφήνοντας την Ευρώπη σε δεύτερη μοίρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ευρώπη φαίνεται να απουσιάζει από τη συζήτηση σχετικά με την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου της Ουκρανίας για τη χρηματοδότηση της ανοικοδόμησης, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ουκρανία προχωρούν σε συμφωνίες που εξαιρούν την Ευρώπη.
Η αντίληψη ότι η ειρήνη μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη στρατιωτική ήττα της Ρωσίας έχει οδηγήσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις σε έναν λανθασμένο δρόμο, ενώ έχουν παραβλέψει την ανάγκη για μια ουσιαστική ειρηνευτική διαδικασία που θα αντανακλά τις πραγματικότητες στο πεδίο της Ουκρανίας. Αυτή η στάση είναι αποτέλεσμα μιας συνολικής αποτυχίας της Ευρώπης να προβλέψει και να αντιμετωπίσει τις εσωτερικές διαιρέσεις στην Ουκρανία από το 2014 και μετά, αφήνοντάς την χωρίς στρατηγική ενόψει του τρέχοντος πολέμου.
Αυτή η αναζήτηση μοχλών πίεσης για την επίλυση της σύγκρουσης, παρά τις προτάσεις που ενδέχεται να κλιμακώσουν την κατάσταση, καταδεικνύει την αδυναμία της Ευρώπης να επηρεάσει τον συσχετισμό δυνάμεων στον πόλεμο. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πρέπει να επαναστατήσουν σε αυτή την κατεύθυνση, υπερασπίζοντας ταυτόχρονα το διεθνές δίκαιο και την ανάγκη για ένα νέο μοντέλο συνεργασίας στην περιοχή.
Πηγή περιεχομένου: in.gr