του Andrew Sullivan (*)
Τελικά συνέβη στην Αμερική. Εχουμε φονικές μάχες στους δρόμους ανάμεσα στις δύο φυλές της πολωμένης πολιτικής μας. Και η αλήθεια είναι πως ακόμη και λίγα λεπτά χάους και βίας μπορεί να περιέχουν άφθονα πολύπλοκα γεγονότα, κίνητρα και δυναμικές. Πρέπει όμως να αντισταθούμε στον πειρασμό να χαρακτηρίζουμε τη μια πλευρά αλάνθαστη και την άλλη πηγή όλων των κακών.
Υποστηρίζω πως πρέπει να ερευνούμε τις αμαρτίες του παρελθόντος, και ιδιαίτερα την κληρονομιά της δουλείας και των φυλετικών διακρίσεων. Με την έννοια αυτή, συμφωνώ με τα κίνητρα όσων διαδηλώνουν με σύνθημα «Black Lives Matter». Από την άλλη πλευρά, όμως, διαφωνώ με την επιμονή τους να απορρίπτουν την πρόοδο που έχει γίνει και να αποκαλούν την πιο ανεκτική χώρα του πλανήτη μια μορφή «λευκής κυριαρχίας». Κουράστηκα να ακούω την Κάμαλα Χάρις, την υποψήφια του Δημοκρατικού Κόμματος για την αντιπροεδρία, να λέει πως «η ζωή ενός μαύρου στην Αμερική δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ ως απολύτως ανθρώπινη».
Αυτό για το οποίο είμαι βέβαιος είναι ότι οι λεηλασίες και η ανομία είναι απαράδεκτες. Και αν ένα κόμμα εκπροσωπεί όλα όσα πιστεύω αλλά δεν υποστηρίζει την ανάγκη τήρησης του νόμου και της τάξης, θα ψηφίσω το κόμμα που το κάνει. Με αυτή την έννοια, είμαι ένας μονοθεματικός ψηφοφόρος, γιατί χωρίς νόμο και τάξη δεν υπάρχει χώρος για άλλα ζητήματα. Η αταξία φέρνει κι άλλη αταξία. Και αν δεν υπερασπιστούν οι φιλελεύθεροι την τάξη, θα το κάνουν οι φασίστες.
Στο συνέδριο των Δημοκρατικών δεν άκουσα σχεδόν τίποτα για την ανάγκη τερματισμού της ανομίας. Όταν όμως ένα πολιτικό κόμμα αγκαλιάζει τόσο πολύ μια νέα και ισχυρή ιδεολογία ώστε δεν μπορεί να μιλήσει για τη βία όταν τη βλέπει, τότε οδεύει κατευθείαν προς μια μεγάλη παγίδα. Όταν διανοούμενοι και δημοσιογράφοι ανταγωνίζονται για το ποιος θα φωνάξει πιο δυνατά ότι η Αμερική είναι εγγενώς κακή, τότε οι περισσότεροι καθημερινοί άνθρωποι απομακρύνονται.
«Πώς ζητά το Δημοκρατικό Κόμμα να ηγηθεί της χώρας μας όταν δαπανά τόσο χρόνο για να τη διχάζει;» αναρωτήθηκε ο Ντόναλντ Τραμπ στην ομιλία του στο συνέδριο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Ηταν μια εύκολη βολή, πράγματι. Στη σημερινή συγκυρία, όμως, έπεσε διάνα. Το βασικό θέμα του συνεδρίου ήταν να θυμίσει στους πολίτες αυτό που αποτελούσε κάποτε το αμερικανικό αφήγημα. Την ίδια στιγμή, η Κενόσα καιγόταν, στη Μινεάπολη μια αυτοκτονία είχε οδηγήσει σε λεηλασίες και στην Ουάσινγκτον διαδηλωτές ζητούσαν από τους περαστικούς να υψώσουν τη γροθιά σε ένδειξη συμπαράστασης. Αυτοί οι φανατικοί αποτελούν σήμερα τη βιτρίνα των Δημοκρατικών. Και οι φιλελεύθεροι, από το επιτελείο του Μπάιντεν μέχρι τους New York Times, φοβούνται να τους καταδικάσουν.
Θυμάστε τη στιγμή αυτού του καλοκαιριού που οι New York Times υπέκυψαν στον ακτιβισμό του προσωπικού τους και απέλυσαν τον Τζέιμς Μπένετ; Δεν είναι τυχαίο ότι η πέτρα του σκανδάλου ήταν ένα άρθρο που υποστήριζε ότι αν δεν μπορεί η Νέα Υόρκη να σταματήσει τις λεηλασίες, πρέπει να το κάνει ο στρατός. Ο ίδιος ο πρόεδρος, βέβαια, γνωρίζει ότι το χάος βοηθά πάντα τους αυταρχικούς ηγέτες και απολαμβάνει να επιτίθεται στους Δημοκρατικούς δημάρχους και κυβερνήτες επειδή το ανέχονται. Εχει επίσης στείλει μηνύματα στην αστυνομία ότι υποστηρίζει την κακοποίηση των υπόπτων και αδιαφορεί για την απειλή του λευκού εθνικισμού στις τάξεις της αστυνομίας.
Οι σημερινές εικόνες στην Αμερική θυμίζουν σε έναν βαθμό τη Βαϊμάρη. Το κέντρο έχει καταρρεύσει. Ενοπλες συμμορίες της άκρας Δεξιάς και της άκρας Αριστεράς πολεμούν στους δρόμους. Το σενάριο είναι γνωστό αν διδασκόμαστε κάτι από την ιστορία. Μια οικονομική κρίση που οδηγεί σε μαζική ανεργία, οι ψυχολογικές επιπτώσεις ενός μακροχρόνοιυ εγκλεισμού, η αδυναμία των φιλελεύθερων να υπερασπιστούν τις αξίες της φιλελεύθερης δημοκρατίας και η ανικανότητα των συντηρητικών να πάρουν τις αποστάσεις τους από τους δημαγωγούς.
Αυτό που θέλει ο περισσότερος κόσμος σε ένα τέτοιο είδος αστάθειας είναι μια φυσιογνωμία που θα βγει μπροστά και θα την τερματίσει. Ο Τραμπ είναι κάποιος που ευχαρίστως θα περιφρονούσε κάθε δημοκρατικό κανόνα για να το κάνει. Και η Αριστερά μοιάζει να τον παρακαλεί να το κάνει, προκειμένου να δικαιωθεί.
Εχουμε μπροστά μας κρίσιμες εκλογές. Αν ο Τραμπ ηττηθεί με μικρή διαφορά, δεν θα το παραδεχθεί ποτέ, και αν αναγκαστεί να το κάνει θα εξαπολύσει εκστρατεία απονομιμοποίησης του νικητή. Ο Μπάιντεν είναι αδύναμος και έχει παραδοθεί στην άκρα Αριστερά. Nαι, έχει καταδικάσει τις ταραχές, αλλά με αστερίσκους. Οι αστερίσκοι αυτοί πρέπει να φύγουν. Οσο πιο γρήγορα, τόσο καλύτερα.
(*) O Αντριου Σάλιβαν είναι αρθρογράφος των Times
(Πηγή: The Times)