Χαμηλή έως μέτρια είναι η συμμόρφωση των ελληνικών επιχειρήσεις σε όλους τους πυλώνες εταιρικής διακυβέρνησης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας της Grant Thornton.
Αξιολογώντας την ωριμότητα των πρακτικών εταιρικής διακυβέρνησης, προκύπτει ότι 8 στις 10 επιχειρήσεις αναγνωρίζουν πως ένα ισχυρό σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης έχει θετική επίδραση, τόσο στη λειτουργία της επιχείρησης, όσο και στα κέρδη και στις ταμειακές ροές, εκτιμώντας ότι τελικά αυξάνει την αξία της εταιρείας και των μετοχών τους. Οι αναποτελεσματικές ή πολιτικές που δεν εφαρμόζονται θεωρούνται ως οι πιο περιοριστικοί παράγοντες στην εταιρική διακυβέρνηση, ενώ ακολουθεί ο παράγοντας της έλλειψης ανεξαρτήτων μη εκτελεστικών μελών από τα ΔΣ και η έλλειψη διαδικασιών αξιολόγησης των ΔΣ. Συνακόλουθα, μόνο 5 στις 10 διοικήσεις να εκτιμούν ότι έχουν ένα υψηλό βαθμό ωριμότητας σχετικά με τις πρακτικές εταιρικής διακυβέρνησης που εφαρμόζουν, γεγονός, που αποδεικνύει την επιτακτική ανάγκη αναδιαμόρφωσης.
Η πολυμορφία εντός ΔΣ αποτελεί με τη σειρά της καθοριστικό παράγοντα στο σύστημα διακυβέρνησης που ακολουθεί μία εταιρεία, ενώ ταυτόχρονα η έλλειψη της μπορεί να εκληφθεί και ως βασική τροχοπέδη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί πως σήμερα 4 στις 10 εταιρείες έχουν ΔΣ, που απαρτίζονται στο σύνολο τους μόνο από άντρες με τις διοικήσεις να εκτιμούν, ότι τα μέλη του ΔΣ οφείλουν να παρέχουν εμπιστοσύνη στον μέτοχο και να έχουν βαθιά γνώση του κλάδου. Αντιθέτως, θέματα όπως η γνώση χρηματαγορών, αρχών εταιρικής διακυβέρνησης, επαγγελματικού Management και γνώσεις τεχνολογίας δεν αναγνωρίζονται ούτε και αποτελούν βασικές προτεραιότητες.
Ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία της έρευνας σχετικά με την διαχείριση κινδύνου και τη διαφάνεια. Συγκεκριμένα, μόνο 6 στις 10 επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχουν μια κάποια λειτουργία εσωτερικού ελέγχου, ενώ η πλειονότητα των επιχειρήσεων, 8 στις 10, εκτιμά ότι δημοσιοποιεί επαρκή οικονομικά στοιχεία. Στην αντίπερα όχθη, όμως, αναγνωρίζουν αδιαφάνεια σε ιδιαίτερα σημαντικά ζητήματα που βοηθούν τους ενδιαφερομένους να κατανοήσουν την απόδοση, την βιωσιμότητα και την στρατηγική της επιχείρησης.
Επιπλέον, ιδιαίτερη περίπτωση σε σχέση με την Εταιρική Διακυβέρνηση αποτελούν οι εισηγμένες εταιρίες λόγω των διαφορετικών χαρακτηριστικών τους. Αναλυτικότερα, 4 στις 10 εισηγμένες εταιρείες διαφαίνεται, πως εφαρμόζουν κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης που ανέπτυξαν οι ίδιες, καθώς από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει, ότι ως βασικός λόγος της δημιουργίας «Ιδίου Κώδικα» από σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων, παραμένει η αποφυγή της εξήγησης των αποκλίσεων που θα έπρεπε να δηλώσουν. Αξιοσημείωτο είναι ακόμη ότι σχεδόν 2 στις 10 εισηγμένες εταιρείες εξακολουθούν να δηλώνουν, ότι εφαρμόζουν τον Κώδικα του ΣΕΒ, ο οποίος έχει αντικατασταθεί τον Οκτώβριο του 2013 από τον Ελληνικό Κώδικα Εταιρικής Διακυβέρνησης (ΕΚΕΔ).
Όσον αφορά δε την ανεξαρτησία των ΔΣ και τις συνακόλουθες πολιτικές που εφαρμόζονται, στις 4 από τις 10 εισηγμένες εταιρείες τα ανεξάρτητα μη εκτελεστικά μέλη του ΔΣ είναι λιγότερα του 1/3 του συνόλου των μελών, σύμφωνα με τα όσα απαιτεί η νομοθεσία, 5 στις 10 δεν γνωστοποιούν τον αριθμό των συνεδριάσεων του ΔΣ, καθώς και τις παρουσίες των μελών σε αυτές τις συνεδριάσεις, ενώ ίδιο είναι το ποσοστό που δεν έχουν διαδικασίες αξιολόγησης των μελών του ΔΣ. Ως προς την εξειδίκευση δε των μελών ΔΣ , τα χαμηλότερα ποσοστά εμπειρίας παρατηρούνται σε θέματα τεχνολογίας και ανθρώπινου δυναμικού.
Ταυτόχρονα, από την πληροφόρηση που παρέχουν οι εισηγμένες επιχειρήσεις αναφορικά με την πολυμορφία του ΔΣ παρατηρείται ότι 5 στις 10 εταιρείες γνωστοποιούν πληροφορίες για πολιτικές πολυμορφίας ως προς το φύλο, ελάχιστες εταιρείες γνωστοποιούν πληροφορίες πολιτικών πολυμορφίας ως προς το κοινωνικό υπόβαθρο, ενώ μόνο 2 στις 10 αναφέρουν πολιτικές που σχετίζονται με την εθνικότητα και 3 στις 10 με τις δεξιότητες. Συνολικά διαπιστώνεται ότι μόνο η 1 στις 10 των εισηγμένων περιγράφουν λεπτομερώς και με πλήρη σαφήνεια την εφαρμοζόμενη πολιτική τους.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα συμπεράσματα σε σχέση με τη διαχείριση κινδύνου, το σύστημα εσωτερικού ελέγχου και τη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση. Χαρακτηριστικά μόνο 5 στις 10 παρέχουν αναλυτική πληροφόρηση για τις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων που εφαρμόζουν, ενώ οι αναφορές των επιχειρήσεων σε μη χρηματοοικονομικής φύσης θέματα (περιβαλλοντικά, κοινωνικά, εργασιακά) είναι είτε ανεπαρκείς είτε πολύ γενικές. Συγκεκριμένα, οι 5 στις 10 επιχειρήσεις δεν παρέχουν αναλυτικές πληροφορίες για θέματα περιβαλλοντικής φύσεως, ενώ 7 στις 10 δεν παρέχουν αναλυτική πληροφόρηση για κοινωνικά θέματα και θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επιπλέον, 5 στις 10 επιχειρήσεις που δημοσιοποιούν πολιτική αποδοχών, το περιεχόμενη της πολιτικής δε συμμορφώνεται γενικώς με τις κανονιστικές απαιτήσεις.
Συμπερασματικά και σύμφωνα με την έρευνα που πραγματοποίησε η Grant Thornton στην ευρωπαϊκή αγορά αποδεικνύεται, ότι η ισχυρή εταιρική διακυβέρνηση, δημιουργεί αναμφίβολά αξία στις επιχειρήσεις καθώς είναι κατά 43% πιο αποτελεσματικές στην ανάπτυξη και πώληση προϊόντων και υπηρεσιών και παράγουν διπλάσια απόδοση για τους μετόχους. Ακόμη, μακροπρόθεσμα διατηρούν την αξία τους καθώς είναι κατά 15% περισσότερο φερέγγυες και έχουν 25% περισσότερη ρευστότητα. Τέλος επιχειρήσεις που βελτίωσαν σημαντικά το επίπεδο εταιρικής διακυβέρνησης, κατόρθωσαν να πετύχουν κατά μέσο όρο 44% αύξηση των λειτουργικών ταμειακών ροών, 46% αύξηση των ελεύθερων ταμειακών ροών και 10% αύξηση του περιθωρίου EBIT (κερδών προ φόρων και χρηματοοικονομικών
αποτελεσμάτων).