Στην οργάνωση ενός Αναπτυξιακού Προγράμματος Συμβάσεων Στρατηγικής Σημασίας (μία «δεξαμενή» έργων) προχωράει η κυβέρνηση – Προωθείται μηχανισμός ωρίμανσης έργων με όχημα το ΤΑΙΠΕΔ για τα έργα του σχεδίου Ελλάδα 2.0, αλλά και του ΕΣΠΑ.
Ο γενικός γραμματέας Δημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ, Δημήτρης Σκάλκος σε σημερινό άρθρο του στην εφημερίδα «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ» με θέμα υποστηρίζει πως “Στο νέο ΕΣΠΑ 2021-2027 σχεδιάζεται νέο πρόγραμμα για την ενδυνάμωση της θεσμικής ικανότητας των αδύναμων δικαιούχων σημαντικού προϋπολογισμού, για την τεχνική και διαχειριστική υποστήριξή τους”.
«Για μία δυναμική περιφερειακή ανάκαμψη».
Ο γενικός γραμματέας εκτιμά πως ” η Ελλάδα στα επόμενα χρόνια έχει τη δυνατότητα να κινητοποιήσει μέσω των κύριων χρηματοδοτικών μέσων (Ταμείο Ανάκαμψης, ΕΣΠΑ 2021-2027, CEF II, ReactEU, δύο πυλώνες της ΚΑΠ, κ.ά.) συνολικούς κοινοτικούς πόρους που πλησιάζουν τα 77 δισ. ευρώ (χωρίς να συνυπολογίζεται η μόχλευση ιδιωτικών πόρων) και πρόκειται για πιστώσεις που ξεπερνούν ιστορικά κάθε άλλη αντίστοιχη εξωτερική χρηματοδότηση αλλά, «αναγκαία συνθήκη είναι η βελτίωση της ικανότητας της χώρας να σχεδιάζει και να υλοποιεί έργα, καθώς η έλλειψη ώριμων έργων υπονομεύει κάθε προσπάθεια ανάκαμψης»”.
Αναλυτικά το άρθρο:
«Το πλήγμα της πανδημίας υπήρξε συμμετρικό καθώς καμία περιοχή της Ευρώπης δεν έμεινε ανεπηρέαστη στη μεγαλύτερη μεταπολεμική οικονομική ύφεση. Ωστόσο, οι επιπτώσεις παρουσιάζονται ασύμμετρες. Οι πρώτες μετρήσεις καταγράφουν μία σημαντική διεύρυνση των περιφερειακών και ενδοπεριφερειακών οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων. Μία σειρά παραγόντων εξηγούν τις παρατηρούμενες αποκλείσεις και ταυτόχρονα υποδεικνύουν την κατεύθυνση των ζητούμενων παρεμβάσεων για την αντιμετώπισή τους.
Σε αυτούς τους παράγοντες περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, οι άνισες δυνατότητες των κρατών-μελών της Ε.Ε. να κινητοποιήσουν εγχώριους πόρους για τη στήριξη των οικονομιών τους, ο υψηλός βαθμός εξάρτησης της οικονομίας από κλάδους που επλήγησαν περισσότερο (τουρισμός, υπηρεσίες), οι διαφορετικοί βαθμοί διοικητικής ικανότητας στη διαχείριση της κρίσης («καλή διακυβέρνηση»).
Οι ελληνικές περιφέρειες είχαν υποχωρήσει σημαντικά στον ευρωπαϊκό δείκτη σύγκλισης την περίοδο πριν την πανδημία. Προκειμένου αυτή η τάση να αντιστραφεί, αλλά και οι πληγές της πανδημίας να μην αποκτήσουν μόνιμα χαρακτηριστικά, είναι απαραίτητο να εφαρμόσουμε μία ολοκληρωμένη στρατηγική περιφερειακής ανάπτυξης που απαντά στις ιδιαίτερες συνθήκες και ανάγκες μας με βασικά χαρακτηριστικά:
* τη σταδιακή άρση της στήριξης της ρευστότητας των επιχειρήσεων προκειμένου να αποτραπεί ένα κύμα πτωχεύσεων
* την επέκταση του προσωρινού πλαισίου ευελιξίας των προγραμμάτων της Πολιτικής Συνοχής ώστε να κατευθυνθούν οι πόροι εκεί όπου παρουσιάζεται μεγαλύτερη αναγκαιότητα
* την προώθηση μεταρρυθμίσεων σε τομείς κρίσιμους για την αναπτυξιακή διαδικασία (χ. δημόσια διοίκηση, απονομή δικαιοσύνης)
* τις στοχευμένες επενδύσεις σε τομείς αυξημένης προστιθέμενης αξίας για τον ψηφιακό μετασχηματισμό (Βιομηχανία 4.0) και την πράσινη μετάβαση της οικονομίας (ενέργεια, καθαρές μεταφορές, κυκλική οικονομία)
* την ενίσχυση της συμμετοχής των επιχειρήσεων σε ανθεκτικές αλυσίδες αξίας και την εφαρμογή μιας αποτελεσματικής στρατηγικής έξυπνης εξειδίκευσης για την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας
* τη χρηματοδοτική ενίσχυση των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων (ΠΕΠ) στη νέα προγραμματική περίοδο όπου έχουν ήδη δεσμευτεί σημαντικά αυξημένοι πόροι ύψους 8,2 δισ. ευρώ (Δυτική Ελλάδα – 600 εκατ. ευρώ, Πελοπόννησος – 390 εκατ. ευρώ).
Η Ελλάδα στα επόμενα χρόνια έχει τη δυνατότητα να κινητοποιήσει μέσω των κύριων χρηματοδοτικών μέσων (Ταμείο Ανάκαμψης, ΕΣΠΑ 2021-2027, CEF II, ReactEU, δύο πυλώνες της ΚΑΠ, κ.ά.) συνολικούς κοινοτικούς πόρους που πλησιάζουν τα 77 δισ. ευρώ (χωρίς να συνυπολογίζεται η μόχλευση ιδιωτικών πόρων).
Πρόκειται για πιστώσεις που ξεπερνούν ιστορικά κάθε άλλη αντίστοιχη εξωτερική χρηματοδότηση (ενδεικτικά το Σχέδιο Μάρσαλ υπολογίζεται σε περίπου 30 δισ. δολάρια σε τρέχουσες τιμές για την περίοδο 1948-1952) και οι οποίοι μπορούν να καλύψουν το μεγάλο επενδυτικό κενό της χώρας, προωθώντας ταυτόχρονα τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας και οδηγώντας σε έναν ενάρετο κύκλο ευημερίας για τους έλληνες πολίτες.
Αναγκαία συνθήκη βέβαια γι’ αυτό είναι η σημαντική βελτίωση της ικανότητας της χώρας να σχεδιάζει και να υλοποιεί έργα, καθώς η έλλειψη ώριμων έργων υπονομεύει κάθε προσπάθεια ανάκαμψης.
Σε αυτή την κατεύθυνση, μεταξύ άλλων, η κυβέρνηση ήδη προχώρησε στη σύσταση της Επιτροπής για τις συμβάσεις στρατηγικής σημασίας με σκοπό την κατάρτιση ενός Αναπτυξιακού Προγράμματος Συμβάσεων Στρατηγικής Σημασίας (μία «δεξαμενή» έργων), ενώ προωθείται ένας μηχανισμός ωρίμανσης έργων (project preparation facility) με όχημα το ΤΑΙΠΕΔ για τα έργα του σχεδίου Ελλάδα 2.0, αλλά και του ΕΣΠΑ.
Παράλληλα στο νέο ΕΣΠΑ 2021-2027 σχεδιάζουμε ένα νέο πρόγραμμα για την ενδυνάμωση της θεσμικής ικανότητας των αδύναμων δικαιούχων (capacity building), σημαντικού προϋπολογισμού, για την τεχνική και διαχειριστική υποστήριξή τους.
Είμαστε βάσιμα αισιόδοξοι πως, με την εφαρμογή των παραπάνω πολιτικών και δράσεων θα ανταποκριθούμε στην πρόκληση της δυναμικής και βιώσιμης ανάκαμψης μετά την πανδημία για το σύνολο των περιφερειών της χώρας μας».
Δείτε επίσης: ΕΣΠΑ: Νέα δράση «Επιχορήγηση Αυτοαπασχολούμενων Δικηγόρων»