Όσα χρωστούν στη ΔΕΗ 1,5 εκατομμύριο πελάτες με οφειλές έως 3.000 ευρώ ο καθένας (συνολικά 402 εκατομμύρια ευρώ), τόσα περίπου είναι και τα χρέη 66.000 πελατών με οφειλή άνω των 3.000 ευρώ ανά περίπτωση (συνολικά 364 εκατ.).
Ακόμη δυσμενέστερη είναι η εικόνα αν συμπεριληφθούν στους υπολογισμούς και οι λεγόμενοι τελικοί πελάτες, (επιχειρήσεις που έχουν διακόψει τη δραστηριότητά τους, εξοχικά στα οποία έχει διακοπεί η ηλεκτροδότηση, καταναλωτές που έχουν μετακινηθεί σε άλλους προμηθευτές, κ.α.). Στην περίπτωση αυτή υπάρχουν 2,2 εκατ. πελάτες που οφείλουν ως 3.000 ευρώ. και συνολικά 694 εκατ. ευρώ, ενώ 143.182 πελάτες με οφειλή άνω των 3.000 ευρώ ανά περίπτωση, χρωστούν συνολικά 1 δις. ευρώ.
Τα στοιχεία αυτά (αφορούν μόνο τους καταναλωτές που ηλεκτροδοτούνται από το δίκτυο χαμηλής τάσης, δηλαδή νοικοκυριά και μικρές – μεσαίες επιχειρήσεις, επαγγελματίες κ.α. που δεν έχουν διακανονίσει τις οφειλές τους), παρουσίασε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Δ.Ε.Η. Γιώργος Στάσσης, στο πλαίσιο της ενημέρωσης των αναλυτών για τα αποτελέσματα της επιχείρησης κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019. Οι οφειλέτες με μεγάλα υπόλοιπα αποτελούν τον πρώτο στόχο της εκστρατείας μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών που έχουν εξαγγείλει, τόσο ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης, όσο και ο κ. Στάσσης, με στόχο τη βελτίωση της ρευστότητας της επιχείρησης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στους αναλυτές, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη ΔΕΗ από όλες τις κατηγορίες πελατών (χαμηλή, μέση και υψηλή τάση, περιλαμβάνονται δηλαδή εμπορικές αλυσίδες και μεγάλη βιομηχανία) διαμορφώθηκαν στο τέλος του πρώτου εξαμήνου 2019 κοντά στα 2,8 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 318 εκατ. ευρώ (ποσοστό 11 %) έχουν ενταχθεί σε διακανονισμό.
Υπενθυμίζεται ότι τα προσαρμοσμένα λειτουργικά αποτελέσματα της ΔΕΗ στο πρώτο εξάμηνο 2019 διαμορφώθηκαν σε 9,3 εκατ. ευρώ έναντι 366 εκατ. στο πρώτο εξάμηνο του 2018 ενώ τα αποτελέσματα μετά από φόρους ήταν ζημιογόνα (-274,8 εκατ. ευρώ έναντι -533,9 εκατ. πέρυσι). Επίσης, το χρέος σε σχέση με το τέλος του 2018 αυξήθηκε κατά 200 εκατ. ευρώ στα 3,9 δισ. ευρώ.