Η πλειονότητα των Ελλήνων επιλέγει να πληρώνει με κάρτα τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους στο εξωτερικό, σύμφωνα με νέα έρευνα του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Visa. Αναλυτικά, 8 στους 10 επιλέγουν να πληρώνουν με κάρτα για τα έξοδα που πραγματοποιούν πριν το ταξίδι (μεταφορικά, διαμονή), ενώ σχεδόν 7 στους 10 επιλέγουν τις κάρτες για τα έξοδα που πραγματοποιούν στον προορισμό τους. Περισσότεροι από ένας στους δύο επιλέγουν χρεωστικές κάρτες για τα μεταφορικά και τη διαμονή τους, ενώ δύο στους δέκα προτιμούν τις πιστωτικές κάρτες.
Ανεξάρτητα από την κατηγορία εξόδων, οι Έλληνες προτιμούν να χρησιμοποιούν την κάρτα τους (χρεωστική, πιστωτική ή προπληρωμένη) έναντι των υπολοίπων τρόπων πληρωμής. Συγκεκριμένα, το 75% πληρώνει με κάρτες σε καταστήματα λιανικής με την ψυχαγωγία (69%) και την εστίαση (69%) να ακολουθούν. Για τις μετακινήσεις εντός πόλης, 65% επιλέγει κάρτα έναντι 35% που επιλέγει μετρητά.
Η έρευνα εστίασε παράλληλα στους λόγους για τους οποίους οι Έλληνες προτιμούν τις κάρτες για τα έξοδά τους στις χώρες που επισκέπτονται. Ανεξάρτητα από την ηλικία, η κάρτα είναι το κύριο μέσο πληρωμής. Ως επικρατέστερος λόγος χρήσης της κάρτας με ποσοστό 48% εμφανίζεται να είναι η «ευκολία και η ταχύτητα των συναλλαγών». Ακολουθεί με ποσοστό 27% η «ασφάλεια των συναλλαγών», 12% δηλώνει πως «αυτός είναι ο τρόπος που πληρώνει συνήθως» και τέλος ένα 8% δηλώνει πως προτιμά αυτόν τον τρόπο πληρωμής γιατί έτσι διαχειρίζεται καλύτερα τα χρήματά του. Από εκείνους που χρησιμοποιούν στις συναλλαγές τους στο εξωτερικό την κάρτα ως κύριο τρόπο πληρωμών, το 75% την προτιμά στη φυσική μορφή της, ενώ το 25% προτιμά να την έχει αποθηκευμένη στο ψηφιακό πορτοφόλι ή σε έξυπνες συσκευές, π.χ. smartwatch. Στην ηλικιακή ομάδα 65+, οι 9 στους 10 χρησιμοποιούν την κάρτα στη φυσική της μορφή. Στις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες, η χρήση των ψηφιακών πορτοφολιών κυμαίνεται ανάμεσα σε 21% και 30%.
Σε σχέση με τους προορισμούς, το 78% του δείγματος συνήθως ταξιδεύει στις χώρες της Ευρωζώνης, το 15% σε ευρωπαϊκές χώρες που έχουν δικό τους νόμισμα και το 4% στην Αμερική. Αναφορικά με τους λόγους ταξιδιού, το 73% δηλώνει ότι ταξιδεύει κυρίως για αναψυχή, το 14% για να επισκεφθεί κάποιο συγγενικό ή φιλικό πρόσωπο και 11% για επαγγελματικούς λόγους. Στο πιο πρόσφατο ταξίδι τους στο εξωτερικό οι περισσότεροι φαίνεται να επισκέφτηκαν την Ιταλία, τη Γερμανία και τη Γαλλία, με το 52% να πραγματοποιεί 4 έως 7 διανυκτερεύσεις. Σημειώνεται πως πάνω από τους μισούς (55%) κλείνουν το ταξίδι μόνοι τους αποκλειστικά μέσω διαδικτύου, ενώ πάνω από τους μισούς Έλληνες που ταξίδεψαν στο εξωτερικό την τελευταία διετία πραγματοποίησαν περισσότερα από ένα ταξίδια.
Διερευνώντας την περίπτωση εξαπάτησης πριν ή κατά τη διάρκεια του ταξιδιού στο εξωτερικό, η πλειονότητα φαίνεται να μην έχει εξαπατηθεί ποτέ (96%), ενώ οι μεμονωμένες περιπτώσεις που διαπιστώθηκαν, αφορούσαν κυρίως αδικαιολόγητες ή ανεξήγητες χρεώσεις (46%), υπερχρέωση του λογαριασμού από κάποια συναλλαγή (35%) και εντοπισμό συναλλαγών μετά από κλοπή ή απώλεια κάρτας (20%). Στην ερώτηση αν «κάποιος έχει επιχειρήσει να σας εξαπατήσει ή να υποκλέψει τα στοιχεία σας ώστε να πραγματοποιήσετε κάποια ψηφιακή συναλλαγή» το 17% απάντησε θετικά. Από αυτούς 41% ανέφερε απόπειρα εξαπάτησης μέσω email, 35% μέσω μηνύματος στο κινητό ή σε κάποια εφαρμογή και 23% μέσω τηλεφωνικής κλήσης, ενώ 79% απάντησε πως δεν έχουν αποπειραθεί να τους εξαπατήσουν.
Τέλος, στην ερώτηση «σε επόμενο ταξίδι με ποιον από τους παρακάτω τρόπους θα πραγματοποιήσετε τις συναλλαγές σας» το 91% εκείνων που πρόκειται να ταξιδέψουν το επόμενο τρίμηνο στο εξωτερικό αναφέρει πως θα χρησιμοποιήσει την χρεωστική, πιστωτική ή προπληρωμένη κάρτα για την κράτηση και το 81% θα χρησιμοποιήσει τον ίδιο τρόπο πληρωμών για τις αγορές κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από το ΙΝΕΜΥ – ΕΣΕΕ για λογαριασμό της Visa Greece με στόχο να εξετάσει τις προτιμήσεις και τις συνήθειες των Ελλήνων ταξιδιωτών όσον αφορά τις μεθόδους πληρωμής κατά τα ταξίδια τους στο εξωτερικό τα τελευταία δύο χρόνια. Με πανελλαδική κάλυψη και δείγμα 1.000 ατόμων, η συλλογή δεδομένων έγινε μέσω τηλεφωνικών συνεντεύξεων κατά το διάστημα 5 – 14 Νοεμβρίου 2024.