Η υγεία των πολιτών επηρεάζεται σημαντικά από κοινωνικές ανισότητες που συνδέονται κυρίως με το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης. Οι κοινωνικές ανισότητες στην υγεία εντείνονται καθώς επηρεάζονται από παράγοντες όπως το εισόδημα, η εκπαίδευση, οι συνθήκες διαβίωσης, οι συνθήκες εργασίας και η γεωγραφική περιοχή. Η διάρκεια της οικονομικής κρίσης συνέτεινε στην ενίσχυσή τους.
Οι χαμηλότερες κοινωνικοοικονομικές τάξεις στην Ελλάδα καταγράφουν χειρότερη υγεία, μεγαλύτερη θνησιμότητα και νοσηρότητα, κυρίως στα χρόνια νοσήματα. Η πρόσβαση στην Υγεία, δυστυχώς, πολλές φορές δεν είναι ίδια για όλους τους ανθρώπους. Αυτή επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, αλλά κυρίως οικονομικούς. Σύμφωνα με στοιχεία από το Ινστιτούτο Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής, το χάσμα πρόσβασης σε περίθαλψη μεταξύ πλουσίων και φτωχών δεκαπλασιάστηκε από το 2013 έως το 2018.
Η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στις ιδιωτικές δαπάνες υγείας και τελευταία στις δημόσιες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 94% των ατόμων που κερδίζουν πάνω από 3.000 ευρώ δηλώνουν καλή ή πολύ καλή υγεία, ενώ η κατάθλιψη εμφανίζεται σε ποσοστό 2% στις ανώτερες τάξεις και 12% στις κατώτερες.
Σημαντικές ανισότητες επίσης παρατηρούνται στις προληπτικές εξετάσεις, με τα άτομα από ανώτερες κοινωνικές τάξεις να πραγματοποιούν περισσότερες εξετάσεις. Για παράδειγμα, το 91,9% των ατόμων με χαμηλά εισοδήματα δεν έχουν κάνει κολονοσκόπηση, ενώ το ποσοστό είναι 77,5% για τα υψηλά εισοδήματα. Στις γυναίκες με υψηλότερα εισοδήματα, το ποσοστό που έχει υποβληθεί σε εξέταση μαστού φτάνει το 86%, συγκριτικά με 46% στις χαμηλότερες τάξεις.
Η δήλωση της Δέσποινας Τοσονίδου, ακτινολόγου και μέλους της ΟΕΝΓΕ, σχετικά με την κατάσταση της δημόσιας υγείας προκαλεί σοβαρές ανησυχίες. Όπως σημειώνει, εάν αφήσουμε τον υπουργό ‘έμπορο της υγείας’ να υλοποιήσει την καταστροφική του πολιτική, η κατάσταση θα γίνει χειρότερη.