Επτά νησιά της Ελλάδας, συγκεκριμένα το Αγαθονήσι, η Αμοργός, η Θάσος, η Κάσος, η Σέριφος, η Σίφνος και οι Παξοί, αναμένεται να εξεταστούν το επόμενο διάστημα από ερευνητές, με σκοπό να εκτιμηθούν οι τρέχουσες ανάγκες τους και η μελλοντική ζήτηση του νερού. Ένας από τους στόχους της έρευνας είναι η ανάπτυξη και προώθηση οικοϋδρολογικών λύσεων για τη συλλογή βρόχινου νερού, με στόχο την αύξηση των υδατοαποθεμάτων των εν λόγω νησιών. Ορισμένα από τα νησιά που έχουν επιλεγεί παρουσιάζουν έντονα προβλήματα λειψυδρίας, ενώ παραδείγματος χάριν, οι Σέριφος και Σίφνος έχουν κηρυχθεί από την Πολιτική Προστασία σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης κατά τη διάρκεια αυτού του καλοκαιριού. Η έρευνα αυτή αποτελεί τη δεύτερη φάση ενός πιλοτικού προγράμματος που είχε ξεκινήσει στο νησί των Φούρνων Ικαρίας, το οποίο ανατέθηκε από τον γενικό γραμματέα Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, στη Διεπιστημονική Ερευνητική ομάδα της Έδρας UNESCO Con-E-Ect του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, με τη συμμετοχή ακαδημαϊκών από αρκετά πανεπιστήμια, όπως το ΔΠΘ και το ΕΚΠΑ.
«Ως Γενική Γραμματεία, επενδύουμε συστηματικά σε έργα και μελέτες που αντιμετωπίζουν τη λειψυδρία, με έμφαση στη rational χρήση του σχεδιασμού, εκπονούμε προτάσεις τοπικά για κάθε νησί. Κάθε νησί διαθέτει διαφορετικά χαρακτηριστικά και σκοπός μας είναι να υποστηρίξουμε τους Δήμους στο πλαίσιο της διαχείρισης του νερού. Αυτό αφορά όχι μόνο την προσφορά νερού μέσω της υλοποίησης μεγαλύτερων και δαπανηρών έργων, αλλά και την αύξηση της αποδοτικότητας σε κάθε τομέα της ζήτησης, όπως η βελτίωση των εγκαταστάσεων αποθήκευσης και η μείωση των απωλειών, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνουν έως και το 40%. Τα τελευταία τρία χρόνια έχουμε πραγματοποιήσει περισσότερα από 300 έργα σε 75 νησιά. Το 2024 εκδώσαμε 25 νέες άδειες για προσωρινή λειτουργία αφαλατώσεων, ίσος αριθμός με εκείνες που είχαν εκδοθεί την τελευταία τετραετία. Η αφαλάτωση θεωρείται καλή λύση, αλλά απαιτούνται και οικοσυστημικές προσεγγίσεις. Αυτή η εμπειρία μας επιτρέπει να σχεδιάσουμε σε τρεις κατευθύνσεις: πρώτον, τον τονισμό της ανάγκης πιο στοχευμένων χρηματοδοτήσεων, δεύτερον, την απόκτηση καλύτερης γνώσης για το νερό και τον χαρακτηρισμό των νησιωτικών περιοχών, και τρίτον, τη θέσπιση κανονισμών για την ανάκτηση του κόστους του νερού με κοινωνικά κριτήρια για τα μικρά νησιά», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο γενικός γραμματέας Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, Μανώλης Κουτουλάκης.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων και διευθυντή της Έδρας UNESCO Con-E-Ect στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, η έρευνα έδειξε ότι μέσω τεχνικών παρεμβάσεων είναι εφικτή η κάλυψη όχι μόνο των υφιστάμενων αναγκών αλλά και της μελλοντικής ζήτησης για νερό έως το 2030, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, σε ποσοστό 100%. Με αυτή την προσέγγιση δεν θα απαιτηθεί η εκμετάλλευση των υπόγειων υδάτινων πόρων του νησιού, επιτρέποντας τη χρήση τους από τους κατοίκους κατά τους μήνες της μη τουριστικής περιόδου για διάφορες ανάγκες, όπως οικιακή χρήση και γεωργία. Επίσης, το παρεχόμενο νερό στους τουρίστες θα είναι βρόχινο και όχι αφαλατωμένο, βελτιώνοντας τις υπηρεσίες που προσφέρονται.
Όπως σημειώνει ο κ. Εμμανουλούδης, λόγω των θετικών αποτελεσμάτων της προηγούμενης έρευνας, πρόκειται να ξεκινήσει άμεσα ένα νέο ερευνητικό έργο, το οποίο θα αποτιμήσει μέσω σύγχρονων μεθόδων υπολογισμού τις σημερινές ανάγκες και μελλοντική ζήτηση νερού στα επτά νησιά. Τα νησιά επιλέχθηκαν με βάση κλιματικά, γεωμορφολογικά και τουριστικά κριτήρια.
«Στη συνέχεια θα προταθούν μικρής κλίμακας τεχνικά έργα και λύσεις φιλικές προς τα οικοσυστήματα, προκειμένου να επιτευχθεί μέγιστη συλλογή βρόχινου νερού κατά τους χειμερινούς μήνες. Ο στόχος είναι η ενίσχυση των υδατικών διαθεσίμων και η μείωση της χρήσης αφαλατωμένου νερού, ανάλογα με τις συνθήκες κάθε νησιού. Οι διαστάσεις και ο αριθμός των έργων θα διαφέρουν αναλόγως του γεωμορφολογικού προσανατολισμού κάθε περιοχής. Ο τελικός στόχος είναι η δημιουργία μιας ολοκληρωμένης εικόνας των αναγκών σε νερό σε όλα τα μικρού και μεσαίου μεγέθους νησιά της χώρας», τονίζει ο κ. Εμμανουλούδης.
Με το ζήτημα της λειψυδρίας να λαμβάνει φέτος σοβαρές διαστάσεις λόγω των κλιματικών συνθηκών, πολλές περιοχές της Ελλάδας βρέθηκαν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Ο κ. Εμμανουλούδης αναφέρει ότι η λειψυδρία είναι το φαινόμενο που προκύπτει όταν ο φυσικός πόρος νερού παρέχεται σε ανεπαρκείς ποσότητες, γεγονός που οφείλεται συχνά στην έλλειψη βροχόπτωσης για μεγάλες χρονικές περιόδους. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται λειψυδρία ακόμη και σε περιοχές με διαρκείς βροχοπτώσεις. «Ο λόγος είναι ότι η ζήτηση υπερβαίνει την προσφορά από τους επιφανειακούς και υπόγειους υδροφορείς», αναφέρει. Σημειώνει παράλληλα ότι, φέτος, οι βροχοπτώσεις κατά τη διάρκεια του χειμώνα ήταν κάτω από τον μέσο όρο, ενώ οι χιονοπτώσεις σχεδόν ανύπαρκτες. Στην ανησυχητική αυτή κατάσταση ήρθαν να προσθέσουν και οι υψηλές θερμοκρασίες που επικρατούσαν από τον περασμένο Μάρτιο. «Το αποτέλεσμα είναι ένα εκρηκτικό κοκτέιλ, του οποίου τις συνέπειες βιώνουμε τώρα», τονίζει, αναφέροντας πολλές και αρνητικές καταστάσεις επειδή υπερβαίνει την ικανότητα αντοχής των περιοχών.
Ενδεικτικά, η αύξηση κινδύνου δασικών πυρκαγιών λόγω της αυξημένης ευφλεκτότητας της βλάστησης και η καταστροφή των γεωργικών καλλιεργειών, που επηρεάζει αρνητικά την εφοδιαστική αλυσίδα τροφίμων, είναι εξαιρετικά ανησυχητικά φαινόμενα. Παράλληλα, ανακύπτει κίνδυνος για τη φυσιολογική ανάπτυξη της χλωρίδας και την επιβίωση του ζωικού βασιλείου. «Η λειψυδρία έχει σοβαρές επιδράσεις και στην υγεία και την ποιότητα ζωής των ανθρώπων», προσθέτει ο κ. Εμμανουλούδης, υπογραμμίζοντας τη σύνδεση με τον τουρισμό και την εποχιακή συγκέντρωση πληθυσμού στις πιο τουριστικές περιοχές.
Οι νησιωτικές περιοχές, με τη συγκεκριμένη καλοκαιρινή πίεση, ενδέχεται να βρεθούν σε κατάσταση ασφυκτικής υδρολογικά συνθήκης. Ο κ. Εμμανουλούδης εκφράζει τις ανησυχίες του ότι «τα νέα έργα αποταμίευσης νερού και οι αφαλατώσεις δεν θα αρκούν αν οι επισκέπτες υπερβούν ένα συγκεκριμένο αριθμό». «Αυτή η κατάσταση απαιτεί συνολική αναθεώρηση και τη χάραξη νέας βιώσιμης τουριστικής πολιτικής», τονίζει.
Εκτός από τα ζητήματα λειψυδρίας, σημαντική είναι και η μείωση της στάθμης των λιμνών. Η μείωση αυτή, εντοπίζεται ιδιαίτερα σε αβαθείς λίμνες, όπως η Δοϊράνη, γεγονός που συνδέεται με τις κλιματικές συνθήκες. Ο κ. Εμμανουλούδης καταλήγει, επισημαίνοντας ότι η φετινή χρονιά και οι δηλωμένες επιπτώσεις στα λίγες λίμνες επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα λήψης μέτρων για την καταπολέμηση αυτής της επείγουσας ανάγκης, πριν η κατάσταση γίνει μη αναστρέψιμη.