Πάνω από 7 στους 10 εργαζόμενους θεωρούν ότι η πανδημία θα αποτελέσει αφορμή για διακινδύνευση θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων, ενώ αρνητικά αξιολογείται η ραγδαία ανάπτυξη της τηλεργασίας.
Αυτό προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τα αποτελέσματα ειδικής θεματικής έρευνας κοινής γνώμης, η οποία απευθύνεται σε εργαζόμενους ιδιωτικού τομέα για την καταγραφή, μέτρηση και συγκριτική αποτίμηση δεικτών κλίματος αναφορικά με την αισιοδοξία, την εξέλιξη των αμοιβών και την ασφάλεια της θέσης εργασίας, που δίνουν στη δημοσιότητα η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) και το Ινστιτούτο Εργασίας.
Στοχεύοντας στη διεξοδική διερεύνηση των συνθηκών απασχόλησης και την παρακολούθηση των μεσοπρόθεσμων τάσεων και εξελίξεων στην αγορά εργασίας και σε συνέχεια ανάλογης έρευνας τον Ιούνιο του 2020, καταγράφονται οι επιπτώσεις της δύσκολης οικονομικής επανεκκίνησης κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, αλλά και της επισφάλειας που προκαλείται από ένα πιθανό δεύτερο επιδημικό κύμα. Παράλληλα, διερευνήθηκαν οι απόψεις των εργαζομένων σε σχέση με τις επιπτώσεις της πανδημίας σε θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα, καθώς και η αξιολόγησή τους επί των πιθανών επιπτώσεων της ταχείας ανάπτυξης της τηλεργασίας ως προς την ποιότητα των σχέσεων εργασίας, της επαγγελματικής και προσωπικής εξέλιξής τους.
Στα βασικά ευρήματα συμπεριλαμβάνονται τα εξής:
– Το 73% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα θεωρεί ότι η πανδημία θα αποτελέσει αφορμή να κινδυνεύσουν θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα.
– Μεγάλη επιφύλαξη των εργαζομένων καταγράφεται απέναντι στην ανάπτυξη της τηλεργασίας ως προς μία σειρά παραμέτρων:
Το 67% των ερωτηθέντων την αξιολογεί αρνητικά ως προς την εξέλιξη των εργασιακών δικαιωμάτων του.
Το 61% την θεωρεί αρνητική εξέλιξη ως προς τις ώρες εργασίας του.
Το 60% την θεωρεί αρνητική εξέλιξη ως προς την εξέλιξη της αμοιβής του.
Το 52% την αξιολογεί αρνητικά ως προς την προσωπική ζωή του και το 45% την αξιολογεί αρνητικά ως προς την επαγγελματική εξέλιξή του.
Τα υπόλοιπα ευρήματα της έρευνας καταγράφουν ανάλογες απόψεις με αυτήν του Ιουνίου του 2020.
Συγκεκριμένα:
– Το 32% των εργαζομένων δήλωσε ότι έχει μεταβληθεί η σχέση εργασίας τους, μετά την πανδημία.
– Το 20% των εργαζομένων δήλωσε ότι, μετά την πανδημία, συνεχίζει να εργάζεται με τηλεργασία και το 12% με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση.
– Ο δείκτης αισιοδοξίας παρουσιάζει μείωση: 52% των ερωτηθέντων εκφράζει απαισιοδοξία για την πορεία της χώρας (+2% σε σχέση με τον Ιούνιο), ενώ απαισιοδοξία εκφράζεται και στο θέμα της εξέλιξης των αμοιβών, με το ποσοστό όσων δηλώνουν αισιόδοξοι για το μισθό τους να παρουσιάζει πτώση 3 ποσοστιαίων μονάδων και να διαμορφώνεται στο 32%.
– Αντίστοιχη μείωση παρατηρείται και στο δείκτη ασφάλειας της απασχόλησης, με το 54% των εργαζομένων να δηλώνουν αισιόδοξοι για τη διατήρηση της θέσης τους στην αγορά εργασίας (-2% σε σχέση με τον Ιούνιο).
Όπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση, «η έρευνα αποτυπώνει με ξεκάθαρο τρόπο την ένταση του κλίματος επισφάλειας και τον αυξανόμενο προβληματισμό των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα για τις αλλαγές που φέρνει η περίοδος της πανδημίας και τις πιθανές επιπτώσεις της στις εργασιακές σχέσεις.
Ήδη, από τον Ιούνιο, είχε επισημανθεί η ανάγκη ανάπτυξης ουσιαστικού θεσμικού πλαισίου ρύθμισης της τηλεργασίας, μετά από εξειδικευμένο κοινωνικό διάλογο, με στόχο την ανάδειξη των θετικών και των “γκρίζων” περιοχών της. Τρεις μήνες μετά, έχουμε πλέον τη σαφή αποτύπωση αυτών των προβληματισμών και η ανάγκη πλήρους θεσμικής παρέμβασης μοιάζει επιτακτική.
Τέλος, επαναλαμβάνουμε πως, όσο η εργασία και οι εργαζόμενοι δεν λαμβάνουν την υποστήριξη και την ενδυνάμωση που τους αναλογεί, οι σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας θα εντείνονται. Σε αυτήν τη δύσκολη – από κάθε άποψη – συγκυρία, η πλήρης επαναφορά και ενεργοποίηση του κοινωνικού διαλόγου και των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων αποτελεί περισσότερο από ποτέ πλέον επιβεβλημένη κοινωνική αναγκαιότητα».
* Επισυνάπτεται σε μορφή PowerPoint η παρουσίαση των δεικτών της έρευνας κοινής γνώμης που διενήργησε η ALCO για λογαριασμό της ΓΣΕΕ.