Οι 78χρονες Ευαγγελία Δανάλη και Σοφία Κούρβα συνήθιζαν τα πρωινά να βάζουν τα ρούχα της γυμναστικής, να φεύγουν από το σπίτι και να πηγαίνουν στο ΚΑΠΗ της περιοχής τους. Αφότου τελείωναν κι έπιναν το καφέ τους συντροφιά με τις παρέες τους συνέχιζαν τις δραστηριότητες της ημέρας, κάνοντας μαθήματα αγγλικών, θεατρικό εργαστήρι, χορωδία. Για πολλά χρόνια αυτό ήταν το σχεδόν καθημερινό τους πρόγραμμα, έδιναν ραντεβού στο ΚΑΠΗ των Αγίων Αναργύρων- Καματερού και περίμεναν με ανυπομονησία να ανταμώσουν στο «δεύτερό τους σπίτι».
Εδώ και ένα χρόνο όμως οι ζωές τους έχουν αλλάξει. Η πανδημία του κορονοϊού τους στέρησε αυτές τις ασχολίες τους «αναγκάζοντας» τις δύο γυναίκες για την προστασία της υγείας τους να καθηλωθούν στο σπίτι. Ένα χρόνο μετά, οι δύο τους βλέπουν το κτίριο του Κέντρου Ανοικτής Προστασίας Ηλικιωμένων και οι αναμνήσεις που τους έρχονται στο μυαλό είναι πολλές.
Η κ. Δανάλη είναι εδώ και 13 χρόνια μέλος του Α’ ΚΑΠΗ Αγίων Αναργύρων- Καματερού ενώ η κ. Κούρβα οκτώ. Αντικρίζοντας το κτίριο η κ. Κούρβα συγκινείται και θυμάται την τελευταία παράσταση που ετοίμαζαν πριν κλείσουν, τον «Κατά Φαντασίαν ασθενή» του Μολιέρου. «Μου ήρθε κεραμίδα στο κεφάλι διότι τα όνειρά μας σβήσανε. Όταν μας είπαν ότι πρέπει να σταματήσουμε τις πρόβες και ότι το ΚΑΠΗ δεν θα ξανανοίξει, από την πολύ μου τη λαχτάρα είπα στα κορίτσια ότι διαθέτω έναν χώρο ξενοίκιαστο και να έρθουν εκεί να κάνουμε πρόβες. Και τότε μου είπε η Ευαγγελία, ποιες πρόβες, κάτσε δυο μήνες με την αρρώστια και θα δούμε. Δεν είχα καταλάβει ότι ήταν τόσο σοβαρό όλο αυτό με τον κορονοϊό ούτε καν θα πήγαινε το μυαλό μου ότι θα γινόταν όλο αυτό το πράγμα. Έπαθα μεγάλη πανωλεθρία, δεν το περίμενα ότι θα κρατήσει τόσο αυτή η κατάσταση. Προσέφερα την αίθουσα ενώ ο κορονοϊός χόρευε. Αισθάνθηκα μεγάλη απογοήτευση. Δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω τον εγκλεισμό», εξηγεί στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η κ. Κούρβα.
Η κ. Δανάλη κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας είχε να βγει από την εξώπορτα του σπιτιού της τρεις ολόκληρους μήνες. Δεν περπατούσε, δεν έβγαινε για ψώνια και όταν βγήκε για πρώτη φορά από το σπίτι της δυσκολεύτηκε πολύ για να περπατήσει. Από εκεί που εδώ και 13 χρόνια είχε συνηθίσει να πηγαίνει ακόμα και 2-3 φορές την ημέρα στο ΚΑΠΗ, ξαφνικά αυτό έπαψε να ισχύει. «Ήταν μαρτύριο. Κλείστηκα πολύ μέσα», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Η κ. Δανάλη άρχισε να ασχολείται με τα λουλούδια της και τα κεντήματά της ενώ από τον Ιούνιο του 2020 έως τον Νοέμβριο έφυγε για το νησί της, τη Σέριφο. Την δια ζώσης επικοινωνία τους αντικατέστησε το τηλέφωνο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθώς προσπάθησαν να διατηρήσουν επικοινωνία μεταξύ τους μιλώντας είτε τηλεφωνικά είτε με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η κ. Κούρβα από την πλευρά της αισθάνθηκε εξίσου μοναξιά και καταπίεση όλο αυτό το διάστημα, ενώ εκείνο που την πείραξε, είναι όπως λέει, ο «φετινός εγκλεισμός». «Καθόμουν στο σαλόνι μου και έβλεπα τηλεόραση και αισθανόμουν ότι κάτι με έπνιγε. Αισθανόμουν αυτή την καταπίεση, δεν έμπαινα σε ασανσέρ, φοβόμουν είχα πάθει κλειστοφοβία, Τώρα αρχίζω σιγά- σιγά και συνέρχομαι. Σκεφτόμουν να ανοίξω κανένα βιβλίο στα αγγλικά, αλλά μετά έλεγα όχι δεν θέλω, το πέταγα. Ένιωθα μια παραίτηση», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ενώ προσθέτει ότι μιλώντας από τα μπαλκόνια με τις φίλες και γειτόνισσες της φώναζαν η μία στην άλλη «εσένα σε ποια φυλακή σε έχουν;».
Η κ. Δανάλη και η κ. Κούρβα πέρα από μία τυχαία συνάντησή τους πριν δύο μήνες στη λαϊκή αγορά, δεν είχαν καταφέρει να ξανασυναντηθούν. Ένα χρόνο μετά, εμβολιασμένες και οι δύο πλέον, ανυπομονούν για την ώρα εκείνη που θα πιουν τον πρωινό καφέ τους στο χώρο του ΚΑΠΗ.
«Θέλω να τις αγκαλιάσω και να τις φιλήσω όλες και να αρχίσουμε τα μαθήματά μας, να έχουμε αγάπη. Καμιά φορά έλεγα στο τηλέφωνο δεν με νοιάζει τίποτα, δεν θα με νοιάζει τίποτα, να περνάμε όλοι καλά, να γελάμε, να είμαστε όλοι γεροί, να συναντηθούμε όλες γερές», λέει η κ. Κούρβα ενώ η κ. Δανάλη συμπληρώνει: «Να ανοίξουμε εδώ, δεν μπορείτε να διανοηθείτε τι πλήγμα ήταν αυτό, δεν ξεσυνηθίζεται, καθώς σε όποια ηλικία κι αν είμαστε δεν σταματάμε να κοινωνικοποιούμαστε».
Με τα μέλη του Κέντρου Ανοικτής Προστασίας Ηλικιωμένων ωστόσο επικοινωνούσαν σε τακτά χρονικά διαστήματα καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας οι εργαζόμενοι/ες του τόσο για να τους ενημερώσουν για την κατάσταση όσο και για ψυχοκοινωνική υποστήριξη. Μάλιστα στο Α’ ΚΑΠΗ Αγίων Αναργύρων – Καματερού τα μέλη υποστηρίχθηκαν και εκπαιδεύτηκαν στη διαδικτυακή πλατφόρμα zoom ώστε να μπορούν να παρακολουθούν διαδικτυακά σεμινάρια με θέματα που τους απασχολούν. Παράλληλα τους αποστέλλονταν ασκήσεις νοητικής ενδυνάμωσης καθώς και οποιοδήποτε υλικό μπορούσε να τους φανεί χρήσιμο.
Η συντροφικότητα για την τρίτη ηλικία
Το 2020, η Ελλάδα ήταν η δεύτερη χώρα ανάμεσα στις χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα υψηλότερα ποσοστά ατόμων άνω των 65 ετών, με ποσοστό 22,3%. Περισσότεροι από 550.000 ηλικιωμένοι στη Ελλάδα ζουν μόνοι τους. Όπως αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η ψυχολόγος υγείας, MSc, και συντονίστρια του προγράμματος Φιλία σε κάθε Ηλικία, Χρύσα Γρηγοροπούλου, ανάμεσα στις πολλαπλές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα άτομα Τρίτης Ηλικίας (όπως οι χρόνιες ασθένειες και η υποβάθμιση του κοινωνικού τους ρόλου), η μοναξιά και η κοινωνική απομόνωση είναι από τις εντονότερες και σημαντικότερες δυσκολίες που καλούνται να διαχειριστούν. Η ανάγκη να μειωθεί το αίσθημα μοναξιάς και η κοινωνική απομόνωση στα άτομα Τρίτης Ηλικίας είναι μεγάλη, καθώς έχουν συσχετιστεί με υψηλότερα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης. Επιπλέον, έχει παρατηρηθεί επιβάρυνση της σωματικής υγείας των ατόμων Τρίτης Ηλικίας που αισθάνονται μοναξιά και συγκεκριμένα, αύξηση του κινδύνου άνοιας και προβλημάτων καρδιαγγειακής φύσεως. Γίνεται σαφές, λοιπόν, πως η συντροφιά και η κοινωνική ενεργοποίηση των ηλικιωμένων είναι ιδιαίτερα σημαντικές, καθώς τους προφυλάσσει από προβλήματα ψυχικής και σωματικής υγείας, αλλά και βελτιώνει την ποιότητα ζωής τους.
Όσον αφορά την περίοδο της πανδημίας, σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η υποστήριξη και η φροντίδα που λαμβάνουν τα άτομα Τρίτης Ηλικίας κατά την περίοδο της πανδημίας Covid-19 έχουν υποβαθμιστεί. Όπως εξηγεί η κ. Γρηγοροπούλου, παράλληλα, η πανδημία τους έφερε αντιμέτωπους με επιπρόσθετα αρνητικά συναισθήματα όπως είναι το άγχος και ο φόβος θανάτου. «Ιδιαίτερα τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης έκαναν εντονότερο το αίσθημα μοναξιάς και την κοινωνική απομόνωση για τα ηλικιωμένα άτομα. Είναι φυσικό κατά τις ημέρες του Πάσχα, το αίσθημα της μοναξιάς να επικρατεί, καθώς δεν θα έχουν τη δυνατότητα να βρεθούν με τους οικείους τους. Είναι σημαντικό, λοιπόν, να διατηρήσουν τις κοινωνικές επαφές με τα αγαπημένα τους άτομα, έστω και μέσω της τηλεφωνικής επικοινωνίας. Ανταποκρινόμενο στην ανάγκη των ηλικιωμένων ατόμων για κοινωνική επαφή, το πρόγραμμα Φιλία σε κάθε Ηλικία προσφέρει σε μοναχικούς ηλικιωμένους διασύνδεση με ευαισθητοποιημένους εθελοντές που επικοινωνούν μαζί τους σε τακτική βάση με στόχο τη συντροφιά και την ανάπτυξη δεσμών φιλίας», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Γρηγοροπούλου.
Πρόγραμμα Φιλία σε κάθε Ηλικία: Για την καταπολέμηση της μοναξιάς και κοινωνικής απομόνωσης των ηλικιωμένων
«Είμαστε πυρόπληκτοι, τώρα μας βρήκε και ο κορονοϊός, δεν έχουμε παράπονο», ακούγεται από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, να λέει η Αναστασία Καρακωνσαντίνου, που ζει στο Κόκκινο Λιμανάκι. Η 73χρονη γυναίκα, μητέρα 5 παιδιών, ήταν πάντοτε ένα δραστήριο άτομο που της άρεσε να κοινωνικοποιείται. Με την έναρξη της πανδημίας στη χώρα η κ. Καρακωνσταντίνου έπρεπε να μάθει να ζει με τον περιορισμό των κοινωνικών επαφών, να σταματήσει να βλέπει τα παιδιά και τα εγγόνια της και να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. Πλέον την καλημέρα και την καληνύχτα από τα εγγόνια της την ακούει μέσω του viber όπου δίνουν ραντεβού κάθε πρωί και βράδυ, ωστόσο η κ. Καρακωνσταντίνου κατάφερε να γνωρίσει και άλλους ανθρώπους, έστω και τηλεφωνικώς μέσω του προγράμματος «Φιλία για κάθε ηλικία».
«Σε όλη αυτή την παραζάλη ο Θεός μου έστειλε κάτι καλούς ανθρώπους που λάμπουν σαν τα αστέρια τη νύχτα και σαν τον ήλιο την ημέρα». Ήταν η Μαρία, ήταν ο κ. Δημήτρης, που την καλούσαν περίπου κάθε εβδομάδα και συζητούσαν άλλες φορές σοβαρά θέματα και άλλες φορές θέματα που την έκαναν να αισιοδοξεί. Όπως εξηγεί, η επικοινωνία που της προσέφερε το πρόγραμμα την ανανέωσε, της έδινε κουράγιο και υπομονή, σε μία περίοδο που η κοινωνικοποίηση της έλειπε. «Μέσω του προγράμματος αποκτώ αισιοδοξία και κουράγιο, νιώθω ότι αν πάθω κάτι υπάρχουν άνθρωποι που ενδιαφέρονται. Μόνο αυτή η σκέψη μπορεί να σου δώσει ζωή. Υπάρχουν ηλικιωμένοι που δεν έχουν κανέναν, είναι τελείως μόνοι τους. Όταν περάσει όλο αυτό πρέπει να συνεχίσουμε να ενισχύουμε ο ένας τον άλλο και να το κάνουμε ολόψυχα, γιατί θα ανταμειφθούμε κάποια στιγμή», τονίζει η κ. Καρακωνσταντίνου. Στέλνοντας το δικό της μήνυμα συμπληρώνει: «Τις δυσκολίες της ζωής τις έχουμε ζήσει αλλά κάναμε τον καλό αγώνα και πρέπει να συνεχίσουμε να το κάνουμε γιατί μόνο αυτοί που είναι θαρραλέοι και έχουν σκοπό στη ζωή τους να βοηθήσουν και τους άλλους, μόνο εκείνους θα ανταμείψει η ζωή και αυτό που δίνουν θα έρθει διπλό σε εκείνους. Ποτέ δεν χάνεται ο καλός ο άνθρωπος και ποτέ δεν πρέπει να χάνει την ελπίδα του».
Το πρόγραμμα Φιλία σε κάθε Ηλικία είναι μία ολοκληρωμένη πρωτοβουλία που βασίζεται στον εθελοντισμό. Λειτουργεί υποστηρικτικά για την ιδιαίτερα ευάλωτη κοινωνική ομάδα των ηλικιωμένων, με στόχο να καταπολεμήσει τη μοναξιά και την κοινωνική απομόνωση μέσα από την ανθρώπινη επαφή και τη δημιουργία δεσμών φιλίας. Με αυτόν τον τρόπο ενισχύει τον κοινωνικό ρόλο και την αυτοπεποίθηση των ηλικιωμένων. Υλοποιείται από το Ινστιτούτο Prolepsis, τελεί υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Αττικής, ενώ η εφαρμογή του συστηματοποιήθηκε με δωρεά του «ΤΙΜΑ Κοινωφελούς Ιδρύματος». Την υλοποίηση του προγράμματος υποστηρίζουν επίσης η Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία Πολιτιστικού και Κοινωφελούς Έργου ΑΙΓΕΑΣ, η BP Ελληνική ΑΕ Πετρελαιοειδών και η ICAP.
Το πρόγραμμα έχει δύο δράσεις: Η πρώτη περιλαμβάνει διασύνδεση ηλικιωμένων και εθελοντών σε επίπεδο κοινότητας/γειτονιάς. Οι εθελοντές επικοινωνούν τηλεφωνικά ή/ και πραγματοποιούν επισκέψεις, (εφόσον το επιτρέπουν οι συνθήκες, πριν την περίοδο της πανδημίας του κορονοϊού) στους ηλικιωμένους. Με αυτόν τον τρόπο οι εθελοντές κάνουν τους ωφελούμενους να νιώσουν μέλη μιας κοινότητας που ενδιαφέρεται για αυτούς, ενώ τους ενεργοποιούν πνευματικά και συναισθηματικά.
Η δεύτερη δράση περιλαμβάνει τη λειτουργία τηλεφωνικής γραμμής για την μοναξιά στην Τρίτη Ηλικία – 210-6101300. Άτομα άνω των 65 ετών που βιώνουν μοναξιά/κοινωνική απομόνωση καθώς και φροντιστές, συγγενείς ή φίλοι αυτών των ατόμων, μπορούν να καλούν στη γραμμή προκειμένου να λάβουν ανθρώπινη επικοινωνία σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Στις περιπτώσεις που απαιτείται, παραπέμπονται στις κατάλληλες κοινωνικές υπηρεσίες. Η γραμμή λειτουργεί καθημερινά Δευτέρα με Παρασκευή, από τις 11 το πρωί έως τις 5 το απόγευμα. Όλες οι κλήσεις είναι ανώνυμες και η χρέωση είναι αστική.
Σημαντικό ρόλο παίζουν και οι εθελοντές του προγράμματος, όπως η Λίλυ Λαχάνου η οποία γνώρισε το πρόγραμμα τυχαία από μια ανακοίνωση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μέχρι στιγμής η κ. Λαχάνου έχει διασυνδεθεί με δύο ηλικιωμένους οι οποίοι όπως περιγράφει είναι τελείως διαφορετικοί μεταξύ τους. «Έχω μια ιδιαίτερη ευαισθησία με τους ηλικιωμένους ανθρώπους, αυτή την ευαισθησία την αποκτά κανείς όταν έχει περάσει από τη φάση που οι γονείς του είναι ηλικιωμένοι, έχουν φύγει από τη ζωή κι έχει ζήσει πολλά πράγματα που του ξυπνάνε ή του χτυπάνε κάποιες χορδές που μπορεί νωρίτερα να μην τις είχε καν αντιληφθεί αλλά όλη αυτή η εμπειρία δημιουργεί ευαισθησίες που του βγαίνουν αργότερα. Όταν το είδα μου άρεσε η ιδέα, διότι το νόημα ήταν η δημιουργία επικοινωνίας με τους ηλικιωμένους με αυτούς που αισθάνονται βαθιά μοναξιά, ή απομόνωση ή μοναχικότητα, δηλαδή να είναι μαζί με κάποιον άλλον στο σπίτι αλλά να μην έχουν πραγματική επικοινωνία, οπότε κάλεσα την οργάνωση», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Για την κ. Λαχάνου η διασύνδεση με έναν ηλικιωμένο αποτελεί μία γέφυρα επικοινωνίας, μία ευκαιρία να «ανοίξει μία χαραμάδα στην καρδιά τους ώστε να μπει λίγη χαρά». Κάθε εβδομάδα σηκώνει το ακουστικό του τηλεφώνου της, πληκτρολογεί τον αριθμό τους και αρχίζει να συνομιλεί μαζί τους για περίπου 20 λεπτά άλλες φορές συζητώντας θέματα ποικίλης ύλης, άλλες ακούγοντάς τα νέα τους κι άλλες φορές μιλώντας εκείνη πιο πολύ για την καθημερινότητα της, όταν της το ζητούν.
Με τον τρόπο αυτό, όπως λέει, «δημιουργείται μια πιο προσωπική σχέση και ίσως πιο απαιτητική, ωστόσο, όσο πιο απαιτητική γίνεται η σχέση τόσο πιο πολύ χαρά παίρνεις από αυτό κι εσύ ο ίδιος». «Η μοναξιά στους ηλικιωμένους είναι δύσκολη παρόλο που είναι κάτι που σχεδόν το έχουν συνηθίσει. Με τις κουβέντες που ίσως ακούνε σε μια τυπική συνομιλία δεν χορταίνουν, η ψυχή τους πεινάει γι αυτή τη σύνδεση», εξηγεί.
«Νιώθω πολύ μεγάλη χαρά, ειδικά όταν βλέπω ότι αλλάζει η διάθεσή τους γιατί νιώθω μια ανακούφιση. Κλείνω το τηλέφωνο και είμαι πολύ χαρούμενη, γιατί νιώθεις εκείνη τη στιγμή ότι έγινες αιτία ο άλλος άνθρωπος να αισθανθεί πολύ καλύτερα από ότι σε πρωτοπήρε. Και νομίζω ότι ισχύει αυτό που λένε ότι αυτός που δίνει τελικά παίρνει», σημειώνει η κ. Λαχάνου.
Οι ηλικιωμένοι βιώνουν μοναξιά και κοινωνική απομόνωση, συνθήκες που έχουν δυσμενείς επιπτώσεις για την υγεία του ατόμου, όχι μόνο ψυχοκοινωνικές, όπως αναμένεται, αλλά και σωματικές. Ωστόσο η κοινωνικοποίηση δεν έχει όριο και ηλικία. Η ανθρώπινη επαφή και η «Φιλία σε κάθε Ηλικία» μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στη βελτίωση της ποιότητας ζωής και της υγείας των ηλικιωμένων και να τους δώσει χαρά και αισιοδοξία.
Ιωάννα Καρδάρα
ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ