Ο απαραίτητος εγκλεισμός στα σπίτια, “κολώνα” της άμυνας απέναντι στον κορονοϊό, είναι για τη συντριπτική πλειονότητα πρωτόγνωρη εμπειρία. Για τα θετικά που μπορεί να έχει το «μένουμε σπίτι», για να σπάσει η αλυσίδα μετάδοσης του ιού, ενημερωνόμαστε συνεχώς από τους αρμόδιους φορείς. Αυτή είναι η μια όψη του νομίσματος. Η άλλη έχει να κάνει με συμπεριφορές μέσα στο σπίτι. Κάποιοι δεν αντέχουν να είναι στο σπίτι τους αναγκαστικά με την οικογένειά τους και ξεσπούν στα δικά τους πρόσωπα, με διάφορους τρόπους και πολύ συχνά με άσκηση σωματικής βίας.
«Είναι γεγονός» επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γρηγόρης Λέων, πρόεδρος της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρίας, «ότι παρότι το ιατρείο μου παραμένει διαθέσιμο μόνο για έκτακτα περιστατικά, όπως και των περισσότερων συναδέλφων, ήδη έχω κληθεί να εξετάσω αυτές τις μέρες θύματα ενδοοικογενειακής βίας που μου συνέδεσαν τα περιστατικά βίας με τον εγκλεισμό στο σπίτι».
Δεν είναι όμως «κεραυνός εν αιθρία» η ενδοοικογενειακή βία αυτή τη δύσκολη εποχή, ούτε πρωτοεμφανιζόμενη. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό και τώρα παίρνει μεγαλύτερες διαστάσεις. Το θύμα, συνεχίζει ο κ. Λέων, «αναγκάζεται να ζει αρκετές ώρες με τον άνθρωπο που πιθανά το έχει κακοποιήσει έστω και σε ελαφρύτερη μορφή στο παρελθόν. Σύμφωνα με αρκετές μελέτες, όταν ένας δράστης αρχίζει να κακοποιεί, δύσκολα σταματάει. Μάλιστα, πολλές φορές η βία μεταξύ ενός αντρόγυνου μεταδίδεται και στα παιδιά, κάνοντας και τα ίδια θύματα αυτής. Φανταστείτε λοιπόν το πόσο δυσκολότερη γίνεται η κατάσταση όταν αυτοί οι άνθρωποι καλούνται να συμβιώσουν για πολλές ώρες την ημέρα μαζί».
Εάν σε αυτά τα δεδομένα, συνεχίζει, προσθέσουμε και το γεγονός ότι «πολλοί άνθρωποι ήδη αρχίζουν και έχουν μία αβεβαιότητα στο εργασιακό τους περιβάλλον ή βιώνουν μία μείωση των εισοδημάτων τους, το άγχος και η πίεση γίνονται ακόμη εντονότερα. Όλα αυτά έχουν ως κατάληξη ένας βίαιος άνθρωπος να ασκεί βία ευκολότερα κάτω από αυτές τις συνθήκες». Επιπλέον, όταν υπάρχουν παιδιά και αυτά είναι συνεχώς στο σπίτι, η κατάσταση φορτίζεται ακόμη περισσότερο, ενώ αξίζει να τονιστεί ότι οι γυναίκες – θύματα ενδοοικογενειακής βίας την περίοδο αυτή έχουν λιγότερες επαφές με το συγγενικό ή φιλικό περιβάλλον, καθώς ο θύτης είναι παρών, όλη μέρα μέσα στο σπίτι. Έτσι, οι γυναίκες δεν μπορούν εύκολα να ζητήσουν υποστήριξη από συγγενείς ή φίλους.
Εκθέσεις από Κίνα, ΗΠΑ και άλλες χώρες, που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, τονίζει ο κ.Λέων, αναφέρουν μία αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας από τη στιγμή εμφάνισης του COVID-19. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι ο αριθμός των περιστατικών ακραία απειλή που είχαν αναφερθεί σε ένα αστυνομικό σταθμό της επαρχίας Hubei στην Κίνα τριπλασιάστηκε τον Φεβρουάριο του 2020, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου χρόνου. Επίσης, μία αμερικανική οργάνωση υποστήριξης των γυναικών σημειώνει αύξηση των κλήσεων που δέχτηκε το μήνα Μάρτιο για κρούσματα ενδοοικογενειακής βίας κατά 7,5% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα.
«Η διαδικασία του κατ’ οίκον περιορισμού στη χώρα μας είναι στα πρώτα στάδια, οπότε δεν μπορούμε να έχουμε ακόμα ξεκάθαρη εικόνα για το φαινόμενο. Είναι, όμως, ιδιαίτερα πιθανό ότι το επίπεδο της ενδοοικογενειακής βίας θα είναι πιο υψηλό σε αυτές τις συνθήκες», αναφέρει ο κ. Λέων. Σημειώνει ότι σε αυτές τις περιπτώσεις αν υποβληθεί μήνυση, το θύμα εξετάζεται εντελώς δωρεάν από μία δημόσια ιατροδικαστική δομή που θα υποδείξει η αστυνομία. Στην περίπτωση που το θύμα δεν επιθυμεί να υποβάλλει μήνυση αλλά παράλληλα θέλει να έχει μία πιστοποίηση των σωματικών βλαβών, θα πρέπει να επισκεφθεί ένα ιατροδικαστικό ιατρείο και στη βεβαίωση για κατ΄ εξαίρεση μετακίνηση θα πρέπει να σημειώσει το Β1, δηλαδή ως αιτιολογία την επίσκεψη σε ιατρό.
Παράλληλα, τα θύματα πρέπει να γνωρίζουν ότι οι κοινωνικές υπηρεσίες όλων των δήμων της χώρας δεν έχουν σταματήσει αυτή την περίοδο τη λειτουργία τους, άρα σε περίπτωση που ένα θύμα το επιθυμεί μπορεί, μετά την ιατροδικαστική εξέταση, να απευθυνθεί κι εκεί για περαιτέρω βοήθεια και στήριξη, όπως παραπομπή σε ξενώνες, καταλήγει ο κ. Λέων.
Εφη Φουσέκη.