Το καλαμπόκι είναι ζωικής διατροφής υψηλής ποιότητας και έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα. Ωστόσο, η ανάγκη του για λιπάσματα και αρδευτικό νερό το καθιστά μια «ακριβή» και περιβαλλοντικά μη βιώσιμη επιλογή στην ημιξηρική ζώνη της χώρας, όπου παρατηρούνται προβλήματα στην επάρκεια του αρδευτικού νερού καθώς και νιτρορύπανση σε ορισμένες περιοχές.
Στο πλαίσιο μιας πρωτογενούς αξιολόγησης της δυνατότητας μερικής αντικατάστασης του καλαμποκιού με σόργο, που απαιτεί πολύ λιγότερες εισροές, διενεργήθηκε συγκριτική μελέτη από πανεπιστημιακές ομάδες σχετικά με την αύξηση, την παραγωγικότητα και την διατροφική (πρωτεϊνική και ενεργειακή) αξία μεταξύ καλαμποκιού και γλυκού σόργου, με πειράματα σε αγροτική έκταση. Η μελέτη επικεντρώθηκε στις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες το σόργο μπορεί να ενδεχθεί σε παραγωγή ενσιρώματος στην κεντρική Ελλάδα. Στη διαδικασία συμμετείχαν οι ερευνητικές ομάδες των καθηγητών Ν. Δαναλάτου του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και Κ. Τσιμπούκα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Για τον υπολογισμό των παραγωγικών δαπανών και την αξιολόγηση των εισροών, χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από τη δυτική Θεσσαλία, συμπεριλαμβανομένου του κόστους αγοράς πρώτων υλών για το 2022. Οι ερευνητές επισήμαναν ότι οι στρεμματικές αποδόσεις του γλυκού σόργου προσφέρουν χαμηλότερο κόστος παραγωγής ανά μονάδα ενέργειας και αζωτούχων ουσιών σε σύγκριση με τον αραβόσιτο, υπό συνθήκες υψηλών και χαμηλών εισροών. Στη μελέτη αυτή, η περίπτωση του σόργου (με χαμηλές εισροές) φαίνεται να προσφέρει τη μεγαλύτερη δυνατότητα κέρδους στον παραγωγό, καθώς οι υπολογιζόμενες μεταβλητές δαπάνες ανά τόνο παραγόμενης χλωρής βιομάζας είναι σχεδόν διπλάσιες του αραβοσίτου.
Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι τα υβρίδια γλυκού σόργου μπορούν να παραγάγουν έως και 15 τόνους χλωρής βιομάζας ανά στρέμμα με ικανοποιητική θρεπτική αξία. Συνεπακόλουθα, το σόργο μπορεί να ενταχθεί ως εναλλακτική καλλιέργεια για τη παραγωγή ζωοτροφής, καταλαμβάνοντας μέρος της έκτασης αγαπάς που σήμερα καλλιεργείται με αραβόσιτο στη Θεσσαλία. Η υπεροχή του σόργου σε συνθήκες μειωμένων εισροών δείχνει καλύτερους δείκτες αξιοποίησης φωτός, νερού και θρεπτικών στοιχείων σε σύγκριση με τον αραβόσιτο. Αυτό θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη για μελλοντικά προγράμματα χρήσης γης στην περιοχή (Η μελέτη συνεχίζεται).
Αναφορικά με άλλες εναλλακτικές καλλιέργειες, μελέτες σε ελαιοδοτικές καλλιέργειες (ηλίανθος και ελαιοκράμβη) στην κεντρική Ελλάδα έδειξαν ότι το ενεργειακό και οικονομικό ισοζύγιο εισροών – εκροών δεν διασφαλίζει το απαιτούμενο κίνητρο για την αλλαγή καλλιεργητικών πρακτικών προς αυτές τις επιλογές. Επίσης, μόνο στον τομέα των φυτών βιομάζας για παραγωγή στερεών καυσίμων, όπως το μίσχανθος και η αγριοαγκινάρα, η τελευταία προτείνεται ως βιώσιμη λύση για την ελληνική γεωργία, ιδίως με την αξιοποίηση υποβαθμισμένων εδαφών.
Οι επιστήμονες αναφέρουν ότι η αγορά παραγωγής και εμπορίας ζωοτροφών παρουσιάζει σημαντικές προοπτικές στην εγχώρια αγορά, με την καλλιέργεια του σόργου να εμφανίζεται ως μια ελκυστική και εναλλακτική λύση. Αντίστοιχα, οι εταιρείες επιθυμούν να εξασφαλίσουν οικονομικές πρώτες ύλες.
Ολοκληρώνοντας όλα τα παραπάνω, φαίνεται ότι το ενσίρωμα του γλυκού σόργου θα μπορούσε να προσφέρει μια επαρκή εναλλακτική για την μερική αντικατάσταση του ενσιρώματος αραβόσιτου στην παραγωγή ζωοτροφών.