Έναν ανεκτίμητο θησαυρό έχει στην κατοχή του χομπίστας μικροναυπηγός που ζει στην Θεσσαλονίκη. Μία αποτύπωση της ναυπηγικής ιστορίας της Ελλάδας, με ομοιώματα ελληνικών πλοίων που έφτιαξε ο ίδιος, αφιερώνοντας στην προσπάθεια αυτή τα τελευταία σαράντα χρόνια της ζωής του.
Από τα κούτσουρα και τους κορμούς δέντρων που χρησιμοποιήθηκαν ως τα πρώτα πλεούμενα τα προϊστορικά χρόνια, μέχρι τα ελληνικά παραδοσιακά πλοία και καΐκια της δεκαετίας του ’60, της εποχής δηλαδή που ακόμη χρησιμοποιούνταν το ξύλο ως βασικό υλικό, ο Δημήτρης Μάρας έχει κατασκευάσει περισσότερα από διακόσια ομοιώματα, οι διαστάσεις των οποίων αρχίζουν από τα εξήντα εκατοστά και φτάνουν τα δύο μέτρα.
«Οι κατασκευές αυτές δεν είναι αυθαίρετες, αλλά βασίζονται σε σχέδια των πρωτότυπων πλοίων. Στις περιπτώσεις που αυτά δεν έχουν διασωθεί, σχεδιάζονται με βάση περιγραφές και απεικονίσεις τους σε αντικείμενα, νομίσματα, ακόμη και τοιχογραφίες», δηλώνει ο κ. Μάρας στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και ταυτόχρονα σημειώνει ότι στο εργαστήριό του, ακολουθεί αυστηρούς κανόνες παραδοσιακής ναυπηγικής. «Αυτό σημαίνει ότι κατασκευάζω ένα ομοίωμα, όπως ακριβώς χτίζεται ένα μεγάλο πλοίο στο ναυπηγείο», επισημαίνει.
Σε ηλικία 36 ετών, ο μηχανολόγος μηχανικός, που έτρεφε βαθιά αγάπη για τη θάλασσα και την ελληνική ναυτική παράδοση, είχε δει μία μινιατούρα πλοίου και ένιωσε θαυμασμό για τον δημιουργό της. «Ήθελα να κάνω κι εγώ κάτι αντίστοιχο και αγόρασα ένα κιτ, ένα κουτί που περιέχει όλα τα υλικά και σχέδια για μία κατασκευή και τα κατάφερα. Δυστυχώς όμως δεν υπήρχαν, ούτε υπάρχουν, κιτ με ελληνικά πλοία», λέει χαρακτηριστικά. «Έτσι επισκέφτηκα καρνάγια της χώρας, μίλησα με καραβομαραγκούς, συγκέντρωσα πληροφορίες και σιγά σιγά ξεκίνησα να φτιάχνω το δικό μου καράβι».
Από το πρώτο εκείνο δημιούργημα, ο 76χρονος σήμερα κ. Μάρας, έχει κατασκευάσει διακόσια ξύλινα ομοιώματα, ενώ επιλέγει να φτιάχνει πλοία, που ανήκουν σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους της ιστορίας, χωρίζοντας τα θέματά του σε ενότητες. Μία απ’ αυτές, αποτελούν τα πλοία που χρησιμοποιήθηκαν στον αγώνα της ελληνικής επανάστασης. «Έχω φτιάξει εικοσιπέντε πλοία του 1821, ένα εκ των οποίων, η φρεγάτα Ελλάς, μου πήρε δώδεκα μήνες δουλειάς 8-10 ωρών ημερησίως», σημειώνει ο κ. Μάρας. Περιγράφοντας την ιστορία του πρωτότυπου πλοίου, εξηγεί πως το αγόρασε με δάνειο το ελληνικό κράτος από την Αμερική, αλλά δυστυχώς πυρπολήθηκε -μαζί με άλλα πλοία- από τον Ναύαρχο Μιαούλη, διότι οι Υδραίοι εναντιώθηκαν στον Καποδίστρια κι έτσι, για να το κατασκευάσει σχεδόν διακόσια χρόνια μετά, βρήκε τα σχέδια από αρχεία του Αμερικανικού Ναυτικού, όπως λέει.
Άλλες φορές κάνει σύνθεση πληροφοριών, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση της γολέτας του 1821. «Δεν υπάρχουν σχέδια για τις γολέτες εκείνης της εποχής. Εγώ την έφτιαξα βασιζόμενος σε σχέδια ιταλικών πλοίων, καθώς τα ελληνικά ήταν αντίγραφά τους, τουλάχιστον στη βάση τους. Όσο για την ιστιοφορία τους που διέφερε, αναζήτησα στοιχεία σε πίνακες, καθώς οι Έλληνες πλοιοκτήτες της εποχής εκείνης ανέθεταν σε τοπικούς καλλιτέχνες να ζωγραφίζουν τα πλοία. Έτσι, συνέθεσα τις πληροφορίες και έφτιαξα μία ελληνική γολέτα, με μεγάλο ποσοστό ακρίβειας».
Η εντατική και λεπτομερής έρευνα προηγήθηκε για κάθε πλοίο για το οποίο δεν διασώζονταν πληροφορίες. «Έχω φτιάξει ένα αρχαίο πλοίο από τη Σάμο, που λέγεται Σάμαινα. Η πληροφορία που χρησιμοποίησα για να το κατασκευάσω ήταν ένα αρχαίο νόμισμα, το οποίο δείχνει την πλώρη του. Με κάποιες πρόσθετες πληροφορίες, το αποτύπωσα στην ολοκληρωμένη του μορφή», εξηγεί, υπογραμμίζοντας ότι νομίσματα και διάφορα κεραμικά τον βοηθούν για να σχηματίσει την εικόνα αρχαίων πλοίων.
Για έναν Μινωικό στόλο που διαθέτει στη συλλογή του, ο Δημήτρης Μάρας άντλησε τις βασικές του πληροφορίες από μία τοιχογραφία που ανακάλυψε στην Σαντορίνη ο αρχαιολόγος Σπύρος Μαρινάτος, η οποία ήταν σε πολύ καλή κατάσταση και απεικονίζει έναν μινωικό στόλο που ταξιδεύει με διάφορους τύπους πλοίων. Και σ’ αυτόν τον στόλο «έδωσε ζωή» ο κ. Μάρας, λαξεύοντας το ξύλο.
Όσο για τα ομοιώματα της πιο πρόσφατης ιστορίας, τις βάρκες και πλάβες των ελληνικών λιμνών, όπως εξηγεί, δεν ήταν ίδιες σε κάθε περιοχή και επίσης είχε ελλιπή στοιχεία για τη μορφή τους. «Κάθε μέρος της Ελλάδας είχε μία χαρακτηριστική βάρκα. Αλλά η βάρκα της λίμνης της Καστοριάς διαφέρει από αυτήν της λίμνης των Ιωαννίνων, κι αυτό για να μπορεί να πλέει ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες. Τις πληροφορίες αυτές τις βρήκα κάνοντας έρευνα στην κάθε περιοχή ξεχωριστά, όπου βρήκα παλιές βάρκες ή σχεδίες και τις αποτύπωσα», επισημαίνει ενώ αναφέρει ότι σε αυτές τις εξορμήσεις έχει καταγράψει βάρκες που δεν υπάρχουν σήμερα, αλλά πρόλαβε να συγκεντρώσει στοιχεία τους, πριν αυτές σαπίσουν.
Αυτή τη στιγμή, ο κ. Μάρας κατασκευάζει το τελευταίο πλοίο της σειράς για τα ελληνικά ναυάγια της Ανατολικής Μεσογείου. Αν και έχει παραχωρήσει δεκαπέντε έργα του στο Ναυτικό Μουσείο Λιτοχώρου, όπου εκτίθενται σε μόνιμη βάση και έχει κατά καιρούς συμμετάσχει σε περιοδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό με μέρος της δουλειάς του, όραμά του αποτελεί το σύνολο του έργου του να βρει μία μόνιμη στέγη, ώστε να μπορούν να το βλέπουν και να μαθαίνουν οι μαθητές και όσοι το επισκέπτονται.
Βαρβάρα Καζαντζίδου