Το ΑΠΕ-ΜΠΕ αναδημοσιεύει συνέντευξη που είχε παραχωρήσει ο αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος στο Πρακτορείο και τη δημοσιογράφο Μαίρη Τζώρα, τον Ιούνιο του 2017, με αφορμή τη συμπλήρωση 25 χρόνων από την εκλογή του ως Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας.
Ακολουθεί το δημοσιευμένο κείμενο
«Στην Αλβανία, το πρώτο που ένοιωσα ήταν ένας μεγάλος πόνος και μια αίσθηση οδύνης για τα όσα είχαν συμβεί, τα οποία εμείς από το εξωτερικό είχαμε παρακολουθήσει απλώς ως θεατές».
Με μία αποκαλυπτική μαρτυρία, ο Προκαθήμενος της Ορθοδόξου Αυτοκέφαλου Εκκλησίας της Αλβανίας, κ.κ. Αναστάσιος, καταθέτει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων τον προσωπικό του διαρκή αγώνα, την προσδοκία και την αγωνία για να «αναστηλώσει» την Ορθόδοξη Εκκλησία στην Αλβανία, από τον Ιούνιο του 1992, όταν εξελέγη Αρχιεπίσκοπος, έως σήμερα. Το ΑΠΕ-ΜΠΕ τον συνάντησε στη Λάρισα, όπου ο δήμος τον τίμησε για το συνολικό πνευματικό και κοινωνικό έργο του, για τις γέφυρες αγάπης και αλληλεγγύης που έστησε.
Ο Ιεράρχης, κατά κόσμον Αναστάσιος Γιαννουλάτος, με σπουδές στην Ελλάδα και τη Γερμανία, είχε προοπτική να εργαστεί στη χώρα μας και στην Αφρική. Τον Ιανουάριο του 1991, ενώ ήταν Τακτικός Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, δέχεται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο τηλεφώνημα ότι επελέγη Πατριαρχικός Έξαρχος εν Αλβανία, για να εξετάσει τί είχε απομείνει από την Ορθοδοξία σε μια χώρα που επί 23 χρόνια ήταν κάτω από τον πιο σκληρό αθεϊστικό διωγμό.
«Ποτέ δεν είχα σκεφθεί κάτι τέτοιο. Υπακούοντας, όμως, στο αίτημα του Οικουμενικού Θρόνου, αποδέχθηκα την πρωτόγνωρη αυτή αποστολή», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, σημειώνοντας ότι χρειάστηκαν έξι μήνες για να του χορηγήσουν οι αλβανικές αρχές θεώρηση του διαβατηρίου του. Ένα χρόνο αργότερα, βρίσκεται σ’ ένα δύσκολο περιβάλλον.
Η μετακομμουνιστική Αλβανία
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος ξεδιπλώνει την κατάσταση που κλήθηκε, τότε, να αντιμετωπίσει και τη ζοφερή πραγματικότητα στην Αλβανία του 1992. «Η Εκκλησία διαλύθηκε εντελώς. Ανάλογα φαινόμενα δεν έχουμε στην ιστορία. Δεν υπάρχει άλλο Κράτος που ανακηρύχθηκε με το Σύνταγμά του αθεϊστικό. Ο Ενβέρ Χότζα ήθελε να πρωτοτυπήσει. Οι περισσότεροι ναοί γκρεμίστηκαν ή μετατράπηκαν σε στάβλους, αχυρώνες, μηχανουργεία».
Όλοι οι κληρικοί υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν το έργο τους. «Το χειρότερο δεν ήταν πως οι ναοί κατεδαφίστηκαν, αλλά ότι οι διώκτες προσπάθησαν να ξεριζώσουν από τις καρδιές των ανθρώπων τη δυνατότητα να πιστεύουν. Ο ανελέητος διωγμός οδήγησε τη χώρα σε πνευματική κατάρρευση», προσθέτει.
«Με τη μεγάλη προσδοκία ότι θα ριζώσει και πάλι η ελπίδα, ο Μακαριώτατος έφτασε στην Αλβανία σε ηλικία 62 ετών, χωρίς να γνωρίζει τη γλώσσα» επισημαίνει, και συμπληρώνει ότι οι πρώτες λέξεις που έμαθε ήταν ο χαιρετισμός στα Αλβανικά. «Όταν φτάσαμε στον ερειπωμένο Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού, ρώτησα πώς λέγεται το Χριστός Ανέστη στα αλβανικά».
Η πραγματικότητα στην Αλβανία καθορίζει και την ιδιοτυπία της Εκκλησίας, την οποία ο Ποιμενάρχης πρέπει να διαχειριστεί, ώστε να κτίσει γέφυρες αγάπης, αλληλεγγύης και προοπτικής. «Μία ιδιοτυπία αυτής της Εκκλησίας είναι ότι δεν έχει ομοιογένεια εθνικής καταγωγής. Είναι μωσαϊκό της Βαλκανικής πραγματικότητας», λέει χαρακτηριστικά ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος.
Με τη βασική αρχή ότι «κάθε ανθρώπινο πρόσωπο είναι Εικόνα του Θεού, άρα πρόσωπο σεβαστό», ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος σέβεται όλες τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και απλώνει χέρι συνεργασίας και σεβασμού στις θρησκευτικές κοινότητες της Αλβανίας.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος συνοψίζοντας καταλήγει: «Η Ορθόδοξος Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αλβανίας όχι μόνο ανασυγκροτήθηκε πλήρως με όλες τις εκκλησιαστικές δομές, αλλά συγχρόνως συνέβαλε ουσιαστικά στην γενικότερη ανορθωτική εξέλιξη καθώς και στην πνευματική και κοινωνική ανάπτυξη της Αλβανίας».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ