Μιχαλάκης Καραολής: Μέσα σε μια κατάληξη

Μιχαλάκης Καραολής: Μέσα σε μια κατάληξη

Πώς έλυωσε από τρυφερότητα η καρδιά του! Δεν του έμενε πια καιρός ν αγαπά και να χαϊδεύει με λόγια τρυφερά και να θυμάται με λαχτάρα τους αγαπημένους του.

Ο καιρός ήτανε πια τόσο λίγος, και η αγάπη τόσο απέραντη, και οι αγαπημένοι τόσο πολλοί και ακριβοί. Δεν εχόρταινε να τους αναφέρει και να τους αποχαιρετά και να τους δίνει όλη του την αγάπη για στερνή φορά. Μπροστά στην τελευταία ώρα έβλεπε πόσο φούντωνε μέσα του η αγάπη. Όλης του της ζωής, της μακριάς ζωής η αγάπη, που θα ξοδευόταν λίγη και λίγη μέσα σε ογδόντα, σ ενενήντα χρόνια, έπρεπε να δοθή τώρα, γρήγορα, γιατί τα πολλά χρόνια ήρθαν κι εμαζεύτηκαν όλα μαζί στα εικοσιτρία μονάχα. Με όλα τους τα όνειρα, με όλες τους τις θύμησες, που γίναν όλα τους την τελευταία βραδιά στοργή κι αγάπη και θερμή τρυφερότητα και από τα βάθη της ψυχής αποχαιρετισμός. Και κάτω απ όλα τα τρυφερά λόγια η απάντησις της αγάπης των δικών του. Μιας αγάπης που του ήταν δοσμένη από παλιά. Που κλείνεται όλη σαν χάδι και σαν αγκάλιασμα και σαν ένα φιλί, σαν πολλά φιλιά στα μαλλιά, μέσα σε μια κατάληξη.

Τι είναι αυτά τα παντοδύναμα συλλαβικά κουρελάκια, που αλλάζουν αμέσως τη διάθεση όταν κρεμαστούνε κάπου, και λάμπουν σαν άστρα της αγάπης και σα δροσερά τριαντάφυλλα στο φράχτη; Των δικών του ολωνών η στοργή κλεισμένη στ όνομά του. Με τ όνομα το αγαπημένο, το οικείο, το δικό του, με τ όνομα που δεν άκουσε από του δικαστή το στόμα, που δεν το διαβάσαμε πρωτύτερα στις εφημερίδες, υπογράφει το τελευταίο μνημείο της αγάπης του ο Μιχαλάκης.

ΤΑ ΝΕΑ, 25.5.1956, Ιστορικό Αρχείο ΤΟ ΒΗΜΑ & ΤΑ ΝΕΑ

Ο Μιχαλάκης ο Καραολής είν έτσι πιο δικός μας, πιο παιδί μας ολωνών, πιο πολύ του καθενός μας, το παλληκάρι μας, που ήταν τόσο γεμάτο αγάπη, που λαμπάδιαζεν όλο κι εκαιγόταν κι έλυωνε από τη λαχτάρα των δικών του σαν τη λαμπάδα της Λαμπρής μέσα στο κελλί του.

Πώς να τον εφώναζαν τον Ανδρέα οι δικοί του; Να το ξέραμε, να τον λέμε κι εμείς έτσι. Με τη βελουδένια εκείνη απλότητα που έχει το χαϊδευτικό μας όνομα

Μέσα στην πασίχαρη δόξα του Πάσχα μάς τα τσάκισαν οι καταραμένοι τα τρυφερά αυτά βλαστάρια.

Ο τελευταίος που τα είδε, που τα παρηγόρησε, που τα χάιδεψε, που τα φίλησε ζεστά ακόμα είναι ο παπα-Παναγιώτης Ερωτόκριτος. Πώς συμβολίζει το δικό του όνομα την αγιότητα της αγάπης!

Ένας μάρτυράς της κι εκείνος, που πρέπει τώρα να δώσει με όλους τους κληρικούς του νησιού τα στοιχεία του και τα δακτυλικά του αποτυπώματα στον Χάρντιγκ. Αυτουνού τ αποτυπώματα θα παίρνει στο εγκληματολογικό της αρχείο η Ιστορία. Και είναι κόκκινα. Με κόκκινο της Αφρικής. Με κόκκινο της Ευρώπης, και μάλιστα της Ελλάδας, της μητέρας της Ευρώπης.

Ή μήπως θαρρούν μερικοί πως υπάρχουν πολλές Ελλάδες, και χρωστούνε στη μια και φτύνουν καταπρόσωπα την άλλη;

Η έννοια αυτή είναι μία! Κι έχει μιαν ενότητα, που καμιά σκλαβιά και καμιά δυστυχία και κανένας εξευτελισμός δεν μπορέσανε ποτέ να διασπάσουν. Ηνωμένη με την ακατάλυτη δύναμη της χριστιανικής ορθοδοξίας, περνά με τη δυαδική της ενότητα μπροστά σε όσους ξέρουν να βλέπουν. Σε όσους ξέρουν να διαβάζουν Ιστορία. Σε όσους μπορούν να καταλάβουν πως δεν υπάρχουν σύνορα ανάμεσα στην Εκκλησία και στην Ελλάδα.

Σε όσους έχουν κάποιαν ιδέα για τη δράση τους και την οντότητά τους.

Ο Τούρκος Μουφτής και ο Άγγλος Χάρντιγκ ήθελαν ν ανακαλέσουν στην τάξη τον Μακάριο. Στα πατερημά του. Να τον βάλουν στη θέση του. Σα να την ήξεραν αυτοί ποια είναι! Δεν είναι η αντιλαβού, όπως νομίζουν. Το ράσο μας την ξέρει καλά τη θέση του. Και την ξέρομε κι εμείς.

Και το ευλογούμε και το καμαρώνομε και το ευγνωμονούμε και το σεβόμαστε. Γιατί θυμόμαστε τι του οφείλομε. Γιατί ξέρομε τι είναι πρόθυμο και ικανό να μας δώσει. Γιατί ενώνει σε μια θαυμάσια γόνιμη μορφή όλες τις ηθικές και τις πολιτικές αρετές που δίνουν αθανασία στους λαούς και στα συστήματα.

Για δέστε: ο Χάρντιγκ σατραπικά —πώς αλλιώς;— ζητά κάθε λογής στοιχείο για τους κληρικούς της σατραπείας του από τον Άγιο Κιτίου. Εκείνος του ανοίγει με την απάντησή του τη θέα μιας δημοκρατίας, που δεν υπάρχει πολιτική δημοκρατία να την ξεπερνά στο σεβασμό και στην εφαρμογή της ισότητας και της αδελφοσύνης και της ελευθερίας.

Ολόκληρο το πνεύμα του Χριστού και ολόκληρη η πολιτική παράδοση της Ελλάδας κλείνεται στην εκκλησιαστική μας δημοκρατία, όπου ο θεσμός της ελευθερίας και της θυσίας μέχρι δεσμών και φυλακής και θανάτου ένωσαν αδιάσπαστα τις ιδέες θρησκεία και πατρίδα.

Υπέρ πίστεως και πατρίδος εδοξάστηκαν τόσα ματωμένα ράσα και αγιάστηκαν τόσοι πάσσαλοι, τόσες φωτιές, τόσα σκοινιά!

Τίποτε απ αυτά, τίποτε δεν μπορούν να καταλάβουν οι Χάρντιγκ. Μήπως τάχα μπορούν να καταλάβουν πόσο πιο πολύ καίγεται η καρδιά μας τώρα, πόσο πιο πολύ τους απειλεί με τη φωτιά της, τώρα που ο Μιχαήλ έγινε για όλους μας ο τόσο τρυφερά και βαθιά δικός κι αγαπημένος μας Μιχαλάκης;

*Κείμενο της διαπρεπούς λασιθιώτισσας παιδαγωγού Μαρίας Αμαριώτου (1896-1997), που έφερε τον τίτλο Μια κατάληξη και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα Τα Νέα την Παρασκευή 25 Μαΐου 1956, ένα δεκαπενθήμερο μετά την εκτέλεση (10 Μαΐου 1956) του Μιχαλάκη Καραολή και του Ανδρέα Δημητρίου, φυλακισμένων αγωνιστών της ΕΟΚΑ (Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών), στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας.

Η Μαρία Αμαριώτου

Ο Μιχαλάκης Καραολής, μέλος μιας οικογένειας που ανήκε στα μεσαία στρώματα της κυπριακής κοινωνίας, το τέταρτο παιδί του Σάββα και της Παναγιώτας Καραολή, είχε γεννηθεί στις 13 Φεβρουαρίου 1933 στο ορεινό χωριό Παλαιχώρι, στην επαρχία Λευκωσίας.

Νέος που είχε όλη τη ζωή μπροστά του, με αθλητική κορμοστασιά (έτρεχε 800 μέτρα με τα χρώματα του ΑΠΟΕΛ) και υψηλό για τα τότε δεδομένα της Κύπρου μορφωτικό επίπεδο (είχε φοιτήσει στην Αγγλική Σχολή της Λευκωσίας), ο Καραολής έλαβε τη γενναία απόφαση να ακολουθήσει το δύσβατο δρόμο της αντίστασης, συμμετέχοντας στον απελευθερωτικό αγώνα της μεγαλονήσου.

Ο Καραολής συνελήφθη από τους Άγγλους στις 3 Σεπτεμβρίου 1955, ενόσω επιχειρούσε να προωθηθεί στα ορεινά της Κύπρου, ώστε να ενταχθεί στις ανταρτικές ομάδες της ΕΟΚΑ.

Οδηγήθηκε στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας, όπου υπέστη φρικτούς βασανισμούς, προκειμένου να αποκαλύψει μυστικά του ένοπλου κινήματος της ΕΟΚΑ.

Ο Καραολής κράτησε το στόμα του κλειστό, γεγονός που επέσυρε τη μήνιν των αγγλικών κατοχικών Αρχών.

Στην επακολουθήσασα δίκη (άρχισε τον Οκτώβριο του 1955), με το διαβόητο Ραούφ Ντενκτάς να εκπροσωπεί την κατηγορούσα αρχή και να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, ο νεαρός Κύπριος καταδικάστηκε σε θάνατο δι’ απαγχονισμού.

Πηγή περιεχομένου: in.gr

Loading

Play