«Η ακεραιότητα και η ευπρέπεια της συμπεριφοράς των δικαστικών λειτουργών εντός της υπηρεσίας συνίσταται στην άσκηση των καθηκόντων τους, χωρίς ευνοιοκρατία, μεροληψία ή διακρίσεις, με ψυχραιμία και σεβασμό στα διάδικα μέρη»
Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννα Κλάπα, με εγκύκλιό της προς τους δικαστές, ζητάει να σέβονται τους πολίτες που δικάζονται.
Η κ. Κλάπα, αν και κάνει γενική αναφορά χωρίς να κατονομάζει πρόσωπα, ουσιαστικά αποδοκιμάζει την πολύ πρόσφατη συμπεριφορά του εν λόγω εισαγγελέα στη δίκη για σεξουαλικές κακοποιήσεις.
Υπενθυμίζεται ότι ο συγκεκριμένος εισαγγελέας, αφού πρώτα ερώτησε την καταγγέλλουσα αν φορούσε εσώρουχο και τι είδους ήταν, της ζήτησε να καθίσει στα πόδια του Πέτρου Φιλιππίδη για να κάνει αναπαράσταση της σκηνής. Μάλιστα, σχολίασε ότι «στη Γαλλία έχουν 51 βιασμούς, εδώ έχουμε μια απόπειρα…» (υπόθεση Πελικό), ενώ έκανε και ειρωνικά σχόλια για επιμέρους σημεία της κατάθεσης της καταγγέλλουσας.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, στην εγκύκλιό της προς όλους τους δικαστικούς λειτουργούς, ζητάει να ασκούν τα καθήκοντά τους με ευπρέπεια και να αποφεύγουν απαξιωτικά ή υποτιμητικά σχόλια, που θα μπορούσαν να δηλώνουν διακριτική μεταχείριση σε πολίτες, λόγω φύλου, θρησκείας, καταγωγής ή σεξουαλικού προσανατολισμού.
Μεταξύ άλλων, η κ. Κλάπα σημειώνει ότι η συμπεριφορά των δικαστικών λειτουργών συμβάλλει στη διατήρηση της ανεξαρτησίας σε θεσμικό και ατομικά επίπεδο και υπογραμμίζει πως «καθίσταται επιτακτική η ανάγκη για υψηλού επιπέδου συμπεριφορά των δικαστικών λειτουργών προκειμένου να εμπεδωθεί η δημόσια εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη».
«Η ακεραιότητα και η ευπρέπεια της συμπεριφοράς των δικαστικών λειτουργών εντός της υπηρεσίας συνίσταται στην άσκηση των καθηκόντων τους, χωρίς ευνοικρατία, μεροληψία ή διακρίσεις, με ψυχραιμία και σεβασμό στα διάδικα μέρη, χωρίς την εκφορά σχολίων, παρατηρήσεων ή συμπερασμάτων που ερείδονται σε ατομικές αντιλήψεις ή προτιμήσεις», τονίζει.
Η πρόεδρος του ανωτάτου δικαστηρίου επισημαίνει πως «κατά την εκδίκαση των υποθέσεων, στις οποίες διάδικοι είναι πρόσωπα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν θύματα διακριτικής μεταχείρισης λόγω φύλου, φυλής, σεξουαλικού προσανατολισμού, εθνικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, οι δικαστικοί λειτουργοί οφείλουν να εντοπίζουν αυτές τις καταστάσεις και να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου η συμπεριφορά τους να ενισχύει τη δημόσια εμπιστοσύνη και τον σεβασμό προς τη δικαιοσύνη και τους δικαστές».